Νικηφόρος Βρεττάκος (μη μας σκοτώνετε)

Αρθρογραφία 03 Αυγούστου 2013

Ο Νικηφόρος Βρεττάκος γεννήθηκε στις Κροκεές Λακωνίας την 1η Ιανουαρίου 1912. Έζησε τα παιδικά του χρόνια στο πατρικό του κτήμα στην Πλούμιτσα, κοντά στον Ταΰγετο και τα μαθητικά του στις Κροκεές και το Γύθειο, από το Γυμνάσιο του οποίου αποφοίτησε.
Νέος εγκαταστάθηκε στην Αθήνα για σπουδές που δεν πραγματοποίησε- και άσκησε διάφορα επαγγέλματα ως ιδιωτικός υπάλληλος (1930-1938) και έπειτα ως δημόσιος υπάλληλος (1938-1947) και ως φιλολογικός συντάκτης περιοδικών και εφημερίδων.
Πήρε μέρος στον Ελληνοϊταλικό πόλεμο του 1940-41 και ύστερα στην Εθνική Αντίσταση από τις γραμμές του ΕΑΜ.
Το 1954 εξελέγη δημοτικός σύμβουλος στον Πειραιά. Την περίοδο της δικτατορίας (1967-74) έζησε αυτοεξόριστος σε χώρες της Ευρώπης.
Ο Νικηφόρος Βρεττάκος είναι ενας σημαντικός σύγχρονος Έλληνας ποιητής, που διακρίνεται για τον βαθύτατο ανθρωπισμό της ποίησής του και την ιδιομορφία των εμπνεύσεών του. Ποιήματά του μεταφράστηκαν σε πολλές γλώσσες. Υπήρξε μέλος της Εταιρίας Ελλήνων Λογοτεχνών. Πήρε μέρος σε πολλά ποιητικά συνέδρια και φεστιβάλ στο Λονδίνο, στην Αχρίδα της τότε Γιουγκοσλαβίας κ.α. Τιμήθηκε με δύο Πρώτα Κρατικά Βραβεία (1940 και 1956), το Βραβείο Εθνικής Αντίστασης (1945), το Βραβείο της Ακαδημίας Αθηνών (1976), με το βραβείο Ουράνη κ.ά. Το 1980 πραγματοποίησε τα αποκαλυπτήρια του μνημείου του «αγνώστου ναυτικού» στο λιμάνι του Γυθείου.
Το 1987 εξελέγη μέλος της Ακαδημίας Αθηνών. Ήταν κάτοικος Αθηνών (οδός Φιλολάου) και ομιλούσε Γαλλικά και Ιταλικά.
Ο Νικηφόρος Βρεττάκος απεβίωσε στις 4 Αυγούστου του 1991. Ο Δήμος Αθηναίων απονέμει ένα λογοτεχνικό βραβείο στη μνήμη του. Το Αρχείο του έχει δωρηθεί και σώζεται στη Δημόσια Κεντρική Βιβλιοθήκη Σπάρτης.
Το 2012 κυκλοφόρησε η Ανθολογία ποίησης και πεζού λόγου ,αφιέρωμα στα 100 χρόνια του Νικηφόρου Βρεττάκου με κείμενα από διακεκριμένους ποιητές και λογοτέχνες. Tην ανθολογία προλόγισε ο ιστορικός τέχνης Λεόντιος Πετμεζάς.


Μην αγγίζετε!

Αφήστε αυτόν τον όμορφο κόσμο να διαιωνίζεται
ανακυκλώνοντας το αύριο μας στις πηγές του όπως
τον καιρό που γεννήθηκα ως να αναδύεται,
κάθε πρωί, για πρώτη φορά, μες
από τις ρόδινες γάζες της γέννας του.
Σβήστε στον ήλιο την κακή φωτιά.
Μη μας σκοτώνετε!

Προβλήθηκε 1588 φορές