«Τα πρώτα εξήντα χρόνια είναι δύσκολα. Μετά συνηθίζεις».
Έτσι ξεκινά το νέο βιβλίο της Έλενας Ακρίτα και η ανάγνωσή του είναι μια ανάσα μέσα στη βαρβαρότητα που ζούμε. Υπόψη: Δεν είναι ένα ευχάριστο ανάγνωσμα που απ’ τις σελίδες του ξεπηδούν ηλιαχτίδες και ουράνια τόξα. Είναι όμως μια ρεαλιστική αφήγηση για το πού βρίσκεται διαχρονικά η ελληνική κοινωνία και ανοίγει συζήτηση για το πού μπορεί να φτάσει. Είναι όλα μαύρα; Ε, όχι κι όλα, αλλά πολλά. Θα μείνουν για πάντα μαύρα; Ε, όχι∙ στο χέρι μας είναι!
Το βιβλίο μιλάει για όλα εκείνα τα λαμπερά φώτα που λούζουν τους –υποτίθεται– διάσημους και οι υπόλοιποι φαντάζονται πως για αυτούς η ζωή είναι μόνο ένας δρόμος στρωμένος με ροδοπέταλα, ανεξαρτήτως εποχής και συνθηκών.
Όπως λέει η ίδια η Ακρίτα: «Δεν ξέρω αν κρατάτε στα χέρια σας ένα καλό ή ένα κακό βιβλίο. Ξέρω μονάχα πως αυτή η εξομολόγηση είναι ό,τι πιο γενναίο έχω κάνει στην ασήμαντη ζωή μου».
Πώς είναι να ζεις ως ορφανό παιδί επί Χούντας με τη μητέρα σου να συλλαμβάνεται ως ηγετικό στέλεχος του Πατριωτικού Μετώπου – μιας αντιστασιακής ομάδας που έδρασε επί δικτατορίας; Τη σύλληψη ακολούθησε η καταδίκη στο στρατοδικείο, δεκαετής φυλάκιση και από πάνω διοικητές της αστυνομίας να απειλούν ένα μικρό κορίτσι ότι η ζωή του εξαρτάται από εσένα αν το πείσεις να μιλήσει.
Είχε εννοείται και λαμπερές στιγμές αυτή η ζωή. Και πάρτι, και εκπομπές, και τηλεόραση και παράνομους έρωτες και γάμους. Και την καλύτερη στιγμή της ζωής, ένα παιδί. Αλλά είχε και μια χρόνια κατάθλιψη, που κανονικά δεν θα έπρεπε να σου συμβεί, γιατί έτσι ήταν εκείνα τα χρόνια. Οι άνθρωποι δεν κλαίνε, δεν στενοχωριούνται, δεν αδυνατούν να σηκωθούν από το κρεβάτι. Δεν μιλάνε για αυτό, το κρύβουν.
Και αφού μετά από χρόνια αποκαλύψεις τη χρόνια ασθένεια –γιατί ασθένεια είναι– που σε κατακλύζει, θα βρεθείς σε άρθρα με clickbait τίτλους και κίτρινες φυλλάδες. Οπότε αν δεν τους αρέσεις… θα χαρακτηριστείς ό,τι κι αν κάνεις σε αυτή τη ζωή. Μέχρι που θα σε απολύσουν κιόλας αν δεν βαδίζεις στις γραμμές τους.
Το νέο βιβλίο της Έλενας Ακρίτα Μαμά, κοίτα, χωρίς χέρια είναι ένα πρωτοπρόσωπο αυτοβιογραφικό «σχεδόν μυθιστόρημα», στο οποίο η Έλενα δεν φοβάται να αποκαλύψει πτυχές της ζωής της με φόντο την ιστορία της σύγχρονης Ελλάδας, από τα χρόνια της δικτατορίας μέχρι και σήμερα.
Και κάπου μέσα στις σελίδες του θα ταυτιστείς. Γιατί τα αισθήματα που βιώνουν οι άνθρωποι σε κάθε συνθήκη είναι ίδια για όλους. Η απώλεια, ο πόνος, ο έρωτας, η χαρά, ο εθισμός, η κατάθλιψη, οι λυκοφιλίες, τα πάνω και τα κάτω. Είναι μια άκρως διεισδυτική ματιά στην ψυχή και ταυτόχρονα ένα εφαλτήριο για να βοηθηθούν όσοι αντιμετωπίζουν προβλήματα και να σπάσουν τη βιτρίνα της πλασματικής ευτυχίας, που η κοινωνία απαιτεί να επιδεικνύεις.
Αν είσαι από αυτούς που λένε «Έλα μωρέ, γιατί δεν είσαι καλά; Μη στεναχωριέσαι! Να χαμογελάς κάθε πρωί!» κ.λπ., τότε ίσως αυτό το βιβλίο και οι προβληματισμοί του να μην είναι για σένα.
Με τη γνώριμη γραφή των Τάπερ της Αλίκης, η Ακρίτα θίγει διαχρονικά κοινωνικά ζητήματα που λίγοι τολμούν να πιάσουν σε τέτοιο βάθος. Ποια ήταν η θέση της γυναίκας τότε και ποια είναι σήμερα; Γιατί στιγματίζονται πανεύκολα όσοι έστω αφήνουν υπόνοια ότι έχουν κάποιο θέμα με την ψυχική τους υγεία; Ποια είναι τα όρια μιας κοινωνίας πριν αρχίσουν να σπάνε οι συνεκτικοί δεσμοί της;
Γράφει η συγγραφέας στο οπισθόφυλλο: «Με γρατζουνισμένα γόνατα πορεύτηκα, μεγάλωσα, πένθησα τους αγαπημένους μου, ερωτεύτηκα, γέλασα πολύ, αγάπησα πολύ, δούλεψα σκληρά, πάλεψα χρόνια ολόκληρα με τους δαίμονές μου. Ή θα τα πω όλα ή τίποτα – αποφάσισα. Όσα έκρυψα, όσα φοβήθηκα, για όσα ντράπηκα, θα τα εξομολογηθώ όλα».
Θα βρείτε το Μαμά κοίτα, χωρίς χέρια σε όλα τα βιβλιοπωλεία από τις Εκδόσεις Διόπτρα.