Το «Νύχτωσε χωρίς φεγγάρι» του Απόστολου Καλδάρα είναι όπως αναφέρει το Λοιπόν, ένα από τα πιο γνωστά ρεμπέτικα και ένα τραγούδι που ερμήνευσαν πολλοί καλλιτέχνες, από τον Γιάννη Πουλόπουλο και τη Μαρινέλλα μέχρι τη Γιώτα Λύδια και τον Γιώργο Νταλάρα.
Όπως είχε διηγηθεί τότε στον ερευνητή του ρεμπέτικου τραγουδιού Παναγιώτη Κουνάδη ο ίδιος ο συνθέτης: «Ήμουν στη Θεσσαλονίκη, με την πρώτη κυβέρνηση του Οκτώβρη του 1944.
Μετά το Δεκέμβρη άρχισαν οι πρώτες συλλήψεις των αριστερών, των κομμουνιστών, που τους πιάνανε και τους κλείνανε στο Γεντί Κουλέ.
Εγώ τότε είχα ένα φίλο με τον οποίο συνεργαζόμαστε, στα διάφορα κουτούκια εκεί πέρα, ονόματι -καλή του ώρα κι αυτός, πέθανε, Θεός σχωρέστον – Μίγκος.Τον Χρήστο τον Μίγκο.
Αυτός καθόταν στην Ακρόπολη επάνω, κάτω από το Επταπύργιο - το Γεντί Κουλέ. Και μ έπαιρνε τακτικά να πάμε να πιούμε κανένα ουζάκι στη γριά, έτσι την έλεγε τη μάνα του.
Πίναμε τα ουζάκια, τα λέγαμε. Λοιπόν, μια φορά έφυγα, θυμάμαι ήταν σούρουπο, κι εκεί που φεύγαμε βλέπω τη... σιλουέτα του Επταπυργίου.
"Κοίτα τώρα", λέω, "εκεί μέσα, πίσω απ' τα τείχη αυτά, είναι οι φυλακές. Κι εκεί μαζεύουν αυτούς τους ανθρώπους και τους κλείνουν φυλακή".
Κι έτσι έγραψα το 1945 το τραγούδι».
Οι αρχικοί στίχοι ήταν: «Νύχτωσε και στο Γεντί ,το σκοτάδι είναι βαθύ, κι όμως ένα παλικάρι δεν μπορεί να κοιμηθεί. Άραγε τι περιμένει, όλη νύχτα ως το πρωί, στο στενό το παραθύρι, που φωτίζει το κελί. Πόρτα ανοίγει, πόρτα κλείνει, μα διπλό είναι το κλειδί, τι έχει κάνει και το ρίξαν το παιδί στη φυλακή».
Οι στίχοι «κόπηκαν» από τη λογοκρισία της εποχής, με αποτέλεσμα ο Καλδάρας να τους αλλάξει και να γίνουν: «Νύχτωσε χωρίς φεγγάρι, το σκοτάδι είναι βαθύ, κι όμως ένα παλικάρι δεν μπορεί να κοιμηθεί. Άραγε τι περιμένει, όλη νύχτα ως το πρωί, στο στενό το παραθύρι, που φωτίζει με κερί».
Μετά την αλλαγή των στίχων το τραγούδι ηχογραφήθηκε με τη Στέλλα Χασκίλ και σημείωσε μεγάλη επιτυχία.
Εξαιτίας της λογοκρισίας έχασε τον αρχικό του χαρακτήρα και ερμηνεύτηκε ως ερωτικό τραγούδι που περιγράφει τον καημό κάποιου ερωτευμένου