Το έργο «Οφηλία» αποτελεί ίσως το πιο γνωστό έργο του Τζον Έβερετ Μιλέ.
Απεικονίζει μια γυναίκα που κείται νεκρή σε ένα ποτάμι, στην πραγματικότητα είναι η αγαπημένη του Άμλετ στο ομώνυμο έργο του Ουίλιαμ Σαίξπηρ που οδεύει στην υγρό της τάφο.
Το πιο θλιβερό, όμως, δεν είναι ο πίνακας αυτός καθ’ αυτός αλλά η ιστορία πίσω του.
Η γυναίκα που πόζαρε για τον ζωγράφο ήταν η Ελίζαμπεθ Σιντάλ.
Η νεαρή κοπέλα, μόλις 19 τότε, έπρεπε να παραμείνει ξαπλωμένη φορώντας τα ρούχα της στο μπάνιο του καλλιτέχνη, αφού ήταν αδύνατο λόγω του κρύου να επιχειρηθεί το αντίστοιχο στον ποταμό, όπως αρχικά σχεδίαζε ο καλλιτέχνης.
Με λάμπες πετρελαίου μάταια προσπαθούσαν να θερμάνουν το παγερό νερό. Όταν η μία λάμπα έσβησε, η κατάσταση για την Ελίζαμπεθ έγινε ακόμα πιο αφόρητη. Αλλά εκείνη δεν παραπονέθηκε ούτε στιγμή.
Λόγω αυτού, αρρώστησε βαριά με πνευμονία και ο πατέρας της κατηγορώντας τον Μιλέ για αυτό, τον εξανάγκασε να πληρώσει τα ιατρικά έξοδα.
Για να γιατρευτεί, ταξίδεψε στη Νίκαια και το Παρίσι.
Έπασχε από φυματίωση, αλλά πολλοί υποστηρίζουν πως είχε ανορεξία και άλλες ψυχικές διαταραχές λόγω της απιστίας του συζύγου της, ποιητή Ροσέτι.
Εξαιτίας των ασθενειών που την ταλανιζαν και της κατάθλιψης που άρχισε να τη φλερτάρει, έλαβε μεγάλες ποσότητες από το φάρμακο της εποχής το λάβδανο, ένα μείγμα από αλκοόλ και όπιο, με αποτέλεσμα να εθιστεί σε αυτό.
Το τελειωτικό χτύπημα ήταν ο θάνατος του νεογέννητου παιδιού της.
Όταν συνειδητοποίησε πως ήταν έγκυος για δεύτερη φορά, αυτοκτόνησε στους πρώτους μήνες της εγκυμοσύνης από υπερβολική δόση.