Ονομάστηκε “The Füde Dinner Experience” και είναι μια συνάντηση για vegan δείπνο και ποτό, μόνο που οι συμμετέχοντες αφήνουν τα ρούχα τους στην πόρτα.
H Charlie Ann Max είναι μια καλλιτέχνιδα και μοντέλο, ιδρύτρια του Fude, που όπως ορίζει η ίδια είναι “ένας απελευθερωτικός χώρος που γιορτάζει τον πιο αγνό εαυτό μας μέσα από τη φυτική μαγειρική, την τέχνη, τη γύμνια και την αγάπη για τον εαυτό μας.
Είναι ανυποχώρητη στο να συνδέει την ανθρωπότητα με τον πιο αγνό εαυτό μας σε ό,τι δημιουργεί”.
Πρόκειται λοιπόν για ένα γυμνό χορτοφαγικό δείπνο μεταξύ ξένων.
Ο καθένας πλέον για να συμμετάσχει πληρώνει 88 δολάρια.
Σε ένα βίντεο στο Instagram από τις 14 Μαρτίου 2021, η Charlie Max αναμειγνύει ένα smoothie σε ένα τροπικό περιβάλλον.
Το μοντάζ είναι χαλαρωτικό και ονειρικό και η αφήγηση είναι ρυθμική και κεντραρισμένη στην πρωταγωνίστρια.
Προβάλλει την εικόνα της σε ένα αεράτο μπαλκόνι, να κόβει ζουμερά ροδάκινα και στη συνέχεια να τρώει ένα σνακ σε ένα ηλιόλουστο περβάζι.
Το βίντεο δεν θα ήταν τίποτα το ασυνήθιστο για το #foodInstagram, εκτός από το γεγονός ότι η Max τα έκανε όλα αυτά εντελώς γυμνή.
“Το να αγαπάς τον εαυτό σου πηγαίνει πέρα από το να αγαπάς τον εξωτερικό σου εαυτό”, γράφει στη λεζάντα. “Σημαίνει να τιμάς πραγματικά τον εαυτό σου γεμίζοντας συνεχώς τη ζωή σου με συνειδητά και όμορφα πράγματα”.
Η ανάρτηση αυτή ήταν και η πεμπτουσία της φιλοσοφίας της Max: κάθε ένα από τα vegan πιάτα που μοιράζεται στο Instagram – ή χωρίς λογοκρισία στον λογαριασμό της, OnlyFans (NSFW)- σερβίρονται γυμνά, μαζί με μια εύκολη συνταγή και μια υγιή δόση “ανεβαστικής” σοφίας.
Η Max δημιούργησε το Instagram Fude (φαγητό και γυμνό, φυσικά) τον Μάρτιο του 2020 ως έναν τρόπο να ενθαρρύνει τους αγχωμένους και κλεισμένους στο σπίτι ακολούθους της να φροντίζουν το σώμα τους και για να κάνει περισσότερους ανθρώπους να μαγειρεύουν γυμνοί, μια εμπειρία που τη βοήθησε να θεραπευτεί από συναισθήματα αρνητικής εικόνας του σώματός της.
Αν και έχει εξελιχθεί σε κάτι ακόμα πιο ουσιαστικό: “Δεν είχα συνειδητοποιήσει πόσο πολύ ο κόσμος του φαγητού προοριζόταν για μένα”, εξηγεί η Max. “Εχω αποκτήσει υπερβολική επίγνωση του σκοπού και της αποστολής μου, να δημιουργώ εμπειρίες που βοηθούν τους ανθρώπους να αισθάνονται ασφαλείς και σίγουροι για τον εαυτό τους”.
Τα δείπνα ήταν αρχικά μόνο για προσκεκλημένους, αλλά τα “άνοιξε” σε ανθρώπους που είχαν ακούσει γι’ αυτά μέσω Instagram ή από στόμα σε στόμα.
Κάθε δείπνο που διοργάνωνε ξεπουλούσε και σύντομα κατακλύστηκε από ερωτήματα από επίδοξους γυμνούς γευσιγνώστες από όλο τον κόσμο.
Κάθε ένας από τους παρευρισκόμενους (οι ηλικίες κυμαίνονταν μεταξύ 20 και 60 ετών, το δείπνο απευθύνεται σε γυναίκες και άνδρες, που συμμετέχουν ύστερα από προσωπική σύσταση κάποιου που έχει ήδη συμμετάσχει), είχε προσεγγίσει διαφορετικά την πρόκληση του ντυσίματος για μια γυμνή εκδήλωση.
Κάποιοι φορούσαν μια πλήρη εμφάνιση για πάρτι, ενώ άλλοι αρκέστηκαν σε φούτερ και τζιν.
Αφού γδύθηκαν, οι καλεσμένοι περιφέρονταν σε διάφορες ομάδες, συστήνονταν και συζητούσαν ευγενικά μεταξύ τους. Σχεδόν όλοι τους εμφανίστηκαν μόνοι τους.
Ο καθένας πριν μπει συμπληρώνει μια φόρμα που δηλώνει για ποιον λόγο θέλει να συμμετάσχει.
Παρ’ότι ο λογαριασμός @thefudeexperience και το thefudeexperience.com ξεκίνησαν το 2020, η νέα εκδοχή του “dinner party” άρχισε άτυπα πιο πριν, το 2014, όταν η Charlie Max αποφάσισε με τις συγκατοίκους της στο διαμέρισμά της στο Brooklyn, να κυκλοφορήσουν και να συμφάγουν γυμνές.
Κάπως έτσι ο γυμνισμός επεκτάθηκε από τις παραλίες στις πόλεις, συσκευασμένος στο marketing της εποχής μας ως μια “αγνή κι έντονη εμπειρία”.
Απ’ ό,τι φαίνεται ο γυμνισμός εξελίσσεται μαζί με την εκβιομηχάνιση της κοινωνίας της οικονομίας και του τρόπου ζωής.
Περισσότεροι από 10 εκατομμύρια Αμερικανοί αυτοπροσδιορίζονται σήμερα ως γυμνιστές, ή γυμνίστριες, σύμφωνα με μια μελέτη του 2011, την τελευταία διαθέσιμη, από την εταιρεία υπηρεσιών μάρκετινγκ Ypartnership.
Ορισμένοι ιστορικοί υποστηρίζουν ότι το σύγχρονο κίνημα των γυμνιστών στη Δύση εμφανίστηκε στην Ευρώπη τον 18ο αιώνα ως μέσο για την προαγωγή της υγείας με την έκθεση του σώματος στον καθαρό αέρα και το φως του ήλιου- άλλοι εντοπίζουν τις ρίζες του στη Γερμανία του 19ου αιώνα, ως μια προσπάθεια αντίστασης στην εκβιομηχάνιση και υπέρ της ζωής κοντά στη Φύση.
Το κίνημα των γυμνιστών έχει ιστορικά συνδεθεί με το φαγητό: Όταν εμφανίστηκε στην Ευρώπη, αφορούσε τόσο τη διατροφή όσο και την ένδυση.
Ορισμένοι γυμνιστές απέφευγαν τα κρεατοφαγικά πιάτα και αγκάλιαζαν τη χορτοφαγία και την υγιεινή διατροφή.
Σήμερα, το φαγητό εξακολουθεί να είναι αναπόσπαστο μέρος της εμπειρίας του γυμνισμού.
Στην πραγματικότητα, όταν πρόκειται για το μαγείρεμα και το φαγητό, πολλοί γυμνιστές είναι κατηγορηματικοί: Αισθάνονται λιγότερο περιορισμένοι, πιο δημιουργικοί.