της Νάντιας Βαλαβάνη
Τι εκπαίδευση χρειάζεται μια υπό κατάρρευση χώρα;
Εξαρτάται.
Απ? το αν θεωρείς «μονόδρομο» τη σημερινή πορεία μιας ελεγχόμενης από τους δανειστές χρεωκοπίας ? ελεγχόμενης με τρόπο ώστε να διασφαλίσουν ότι ανεξάρτητα απ? το κόστος για εργαζόμενους και χώρα, θ? αποπληρωθεί όσο γίνεται μεγαλύτερο μέρος ενός μη βιώσιμου χρέους.
Είτε, αντίθετα, ότι η χώρα βρισκόταν σε σταυροδρόμι:
Μπορούσε ν? ακολουθήσει το γνωστό «μονόδρομο» της εσωτερικής υποτίμησης, που επέλεξε για μας η ελληνική και ευρωπαϊκή πολιτικοοικονομική ελίτ. Ο οποίος, κόντρα στις κάθε λογής success stories, καταλήγει σε ασφυξία γενιών της εργαζόμενης πλειοψηφίας της κοινωνίας και ουσιαστική «κατάσχεση», υπέρ του ειδικού λογαριασμού πληρωμής του χρέους στην Τράπεζα της Ελλάδος, της δημόσιας περιουσίας.
Ή μπορούσε ν? ακολουθήσει, ήδη από το 2010, έναν άλλο από τους δρόμους που ανοίγονταν, όμως όσοι από μεριάς της Αριστεράς επιχειρούσαν να τον αναδείξουν στη δημόσια συζήτηση χαρακτηρίζονταν, στην καλύτερη περίπτωση, «γραφικοί». Τριπλής συνέργειας: Δραστικής διαγραφής του χρέους με χρήση και του ελληνικού δίκαιου του τότε ομολογιακού χρέους, η οποία ? σύμφωνα και με την πρόσφατη έκθεση του ΔΝΤ αξιολόγησης των πρώτων τριών χρόνων με Μνημόνια ? δε θα οδηγούσε καν σε ανάγκη ανακεφαλαιοποίησης των ελληνικών τραπεζών, που έβγαιναν μέσα από μια περίοδο μεγάλης κερδοφορίας με ψηλό κεφαλαιακό δείκτη. Μέτρων άμεσης ανακούφισης των ευρύτατα φτωχοποιημένων στρωμάτων της ελληνικής κοινωνίας με ανακοπή του «σπιράλ προς τα κάτω» ύφεσης και συνεπακόλουθης θηριώδους ανεργίας λόγω καταστροφικού περιορισμού της εσωτερικής ζήτησης ? Ένα πρόβλημα, που κάνει ακόμα πιο περίπλοκο σήμερα η διάλυση, ποσοτικά και λειτουργικά, ενός δημόσιου τομέα σε τριτοκοσμική τροχιά, σύμφωνα και με οποιαδήποτε απ? τις τρείς εκδοχές-στόχους, για 450.000, 400.000 ή 360.000 δημοσίους υπαλλήλους όλους-όλους, που ορίζει η έκθεση αξιολόγησης Ιουλίου 2013 της ΕΕ.- Παραγωγικής, και όχι μόνο, ανασυγκρότησης με βάση ένα εθνικό σχέδιο «φιλικό» στο περιβάλλον και τον εργαζόμενο άνθρωπο, με μοχλό ένα ριζικά ανασυγκροτημένο και αναπροσανατολισμένο δημόσιο τομέα και τις επενδύσεις του, για να γίνει δυνατή η δημιουργία θέσεων εργασίας στην οικονομία μέσα στην επόμενη δεκαετία, σε αριθμούς επαρκείς ώστε να μην υπάρξουν «χαμένες γενιές».
-Μια Ελλάδα με τη σημερινή πολιτική-«μονόδρομο», πρακτικά δε χρειάζεται παρά το πιο στοιχειώδες δίκτυο δημόσιας εκπαίδευσης: Όσοι έχουν λεφτά θα μπορούν να συνεχίσουν να στέλνουν τα παιδιά τους στα καλά ιδιωτικά σχολεία και στο εξωτερικό. Οι υπόλοιποι έτσι κι αλλιώς «περισσεύουν»: «Η πιο μορφωμένη γενιά» στην ελληνική ιστορία, που σήμερα μεταναστεύει μαζικά στο πλαίσιο του μεγαλύτερου brain drain στην ιστορία της χώρας. «Περισσεύουν» όμως ακόμα και οι απόφοιτοι των Σχολών Μαθητείας του ΟΑΕΔ, καθώς οι καλύτεροι απ? αυτούς φεύγουν για τη Γερμανία με βάση τις συμφωνίες που υπέγραψε ο κ. Φούχτελ με τις κατά τόπους διοικήσεις του ΟΑΕΔ: Για την εξυπηρέτηση των αναγκών μιας οικονομίας που αποεπένδυσε στην παιδεία τις τελευταίες δεκαετίες και τώρα καλύπτει τα κενά της εισάγοντας «έτοιμο» ειδικευμένο εργατικό δυναμικό απ? τις χώρες του Νότου. Φυσικά, σε μια τέτοια περίπτωση, οι πρώτοι σε «πλεονάζον προσωπικό» είναι οι εκπαιδευτικοί και το κάθε είδους προσωπικό υποστήριξης της εκπαιδευτικής διαδικασίας σε όλες τις βαθμίδες της εκπαίδευσης.
- Αν η στόχευση είναι, αντίθετα, η χώρα να σηκωθεί όρθια στηριγμένη στις δυνάμεις του λαού της, οι ανάγκες δεν είναι για εργαζόμενους με μεροκάματα κι εκπαίδευση Μπαγκλαντές. Σε μια ανασυγκροτημένη κοινωνία και οικονομία, που στηρίζεται στην καινοτομία και στα συγκριτικά πλεονεκτήματα της χώρας, κανένας δεν «περισσεύει»: Σ? αυτή την περίπτωση, χρειάζεται ποιοτικά αναβαθμισμένη δημόσια και πραγματικά δωρεάν 12χρονη υποχρεωτική εκπαίδευση συν δύο προσχολικά έτη, που θα στηρίζεται με αποφασιστικό τρόπο στην πρωτόβουλη δράση καθηγητών-μαθητών-γονιών. Χρειαζόμαστε ολοήμερο ? με φαγητό, τέχνες, γυμναστική και ενισχυτική διδασκαλία στο πλαίσιο του ? δημοτικό και γυμνάσιο. Χρειαζόμαστε ένα ενιαίο σχολείο θεωρίας και πράξης, αποσυνδεμένο απ? την εισαγωγή στην τριτοβάθμια εκπαίδευση.
Και προπαντός, όπως έδειξε και η πρόσφατη ιστορία, αν προϋπόθεση για ανάσχεση της νεοναζιστικής βαρβαρότητας αποτελεί το δίπτυχο «απαλλαγή απ? τα βαλτονέρια των μνημονιακών πολιτικών, που τη γεννούν ξανά και ξανά / τερματισμός της ατιμωρησίας», αυτό δεν αρκεί. Χρειάζεται επίσης γνώση της ιστορίας του «δημόσιου παρελθόντος των καιρών μας», η απελευθερωτική επαφή με την τέχνη και η πρακτική διάδοση αξιών, όπως είναι η συλλογικότητα, η κριτική σκέψη, η πρωτόβουλη δράση, η αλληλεγγύη: «Προαπαιτούμενα» μιας εκπαίδευσης με στόχο αναστροφή της πορείας σε μια υπό κατάρρευση χώρα.
* Συγγραφέας, Οικονομολόγος, Βουλευτής Β΄ Αθήνας με τον ΣΥΡΙΖΑ