Θύμωσε η ιστορικός, η κα Ρεπούση, γιατί τα παιδάκια , λέει, μόλις μπαίνουν στο σχολείο, μολύνονται βλέποντας τις εικόνες των ηρώων του 1821, του Γέρου του Μωριά, του Νικηταρά, του Καραισκάκη, κ.α.
Τρεις ημέρες και τρεις νύχτες ο ουρανός είχε βαφτεί κόκκινος. Μέχρι τον Μπουρνόβα έφτανε εκείνο το τρομερό βουητό της φωτιάς, ο καπνός της που μύριζε θάνατο? Για τρεις ημέρες θαρρούσαμε πως δεν υπήρχε νύχτα? Διάφορες ειδήσεις έφταναν ως εμάς? Ότι η προκυμαία είχε γίνει στάχτη, ότι από τον Φραγκομαχαλά δεν είχε απομείνει τίποτα, ως και η θάλασσα καιγόταν λέγανε? Είχαν καεί και οι ξένες προσβείες, και οι κινηματογράφοι, και τα θέατρα? κι οι τράπεζες, τα εμπορικά κέντρα, τα λουτρά? οι λέσχες των ξένων, τα κέντρα διασκέδασής τους? Τα περίφημα κτίρια, όλα, όλα, είχανε γίνει στάχτη.