Ο Σωτήρης Σκίπης ήταν Έλληνας ποιητής και ακαδημαϊκός.
Γεννήθηκε στην Αθήνα το 1881 και πέθανε στις 29 Σεπτεμβρίου του 1952 στο Ρονιάκ της Γαλλίας όπου υπάρχει ακόμα ο τάφος του. Ο πατέρας του Ευάγγελος ήταν αξιωματικός του στρατού. Τα παιδικά του χρόνια ως τα 14 του τα έζησε στη Λάρισα, όπου σώζεται η βαθμολογία του στο Γυμνάσιο όπου φοίτησε. Το 1897 γύρισε στην Αθήνα για τις σπουδές του. Φοίτησε στη Δραματική Σχολή του Βασιλικού Θεάτρου και ανήκε στην Νέα Σκηνή του Κωνσταντίνου Χρηστομάνου.
Σπούδασε επίσης Αισθητική και Λογοτεχνία στο Παρίσι.
Μεγάλο διάστημα της ζωής του το πέρασε στη Γαλλία. Φίλοι του εκεί ήταν ο Φρειδερίκος Μιστράλ και ο Ζαν Μορεάς. Από το γάμο του με την Σαρλότ Λεκλέρ απέκτησε το 1917 μία κόρη, την Μαργαρίτα Σκίπη-Παννέκ. Το 1922 τιμήθηκε με το Εθνικό Αριστείο Γραμμάτων. Το 1924 διορίστηκε διευθυντής της Ανωτάτης Σχολής Καλών Τεχνών και το 1929 γραμματέας της.
Το 1914 παρουσίασε το θεατρικό έργο «Ξεφαντώματα». Αλλά΄ένας ποιητής με ψυχολογικά προβλήματα ονόματι Ηλίας Κουλουβάτος, θεώρησε το έργο ήταν προσβλητικό για το πρόσωπό του και, στις 4 Ιουνίου 1914, πυροβόλησε τον Σκίπη έξω από, τα γραφεία της εφημερίδας «Σκριπ» (όπου εργαζόταν τότε ο Σκίπης), που μεταφέρθηκε στο νοσοκομείο Αρεταίειο σοβαρά τραυματισμένος. Παλαιότερα, ο Κουλουβάτος είχε γράψει έργο με τίτλο «Ξεφάντωμα» και θεώρησε ότι ο Σκίπης με τα «Ξεφαντώματα» είχε στόχο να τον γελοιοποιήσει. Η δίκη του Κουλουβάτου στο Κακουργιοδικείο ήταν μια από τις σημαντικότερες φιλολογικού χαρακτήρα. Έγινε τον Φεβρουάριο του 1915 και ο δράστης αθωώθηκε λόγω ακαταλόγιστου.
Κατά τον Ελληνοϊταλικό πόλεμο του 1940 ο Σωτήρης Σκίπης μαζί με άλλους Έλληνες λογίους προσυπέγραψε την Έκκληση των Ελλήνων Διανοουμένων προς τους Διανοούμενους ολόκληρου του Κόσμου με την οποία αφενός μεν καυτηριάζονταν η κακόβουλη ιταλική επίθεση, αφετέρου δε, διέγειρε την παγκόσμια κοινή γνώμη σε επανάσταση συνειδήσεων για κοινό νέο πνευματικό Μαραθώνα.
Έκκληση των Ελλήνων Διανοουμένων προς τους Διανοουμένους ολόκληρου του Κόσμου
Είναι δύο εβδομάδες τώρα, που ένα τελεσίγραφο μοναδικό στα διπλωματικά χρονικά των Αθηνών για το περιεχόμενον, την ώρα και τον τρόπο που το παρουσίασεν η Ιταλία κάλεσε την Ελλάδα να της παραδώση τα εδάφη της, να αρνηθή την ελευθερία της και να κατασπιλώση την τιμή της. Οι Έλληνες δώσαμε στην ιταμή αυτή αξίωσι της φασιστικής βίας, την απάντησι που επέβαλαν τριών χιλιάδων ετών παραδόσεις, χαραγμένες βαθειά στην ψυχή μας, αλλά και γραμμένες στην τελευταία γωνιά της ιερής γης με το αίμα των μεγαλυτέρων ηρώων της ανθρωπίνης ιστορίας. Και αυτή τη στιγμή κοντά στο ρεύμα του Θυάμιδος και στις χιονισμένες πλαγιές της Πίνδου και των Μακεδονικών βουνών πολεμούμε, τις περισσότερες φορές με τη λόγχη, αποφασισμένοι να νικήσουμε ή να αποθάνουμε μέχρις ενός. Σ' αυτό τον άνισο σκληρότατο αλλά πεισματώδη αγώνα, που κάνει τον λυσσασμένο επιδρομέα να ξεσπάζη κατά των γυναικών, των γερόντων και των παιδιών, να καίη, να σκοτώνη, να ακρωτηριάζη, να διαμελίζη τους πληθυσμούς στις ανοχύρωτες και άμαχες πόλεις μας και στα ειρηνικά χωριά μας, έχουμε το αίσθημα ότι δεν υπερασπιζόμαστε δική μας μόνον υπόθεσι: Ότι αγωνιζόμεθα για την σωτηρία όλων εκείνων των Υψηλών αξιών που αποτελούν τον πνευματικό και ηθικό πολιτισμό, την πολύτιμη παρακαταθήκη που κληροδότησαν στην ανθρωπότητα οι δοξασμένοι πρόγονοι και που σήμερα βλέπουμε να απειλούνται από το κύμα της βαρβαρότητος και της βίας. Ακριβώς αυτό το αίσθημα εμπνέει το θάρρος σε μας τους Έλληνες διανοουμένους, τους ανθρώπους του πνεύματος και της τέχνης, ν' απευθυνθούμε στους αδελφούς μας όλου του Κόσμου για να ζητήσουμε όχι την υλική αλλά την ηθική βοήθειά τους. Ζητούμε την εισφορά των ψυχών, την επανάστασι των συνειδήσεων, το κήρυγμα, την άμεση επίδρασι, παντού όπου είναι δυνατόν, την άγρυπνη παρακολούθησι και την ενέργεια για ένα καινούργιο πνευματικό Μαραθώνα που θα απαλλάξη τα δυναστευόμενα Έθνη από τη φοβέρα της πιο μαύρης σκλαβιάς που γνώρισε ως τώρα ο κόσμος.
Κωστής Παλαμάς, Σπύρος Μελάς, Άγγελος Σικελιανός, Γεώργιος Δροσίνης, Σωτήρης Σκίπης, Δημήτριος Μητρόπουλος, Κ. Δημητριάδης, Νικόλαος Βέης, Κωνσταντίνος Παρθένης, Ιωάννης Γρυπάρης, Γιάννης Βλαχογιάννης, Στράτης Μυριβήλης, Κώστας Ουράνης, Μιλτιάδης Μαλακάσης, Γρηγόριος Ξενόπουλος, Αλέξανδρος Φιλαδελφεύς, Άριστος Καμπάνης.
Δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα «Νέα Ελλάς» της 10ης Νοεμβρίου 1940
Στην κηδεία του Κωστή Παλαμά, την Κυριακή 28 Φεβρουαρίου 1943, ήταν ο δεύτερος μετά τον Άγγελο Σικελιανό που απάγγειλε ποίημα.
Στον Κωστή Παλαμά
Μέσ' από τα κάγκελα τ' αόρατα
της απέραντής μας φυλακής,
μέσα στο κελί το σκοτεινό μας,
δεν εβάσταξες στον πόνο της Φυλής
κι έπεσες σα δρυς
από τα χτυπήματα
κάποιων μαύρων ξυλοκόπων
στο σκοτάδι της νυχτιάς της τραγικής,
δίχως να προσμείνεις την αχτίδα
της καινούργιας Χαραυγής.
Κι έπεσες καθώς από σεισμό
πέφτει μια μαρμάρινη κολόνα
κάποιου πανάρχαιου ναού.
Σα ναός, οπού χτυπιέται
απ' τα βόλια των βαρβάρων.
Σαν τον Παρθενώνα,
ήρωα, ποιητή του Αιώνα.
Μάτια στερεμένα από τις τόσες
συμφορές,
δάκρυα δε θα χύσουνε για Σένα.
Θα σε κλάψουνε μια μέρα
οι ίδιοι αυτοί που μας σκοτώνουν
έναν - ένα,
σαν ξυπνήσουν απ' τη μέθη τους
κι αντικρύσουν τι ερημιές
εσκορπίσανε στο διάβα τους
σ' αναρίθμητες καρδιές.
Φεύγεις, πας για το ταξίδι σου
το Αχερούσιο, το στερνό,
ω πρωτότοκε αδερφέ μας,
όμως κοίτα πώς ξοπίσω σου
οι Έλληνες σε χαιρετάνε.
Ο καθένας ένα στίχο σου
ψέλνοντας μελωδικό,
σε ξεπροβοδάνε
με τα μύρια σου τραγούδια,
που βουίζουν σα μελίσσια
πάνω απ' Απριλιού λουλούδια,
σα να προμηνάνε την Ανάσταση,
ω μεγάλε ραψωδέ μας.
Το 1946 εκλέχτηκε μέλος της Ακαδημίας Αθηνών. Η εκλογή αυτή προκάλεσε ποικίλα σχόλια, δεδομένου ότι αντίπαλοί του ήταν ο Καζαντζάκης και ο Σικελιανός. Συνεργάστηκε με πολλές εφημερίδες και περιοδικά σε θέματα λογοτεχνικά.
Την περίοδο 1904-1906 εξέδιδε μαζί με τον Άριστο Καμπάνη το φιλολογικό περιοδικό «Ακρίτας».
Η Γαλλία τον τίμησε με το παράσημο της Λεγεώνας της Τιμής και με το βραβείο της Γαλλικής Ακαδημίας για την «Ανθολογία» του, γραμμένη στα γαλλικά.
Ανήκε στη Νέα Αθηναϊκή Σχολή. Η ποίησή του ήταν λυρική όσο και δραματική.