Χειμώνας ΄41-΄42: Ο μεγάλος λιμός

Αρθρογραφία 26 Δεκεμβρίου 2015

Η αθέατη όψη της πείνας: Βία και τρομοκρατία

Της Ελένης Νικολαϊδου*

               Η ραγδαία φτωχοποίηση των σημερινών Ελλήνων, η βίαιη στέρηση αγαθών που για τους περισσότερους ήταν αυτονόητα κεκτημένα των τελευταίων δεκαετιών, είναι ένα βίωμα εντελώς νέο και άγνωστο τουλάχιστον για τις νεότερες γενιές.

               Πολλοί μιλάνε για ομοιότητες της εποχής της γερμανικής κατοχής 1941-1944 με τη σημερινή ανθρωπιστική κρίση.

               Μεγάλες περικοπές μισθών και συντάξεων με διευρυμένη ανεργία. Ένα μεγάλο τμήμα του πληθυσμού έχει οδηγηθεί στα όρια της εξαθλίωσης.

               Αυξάνονται μέρα με τη μέρα τα συσσίτια και οι άνθρωποι που απευθύνονται σε αυτά. Όλο και πιο συχνό είναι το φαινόμενο εξαθλιωμένων ανθρώπων να ψάχνουν στα σκουπίδια. Οι λαϊκές γεμίζουν από φτωχούς ανθρώπους οι οποίοι ψάχνουν τα απομεινάρια της λαϊκής. Στα σχολεία πολλοί μαθητές τραβούν το δικό τους Γολγοθά. Πολλά είναι τα παιδιά που πηγαίνουν με άδειο στομάχι στο σχολείο και δεν έχουν λεφτά να αγοράσουν κάτι να φάνε. Πυκνώνουν οι φωνές των δασκάλων που δημοσιοποιούν περιστατικά λιποθυμίας από πείνα για να ευαισθητοποιήσουν την κοινή γνώμη.

               Είμαστε στην αρχή μιας πορείας που ακουμπάει τα σύνορα του παρελθόντος;

               Τα κοινά στοιχεία της σημερινής εποχής με την περίοδο της Κατοχής (1941-1944), τηρουμένων των αναλογιών, εκτός από τους Γερμανούς, βρίσκονται στην πείνα, στην καθιέρωση των συσσιτίων, στους άστεγους, στην αυξημένη ανεργία, στους απελπισμένους που ψάχνουν στα σκουπίδια, στην διευρυμένη ανασφάλεια και στο φόβο για το αύριο.

               Σίγουρα οι ομοιότητες και οι συνειρμοί δεν οδηγούν σε ταύτιση των δύο εποχών.

               Παρ΄ όλα αυτά, όλα αυτά τα χαρακτηριστικά χρησιμοποιούνταν και τότε αλλά και τώρα με μοναδικό σκοπό την τρομοκρατία. Ναι την τρομοκρατία.

               Ας δούμε την πείνα στις 1.264 ημέρες που διήρκησε η γερμανική κατοχή στην Αθήνα το 2ο Παγκόσμιο Πόλεμο.

               Η πείνα που βίωσε ο λαός της Αθήνας την περίοδο της Κατοχής δεν ήταν ένα τυχαίο σύμπτωμα του πολέμου και της κατάκτησης της χώρας. Οι Γερμανοί επέβαλαν την πείνα ως ένα άλλο μέσο τρομοκράτησης. Ο φόβος του αφανισμού από την πείνα ήταν στην καθημερινότητα ισχυρότερος από το φόβο των μπλόκων, των βασανιστηρίων και των εκτελέσεων. Οι Γερμανοί χρησιμοποίησαν την πείνα για να ελέγχουν τον ελληνικό λαό  και την εφάρμοσαν παντού, με όλους τους τρόπους.

               Στην Αθήνα από τους πρώτους μήνες φάνηκαν τα συμπτώματα του υποσιτισμού όπως η απώλεια βάρους, η ατονία, η εξάντληση, η αϋπνία, η απάθεια, η μελαγχολία. Στους δρόμους πια περπατούσαν μόνο αδύνατοι έως σκελετωμένοι άνθρωποι. Το σκορβούτο, η beri ? beri, τα οιδήματα, η γάγγραινα και οι χιονίστρες μπήκαν στο καθημερινό λεξιλόγιο των Αθηναίων. Συνέπεια της πείνας ήταν οι εκτεταμένες κακώσεις στο σώμα αλλά και η κάμψη της σεξουαλικής δραστηριότητας και στα δύο φύλα.

               Και οι πρώτοι θάνατοι από πείνα δεν άργησαν να φανούν. Οι υποσιτισμένοι Αθηναίοι πέθαιναν ή από καρδιακή κόπωση ή από οξύ πνευμονικό οίδημα.

               Τα άτομα που υποσιτίζονταν για καιρό παρουσίαζαν, εκτός των άλλων, και ψυχικές διαταραχές. Οι συνοικίες της Αθήνας που δέχονταν περισσότερη πίεση από τους Γερμανούς κατακτητές, περισσότερη τρομοκρατία, σε αυτές τις περιοχές η ψυχική διαταραχή ήταν εντονότερη.

               Οι δρόμοι της Αθήνας ήταν η πιο βέβαιη διαπίστωση του τι συνέβαινε τότε.

               Ο πανικός της πείνας! Τι θα φάμε; Τι θα γίνει;

               Τον πανικό και το φόβο επέτειναν οι λιποθυμίες καταμεσής του δρόμου και οι θάνατοι. Τα διχτάκια τυλιγμένα πάντα μέσα στην τσέπη ή στην τσάντα, μήπως βρεθεί κάτι που μπορεί να αγορασθεί και να φαγωθεί. Οι περισσότεροι έτρωγαν ό,τι έβρισκαν χωρίς επιλογή και διάκριση. Ο φόβος της αβιταμίνωσης, η αγωνία μην πρηστούν τους οδηγούσε συχνά στις δηλητηριάσεις.

               Οι συνεργάτες των Γερμανών, οι πολιτικοί της Κατοχής σε συνεργασία με τους μεγαλεμπόρους που έλεγχαν την αγορά τροφοδοτούσαν, σύμφωνα με τα συμφέροντά τους τα τρόφιμα στην αγορά της Αθήνας. Οι μαυραγορίτες θησαύριζαν σε αγαστή συνεργασία με τους Γερμανούς και τις κατοχικές κυβερνήσεις.

               Όταν στην αγορά εμφανίζονταν τρόφιμα ή άλλα προϊόντα όπως τσιγάρα, οι ουρές που σχηματίζονταν ήταν αμέτρητες και από μόνες τους ασκούσαν και εξέπεμπαν τρομοκρατία.

               Ουρές υπήρχαν και στα συσσίτια. Ουρές που τις περισσότερες φορές το νεροζούμι του συσσιτίου δεν έφτανε για όλους. Και οι τελευταίοι, άτυχοι, της ουράς που έβλεπαν το άδειο καζάνι , έφευγαν κλαυθμυρίζοντας «πεινάω, πεινάω».

               Εκατοντάδες παιδιά, αδέσποτα στους δρόμους, ξυπόλητα και ξεπαγιασμένα έψαχναν στα σκουπίδια κάτι φαγώσιμο.

               Τα άγρια χόρτα, η ρετσίνα και η σταφίδα ήταν τα τρία προϊόντα που μπορούσε ο Αθηναίος να βρει και να αγοράσει. Η σταφίδα, σίγουρα βοήθησε αρκετούς να μην προστεθούν στο μακρύ κατάλογο των νεκρών από την πείνα. Η εμμονή τους όμως ήταν μία και ήταν κυρίαρχη. «Τι θα φάω». Και αυτό έφερνε μαζί με άλλα συμπτώματα εκνευρισμό και θυμό.

               Η πείνα χτύπησε το κάθε σπίτι. Οι νεκροί από το λιμό πλήθαιναν μέρα με τη μέρα. Άλλος πέθαινε στο σπίτι του, μόνος για μέρες νεκρός, άλλος στο δρόμο και η φαμίλια του τον έψαχνε μάταια. Και να το αυτοκίνητο του δήμου της Αθήνας. Αυτό που ήταν για να μαζεύει τα σκουπίδια. Νάτο με τους νεκρούς, τσίτσιδους σκελετούς στην καρότσα του. Δεν ξεχώριζες ποιανού είναι το πόδι και το χέρι. Στο δρόμο για το νεκροταφείο η καρότσα σταματούσε όπου υπήρχε παραγγελία για νεκρό. Τον έπαιρναν και σαν τραμπάλα, ένα, δύο, τρία, ωπ και πάνω στα άλλα πτώματα ο νέος νεκρός.

               -Παιδιά να γλείφουν τα εμέσματα γερμανού στρατιώτη

               -Γυναίκα να μαζεύει μισοσαπισμένα κάστανα και φλούδες από τα σκουπίδια και να τα τρώει

               -Άνθρωποι να τρώνε σούπα με σκούρο σκληρό κρέας μέσα. Να αντιλαμβάνονται ότι αυτό που μασάνε είναι σκύλος και να μη νιώθουν καμία αηδία μπροστά στην πείνα τους.

               -Γονείς να βλέπουν το  παιδί τους να πεθαίνει και να το θάβουν στην αυλή ή να το πηγαίνουν κρυφά το βράδυ στο νεκροταφείο για να μη το δηλώσουν και να κρατήσουν το δελτίο

               -Ένα ψόφιο άλογο που βρωμούσε στο δρόμο. Το βράδυ σκιές το πλησιάζουν. Το πρωί το κουφάρι του αλόγου υπήρχαν κομμένα κοψίδια

               Το να ασχολείται ένας πληθυσμό νυχθημερόν με το τι θα φάει και αν θα έχει να φάει ήταν και το επιθυμητό αποτέλεσμα των κατακτητών. Οι Γερμανοί πίστευαν ότι με το φόβο της πείνας θα σπάσουν την αντίσταση.

               Κάθε φορά που κάποια γερμανική επιχείρηση δεν πετύχαινε ο εφοδιασμός της αγοράς με τρόφιμα σταματούσε. Χαρακτηριστικό παράδειγμα την περίοδο που οι Σύμμαχοι έκαναν την απόβαση στη Δύση το τρομοκρατικό μέσο της πείνας εντάθηκε τόσο που για μέρες η αγορά της Αθήνας ήταν άδεια εντελώς από τρόφιμα. Τόσο που θύμιζε τον τραγικό χειμώνα 1941-1942.

               Ο λαός της Αθήνας έπρεπε να υψώσει το ανάστημά του κόντρα στο φόβο της πείνας, τις συλλήψεις και τις εκτελέσεις. Και ευτυχώς το έκανε.

* Η Ελένη Νικολαΐδου είναι Καθηγήτρια - Ιστορικός, master στη Σύγχρονη ιστορία

το διαβάσαμε στο: alfavita.gr

Προβλήθηκε 1031 φορές