Γι' αυτήν που όλοι απεχθάνονται... (Αλέξανδρος Αρδαβάνης)

Αρθρογραφία 23 Ιουλίου 2020

Αλέξανδρος Αρδαβάνης 
 
Η κατάκοιτη μεσήλικη φωνάζει τον γιατρό που βγαίνει από τον τετράκλινο θάλαμο. 
 
Θέλει, λέει, να του πει κάτι ακόμη, να της δώσει λίγο χρόνο να συζητήσουν με ατζέντα αόριστη -όπως όλο το τελευταίο διάστημα. 
 
Ο γιατρός δε γύρισε πίσω. 
 
Είχε αφιερώσει ήδη πολύ χρόνο στη διαπραγμάτευση με τη συγκεκριμένη άρρωστη και οι υπόλοιποι ασθενείς περίμεναν τη σειρά τους με αγωνία -έτσι το πρόσχημα, ίσως απέχθεια η αλήθεια.
 
Η περιτελεύτια άρρωστη τελεί σε ήπια φυλάκιση• είναι τα χαμηλά κάγκελα ένθεν κακείθεν των κλινών που επωάζουν το τάχα ασφαλές πέρασμα στον διάδρομο απογείωσης των βαρέως πασχόντων προς το επέκεινα. 
 
Αποπνέει δυσοσμία, επειδή αρνείται τη νοσηλευτική φροντίδα ή έτσι κι αλλιώς θα μύριζε· σε κάποιους, η σήψη έχει αρχίσει πολύ νωρίτερα από την παύση αναπνοής και κυκλοφορίας -"καθένας πεθαίνει απών". 
 
Έχει κάτι που απωθεί όλους, ακόμα και τους οικείους της. 
 
Φοβάται, λέει, σέρνοντας τη στεγνωμένη γλώσσα στο σάπιο στόμα, πως κάποιος θα έρθει να την πνίξει. 
 
Είναι σε διωκτικό παραλήρημα.  Ή μήπως κάτι διαισθάνεται που διαφεύγει όλων; 
 
Γι' αυτήν θέλω, γι' αυτήν πρέπει να μιλήσω. 
 
Αυτήν που όλοι απεχθάνονται. 
 
Σκέφτομαι: ο άνθρωπος φυλακισμένος από τον τρόμο του στο σκοτάδι της παράκρουσης.
 
Απλώνει το χέρι.  Ζητά ένα άλλο χέρι. Εισπράττει πλήγματα αλοπεριδόλης και μορφίνης. Ένα χέρι βοήθειας κι αυτά. 
 
Βυθίζουν στη σιωπή τον άνθρωπο.  Ήταν διεγερτικός, λέμε, και ησύχασε από την αγωνία. 
 
Σε ποιο σκοτεινό ωκεανό πάλεψε τις ώρες της καταστολής, με ποια τέρατα ήρθε καταπρόσωπο, δε μαθαίνουμε ποτέ.
 
Δε γύρισε ο γιατρός να την ακούσει.  Έδωσε εντολή καταστολής. 
 
Ας τον κυνηγούσε όλη την υπόλοιπη μέρα, σαν Αληκτώ, η ξεπνοϊσμένη φωνή της ανήμπορης  ...θέλω να μιλήσουμε, δε μου δίνεις σημασία! 
 
Η Βία της Ιατρικής, η Ανελέητη Βία κάθε Εξουσίας.
 
Δε στράφηκε ο πολυάσχολος γιατρός. 
 
Σκέφτηκε ίσως τους στίχους του εναγώνιου Μανόλη από άλλες σκέψεις κινημένου: "Δεν πιάνω το χέρι σου / Δεν θα κλέψεις το σχήμα του δικού μου". 
 
Έτσι ποδοπατά η Πράξη. 

Πηγή 

Προβλήθηκε 603 φορές