Η γερμανική εισβολή στην Ελλάδα. (του Περικλή Καπετανόπουλου)

Αρθρογραφία 05 Απριλίου 2020

του Περικλή Καπετανόπουλου
δημοσιογράφου-ιστορικού
 
Στις 6 Απριλίου 1941, στις 5.15' το πρωί άρχισε η επίθεση των γερμανικών στρατιωτικών δυνάμεων εναντίον της Ελλάδας και της Γιουγκοσλαβίας. Στη Μακεδονία η γερμανική επίθεση εκδηλώθηκε σε όλο το μήκος των ελληνο-βουλγαρικών και ελληνο-γιουγκοσλαβικών συνόρων, με σφοδρό βομβαρδισμό αεροπορίας και πυροβολικού.
 
Η επίθεση στα Βαλκάνια προετοιμάστηκε μεθοδικά από τον Δεκέμβριο του 1940, με την κωδική ονομασία «Επιχείρηση Μαρίτσα». Η διαταγή της επιχείρησης που έφερε την υπογραφή του Χίτλερ ως πρώτο στόχο έθετε «την κατάληψιν της ακτής του Αιγαίου της κοιλάδος της Θεσσαλονίκης». Τα φασιστικά καθεστώτα της Ρουμανίας και της Βουλγαρίας συνέπραξαν με την Γερμανία και επέτρεψαν την διέλευση γερμανικών στρατευμάτων από το έδαφος τους.
 
Ένα τέταρτο μετά την γερμανική επίθεση, στις 5.30 π.μ ο πρέσβης της Γερμανίας στην Αθήνα Ερμπαχτ βρέθηκε στο σπίτι του πρωθυπουργού Αλέξανδρου Κορυζή και του διαβίβασε διακοίνωση του Χίτλερ στην οποία εξηγούσε τους λόγους που τον «ανάγκασαν» να εισβάλλει στο ελληνικό έδαφος.
 
"Η Ελλάς- έλεγε μεταξύ άλλων η διακοίνωση-, επιτρέπουσα εις αγγλικάς δυνάμεις να θέσουν και πάλιν πόδα εις Ευρώπην και ούσα το μόνον ευρωπαϊκόν κράτος που έπραξεν τοιούτον τι, ανέλαβε βαρείαν ευθύνην έναντι της Ευρωπαϊκής κοινότητος.
 
Ασφαλώς ο ελληνικός λαός δεν ενέχεται εις την εξέλιξιν αυτήν. Εκ τούτου, είναι ακόμη βαρυτέρα η ευθύνη της ελληνικής κυβερνήσεως εκ της ανευθύνου τοιαύτης πολιτικής της. Ούτω η ελληνική κυβέρνησις εδημιούργησε μίαν κατάστασιν, προ της οποίας η Γερμανία δε δύναται περαιτέρω να μείνη άπρακτος. Όθεν η κυβέρνησις του Ράιχ έδωσε εις τα στρατεύματά της την διαταγήν να εκδιώξουν εκ του ελληνικού εδάφους τας βρετανικάς δυνάμεις. Πάσα αντίστασις προς τον γερμανικόν στρατόν θα συντριβή αμειλίκτως. Φέρουσα την απόφασιν ταύτην εις γνώσιν της ελληνικής κυβερνήσεως, η κυβέρνησις του Ράιχ τονίζει ότι τα γερμανικά στρατεύματα δεν εμφανίζονται ως εχθροί του ελληνικού λαού και ότι ο γερμανικός λαός ουδόλως εννοεί να πολεμήση και εξοντώση τον ελληνικόν λαόν ως τοιούτον. Το πλήγμα, το οποίον η Γερμανία είναι υπόχρεως να δώση επί ελληνικού εδάφους προορίζεται διά την Αγγλίαν. Η κυβέρνησις του Ράιχ είναι πεπεισμένη ότι εκδιώκουσα ταχέως εξ Ελλάδος τους παρεισάκτους Αγγλους παρέχει αποφασιστικήν υπηρεσίαν τόσον εις τον ελληνικόν λαόν, όσον και εις την ευρωπαϊκήν κοινότητα". (Β.Π. Παπαδάκη: "Διπλωματική Ιστορία του Ελληνικού Πολέμου 1940- 1945", Αθήναι 1957, σελ. 167- 173).
 
Η γερμανική προέλαση
 
Η γιουγκοσλαβική άμυνα κατέρρευσε πολύ γρήγορα και μονάδες του στρατού της γειτονικής χώρας υποχώρησαν μαχόμενες σε ελληνικό έδαφος. Με το σπάσιμο της γιουγκοσλαβικής άμυνας οι Γερμανοί μπόρεσαν να προελάσουν ταχύτατα μέσω της κοιλάδας του Αξιού και στις 9 Απριλίου να καταλάβουν την Θεσσαλονίκη.
 
Οι μονάδες του Ελληνικού Στρατού προέβαλαν ηρωική αντίσταση, ιδίως στα οχυρά. Όμως η 2η θωρακισμένη γερμανική μεραρχία κατάφερε να διεισδύσει στο ελληνικό έδαφος από την ανοχύρωτη κοιλάδα του Αξιού και να προελάσει προς την Θεσσαλονίκη. Η νεοσύστατη 19η μηχανοκίνητη ελληνική μεραρχία δεν μπόρεσε να προβάλλει ισχυρή αντίσταση. Στα οχυρά της Μακεδονίας και της Θράκης τα ελληνικά στρατιωτικά τμήματα συνέχισαν να μάχονται έστω και γερμανικές μηχανοκίνητες μονάδες τα είχαν υπερκεράσει.
 
Μετά την συνθηκολόγηση της διοικησης του Τμήματος Στρατιάς Ανατολικής Μακεδονίας, πολλοί στρατιώτες και αξιωματικοί δεν παραδίνουν τα όπλα τους αλλά προσπαθούν να βρουν τρόπο να περάσουν στην νότια Ελλάδα για συνεχίσουν τον πόλεμο κατά των Γερμανών.
 
Όμως στους ανώτερους στρατιωτικούς κύκλους στο μέτωπο, όσο και στους πολιτικούς κύκλους στην Αθήνα, ήταν έκδηλη η διάθεση για γρήγορη συνθηκολόγηση και παράδοση της χώρας στους Γερμανούς εισβολείς.
 
Είναι χαρακτηριστική η διαταγή που υπέγραψε στις 15 Απριλίου 1941, δηλαδή 9 μέρες μετά την γερμανική επίθεση, ο υφυπουργός Στρατιωτικών Α.Παπαδήμας, με την οποία χορηγούσε 15νθήμερες κανονικές άδειες «εις άπαντας τους οπλίτας τους καταγομένους εκ των μη κατεχομένων περιοχών», διαταγή που γρήγορα επεκτάθηκε και στους αξιωματικούς.
 
Η συνθηκολόγηση
 
Στις 20 Απριλίου ο διοικητής του Γ' Σώματος Στρατού Γ. Τσολάκογλου, σε συνεννόηση με άλλους δύο σωματάρχες, τον Δεμέστιχα και τον Μπάκο, καταργεί τον διοικητή Στρατιάς Ηπείρου στρατηγό Ι. Πιτσίκα, αναλαμβάνει ο ίδιος διοικητής της στρατιάς, με τον καθοριστικό ρόλο του Μητροπολίτη Ιωαννίνων κ.κ.Σπυρίδωνα, και υπογράφει πρωτόκολλο ανακωχής με τους Γερμανούς.
 
Στις 23 Απριλίου ο Τσολάκογλου υπέγραψε στη Θεσσαλονίκη το οριστικό πρωτόκολλο συνθηκολόγησης του Ελληνικού Στρατού όχι μόνο με τους Γερμανούς, αλλά και τους Ιταλούς, οι οποίοι διεκδικούσαν μερίδιο κατοχής στον ελληνικό χώρο. Για τις πολύτιμες υπηρεσίες που προσέφερε στην χιτλερική Γερμανία, οι Γερμανοί τον αντάμειψαν διοριζοντας τον, πρώτο κατοχικό πρωθυπουργό της Ελλάδας.
 
Οι Γερμανοί έφτασαν στην Αθήνα στις 27 Απριλίου του 1941. Στο κτήμα ΘΩΝ, στη συμβολή Αλεξάνδρας και Κηφισίας, στο καφενείο "Παρθενών" τους περίμεναν και τους παρέδωσαν την Αθήνα, ο ανώτερος στρατιωτικός διοικητής Αττικοβοιωτίας υποστράτηγος Καβράκος, ο νομάρχης Αττικοβοιωτίας Πεζόπουλος, ο Δήμαρχος Αθηναίων Αμβρόσιος Πλυτάς, ο Δήμαρχος Πειραιά Μιχ. Μανούσκος και ο συνταγματάρχης Κανελλόπουλος ως διερμηνέας. Οι Γερμανοί ανέθεσαν την πολιτική αρχή στη πρωτεύουσα στον δήμαρχο Αθηναίων, ο οποίος την ίδια μέρα με διάγγελμά του συνιστούσε στον ελληνικό λαό "απόλυτον πειθαρχίαν εις τα διαταγάς των αρχών" και καλούσε τους πολίτες, που είχαν όπλα (κυνηγετικά, πολεμικά, πιστόλια ή οτιδήποτε άλλο) να τα παραδώσουν στις αρχές κατοχής. "Οπου υψούται ελληνική σημεία- έλεγε, επίσης, στο διάγγελμά του ο Πλυτάς- πρέπει δεξιά της να υψούται και η γερμανική".
 
Από τις 27 Απριλίου 1941 άρχισε η τριπλή κατοχή της χώρας που διήρκεσε 3 1/2 χρόνια.
 
Σύνθεση πρώτης κατοχικής Κυβέρνησης Γ.Τσολάκογλου.
 
-«Πρωθυπουργός» - («Πρόεδρος του υπουργικού συμβουλίου»): στρατηγός Γ.Τσολάκογλου.
-«Αντιπρόεδρος υπουργικού συμβουλίου»: Κωνσταντίνος Λογοθετόπουλος
-«Υφυπουργός παρά τω Πρωθυπουργώ»: από 16 Απριλίου 1942, Λεωνίδας Τσιριγώτης
-«Επί της Δικαιοσύνης υπουργός» : Αντώνιος Λιβιεράτος
-«Επί της Εθνικής Προνοίας υπουργός»: Κωνσταντίνος Λογοθετόπουλος
-«Επί των Εσωτερικών υπουργός»: αντιστράτηγος Παναγιώτης Δεμέστιχας
-«Επί του Επισιτισμού υπουργός»: συνταγματάρχης Δημήτριος Πολύζος
παραιτήθηκε στις 3 Ιουλίου 1941
- αντικαταστάθηκε από τον Ιωάννη Καραμάνο
- παραιτήθηκε στις 24 Μαρτίου 1942. Την διοίκηση του Υπουργείου ανέλαβε ο υπουργός Οικονομικών
-«Επί της Δημοσίας Ασφαλείας υπουργός»: υποστράτηγος Νικόλαος Μάρκος
-«Επί των Θρησκευμάτων και Εθνικής παιδείας υπουργός»: προσωρινά, Κωνσταντίνος Λογοθετόπουλος
-«Επί των Οικονομικών υπουργός» : προσωρινά, Πλάτων Χατζημιχάλης
- αντικαταστάθηκε στις 26 Μαΐου 1941 από τον Σωτήριο Γκοτζαμάνη
-«Επί της Εθνικής Οικονομίας υπουργός» : Πλάτων Χατζημιχάλης
- παραιτήθηκε στις 24 Μαρτίου 1942. Την διοίκηση του Υπουργείου ανέλαβε ο υπουργός Οικονομικών
-«Επί των Δημοσίων Συγκοινωνιών υπουργός»: προσωρινά, υποστράτηγος Σωτήριος Μουτούσης
-«Επί της Γεωργίας υπουργός»: προσωρινά, υποστράτηγος Χαράλαμπος Κατσιμήτρος
- αντικαταστάθηκε από τον Ιωάννη Καραμάνο
- παραιτήθηκε στις 24 Μαρτίου 1942. Την διοίκηση του Υπουργείου ανέλαβε ο υπουργός Οικονομικών
-«Επί της Εργασίας υπουργός» : στρατηγός Αναστάσιος Ρουσσόπουλος
- αντικαταστάθηκε στις 25 Ιουνίου 1941 προσωρινά, από τον Αντώνιο Λιβιεράτο
- παραιτήθηκε στις 24 Μαρτίου 1942. Την διοίκηση του Υπουργείου ανέλαβε ο υπουργός Οικονομικών
-«Επί της Εθνικής Αμύνης υπουργός» : στρατηγός Γεώργιος Μπάκος
-«Επί της Εμπορικής Ναυτιλίας υπουργός: πλοίαρχος Ε.Ν. Ιάσων Παπαδόπουλος
-«Υπουργός - Γενικός Διοικητής Μακεδονίας» : στρατηγός Νικόλαος Ρίζος - Ραγκαβής
παραιτήθηκε στις 12 Δεκεμβρίου 1941 και η θέση έμεινε κενή
-«Υφυπουργός - Γενικός Διοικητής Μακεδονίας» : Λεωνίδας Τσιριγώτης
-«Υπουργός - Γενικός Διοικητής Κρήτης» : Εμμανουήλ Λουλακάκης
 

Προβλήθηκε 1174 φορές