του Αλέξανδρου Οικονομίδη.
Άλλος ένας Αύγουστος μπήκε στη ζωή μας και πληθαίνουν οι χαζοχαρούμενες φωνές «ον πρόζακ» που μας παροτρύνουν να διασκεδάσουμε, να ξεχάσουμε την κρίση και να το ρίξουμε έξω.
Είναι οι ίδιοι που ενώ απολαμβάνουν τα οφέλη του συστήματος, την ίδια στιγμή ζητούν να «πάει μπροστά η χώρα» και να απαλειφθούν οι παθογένειες του συστήματος που μας έφερε ως εδώ?
Αυτοί λοιπόν πουλάνε φιλελευθερισμό και ζητούν νοικοκύρεμα και την ίδια στιγμή απολαμβάνουν τις διακοπούλες τους σε κάποιο ή κάποια ελληνικά νησιά, ξεκουράζονται στα πεντάστερα ξενοδοχεία και «φορτίζουν τις μπαταρίες» για τη δύσκολη χρονιά που έρχεται.
Και έχουμε την άλλη πλευρά? τα πλήθη των ανέργων που παραμένουν στις μεγαλουπόλεις και ψήνονται, αποχαυνώνονται μπροστά σε έναν υπολογιστή ή στο χαζοκούτι. Εκείνοι οι άνθρωποι που δεν έχουν να δώσουν ούτε τα λεφτά για βενζίνη προκειμένου να αποδράσουν σε κάποια παραλία.
Ας αφήσουμε τις θεωρίες και ας πιάσουμε λίγο το λαϊκισμό? (σύμφωνα με τους νεοφιλελέδες που όλοι αγαπάμε).
Ένα μπανάκι στην Αθήνα κοστίζει για μια τετραμελή οικογένεια το λιγότερο 16 Ευρώ: 4 Ευρώ η είσοδος το κεφάλι (στη Βουλιαγμένη). Και αν θες να γλιτώσεις είσοδο τα πληρώνεις σε βενζίνη, γιατί για να βρεις ελεύθερη παραλία στην Αττική πρέπει να κάνεις το λιγότερο 30-40 χιλιόμετρα μέσα στο λιοπύρι και με την συνοδεία κάποιου σκυλοτσιφτετελάδικου σταθμού.
Έχουμε λοιπόν μια χωρισμένη στα δύο Ελλάδα. Από τη μία εκείνοι για τους οποίους ελάχιστα έχουν αλλάξει στην Ελλάδα της κρίσης. Το ξενοδοχείο είναι στη θέση τους και τους περιμένει, όπως και το μαρτίνι στο μπαρ. Απολαμβάνουν την νεύρωση των αυγουστιάτικων διακοπών όπως πέρσι και πρόπερσι. Συνεχίζουν να απολαμβάνουν τα οφέλη ενός συστήματος, το οποίο κατακρίνουν από τη μία, αλλά από την άλλη δεν θέλουν με τίποτα να πέσει. Γιατί θα τους τσακίσει?
Η άλλη Ελλάδα είναι η Ελλάδα εκείνων που δεν έχει χρήματα ούτε για τα απαραίτητα. Που μετράει ένα-ένα τα Ευρώ για να πληρώσει λογαριασμούς, υποχρεώσεις και σουπερ-μάρκετ. Μία Ελλάδα που δεν θα είναι ποτέ ξανά η ίδια.
Έχουμε πόλεμο, πάρτε το χαμπάρι. Εμείς και απέναντί μας εσείς. Να τις χαίρεστε τις διακοπές σας και τα κινητά σας και τα I-Phone, I-Pad, I-σιχτίρ σας. Δίπλα σας υποφέρουν συμπολίτες σας και εσείς χαζογελάτε και πουλάτε «θετική ενέργεια» και «αισιοδοξία» σας να μην τρέχει κάστανο. Στην Ελλάδα του σήμερα η αισιοδοξία φαντάζει σαν κακόγουστο αστείο?
Εγώ πάντως δεν έχω να χάσω τίποτα .