12 Ιούλη 1944 :Το μπλόκο της Ανδραβίδας
Θα προσπαθήσω να δώσω μια μικρή εικόνα των γεγονότων της εποχής, όπως προκύπτει από τις διηγήσεις αυτοπτών και αυτήκοων μαρτύρων.
Το καλοκαίρι του 1944, ο πόλεμος είχε πάρει το δρόμο προς το τέλος του. Φαινόταν καθαρό πως ναζιστική Γερμανία είχε χάσει οριστικά το παιχνίδι. Στην πατρίδα μας ο ΕΛΑΣ, είχε περάσει στην αντεπίθεση περιορίζοντας τους Γερμανούς στα αστικά κέντρα και απελευθερώνοντας το 80% του ελληνικού εδάφους.
Στην Πελοπόννησο, οι Γερμανοί είχαν κλειστεί στις πόλεις και στην ύπαιθρο κυριαρχούσε ο ΕΛΑΣ. Οι αντάρτες του 12ου συντάγματος ΕΛΑΣ έφταναν μέχρι, τα "κράσπεδα" της Ανδραβίδας, το Τραγανό και τον Αη – Γιώργη. Το 3ο Τάγμα του 12ου συντάγματος είχε απλωθεί σε όλο το χώρο της βόρειας και ημιορεινής Ηλείας στήνοντας ενέδρες και παρενοχλώντας τους Γερμανούς κατακτητές.
Οι αντιστασιακές οργανώσεις ΕΑΜ-ΕΠΟΝ εφεδρικού ΕΛΑΣ και της Εθνικής Αλληλεγγύης είχαν αγκαλιάσει τα χωριά του κάμπου.
Στην Ανδραβίδα, από τον χειμώνα του 1941, με πρωτοβουλία της ΚΟΒ του Κομμουνιστικού Κόμματος της Ελλάδας (ΚΚΕ) ιδρύθηκαν τα λαϊκά συσσίτια. Ψυχή στην υπόθεση αυτή ήταν ο μπάρμπα – Νιόνιος Γιαννακούλιας, στέλεχος του ΚΚΕ. Με την βοήθεια των Ανδραβιδαίων, πλούσιων και φτωχών, έγινε δυνατό να λειτουργήσουν για αρκετό διάστημα τα συσσίτια, και να συντηρηθούν τα παιδάκια, οι γέροι και όλοι όσοι είχαν ανάγκη βοήθειας και ακόμα να βοηθήσουν τα πιο φτωχά χωριά.
Στην οργάνωση του ΕΑΜ μπήκε η πλειοψηφία των κατοίκων του χωριού και πήρε μέρος στον εθνικοαπελευθερωτικό αγώνα, ιδιαίτερα η ΕΠΟΝ, που αγκάλιασε το σύνολο της νεολαίας, την καθοδήγησε, την μόρφωσε, της έδωσε τη δυνατότητα για πολιτιστική δημιουργία, για γνώση και προκοπή.
Το Μπλόκο
Στις 12 Ιούλη του 1944, οι Γερμανοί και οι ντόπιοι ταγματασφαλίτες έκαναν μπλόκο με στόχο να εξοντώσουν το αντιστασιακό κίνημα της Ανδραβίδας. Έζωσαν νύχτα ακόμα το χωριό, έκλεισαν όλες τις εξόδους και άρχισαν (Γερμανοί και ταγματασφαλίτες συνεργάτες τους) να κάνουν συλλήψεις.
Χτυπούσαν τις πόρτες, έβριζαν, κλωτσούσαν, έπαιρναν σέρνοντας τους κατοίκους, νέους, γέρους, γριές, παιδιά, άνδρες και τους οδηγούσαν στην εκκλησία των Ταξιαρχών. Άλλοι ταγματασφαλίτες είχαν αφοσιωθεί στο πλιάτσικο και έγδυναν κυριολεκτικά τα σπίτια, αφαιρώντας κάθε πολύτιμο αντικείμενο.
Μια ξεχωριστή ομάδα ταγματασφαλιτών, με επικεφαλής ενα ντόπιο συνεργάτης των Γερμανών πήγε κατευθείαν στο κτήμα του Νιόνιου Γαννακούλια. Ο μπάρμπα – Νιόνιος εκείνη την ώρα έκοβε καπνό και ήταν έτοιμος να φύγει για να συναντήσει το σύνδεσμο που τον περίμενε στη σταφίδα του Κονταλή, για να τον οδηγήσει στην έδρα του 3ου τάγματος του ΕΛΑΣ και τον αντιστασιακών οργανώσεων της περιοχής, να αναλάβει την καθοδήγηση του τάγματος.
Η ώρα πλησίαζε 4.30 τα ξημερώματα.
Οι ταγματασφαλίτες, σαν ντόπιοι που ήταν κατευθύνθηκαν στο πίσω μέρος του σπιτιού χωρίς να χτυπήσουν από μπρος, και χωρίς να γίνουν αντιληπτοί.
«Νιόνιο», είπε ο ταγματασφαλίτης , «έλα μαζί μας, δεν σε θέλουμε τίποτα σοβαρό».
Ο μπάρμπα Νιόνιος σηκώθηκε ήρεμος, ατάραχος, φώναξε τη γυναίκα του και παίρνοντας τον μικρό γιο του στην αγκαλιά ξεκίνησε περικυκλωμένος από τους προδότες για την εκκλησία των Ταξιαρχών. Εκεί αρχίζουν, σιγά – σιγά, να μαζεύουν όλο το χωριό που κλαίγοντας και φωνάζοντας σαν αλαφιασμένο κοπάδι που οσμίζεται το κακό, προσπαθούσε να ξεφύγει από τους ταγματασφαλίτες.
Οι ώρες περνούσαν αργά. Οι Γερμανοί αξιωματικοί, μαζί με ντόπιο συνεργάτη τους επικεφαλής των ταγματασφαλιτών, παρακολουθούσαν το μάζεμα των κατοίκων, έδιναν οδηγίες, φώναζαν να κάνουν πιο γρήγορα.
Έπρεπε να τελειώνουν το φοβερό τους έργο όσο ήταν καιρός γιατί φοβούνταν τον εκδικητή ΕΛΑΣ. Αν και βρίσκονταν καταμεσής στον κάμπο, διέθεταν τεράστιες δυνάμεις (πολυβόλα αυτοκίνητα) και είχαν δίπλα τους στρατιωτικές γερμανικές βάσεις των Λεχαινών και της Γαστούνης.
Γύρω στις 10 το πρωί είχαν τελειώσει το μάζεμα Ανδραβιδαίων. Ο ήλιος είχε ανέβει ψηλά και έκαιγε δυνατά κάνοντας πιο δύσκολο το μαρτύριο του συγκεντρωμένου κόσμου.
Οι τσολιάδες παρατάχθηκαν με τα πολυβόλα μπροστά στο σπίτι του παπά Σωτήρη και έστρεψαν τις κάνες τους πάνω στον κόσμο, με διαταγή των Γερμανών άρχισε η διαδικασία της υπόδειξης των Ανδραβιδαίων που έπρεπε να πληρώσουν με τη ζωή τους, γιατί στάθηκαν πατριώτες, όταν κάποιοι άλλοι, ελάχιστοι ευτυχώς, έγιναν εφιάλτες.
Ο επικεφαλής των ταγματασφαλιτών, αρχίζει να προχωρά μέσα στο πλήθος και να διαλέγει τα θύματά του. Πρώτα στάθηκε στον μπάρμπα – Νιόνιο που στεκόταν ήρεμος, με μια γαλήνια έκφραση στο πρόσωπό του, με το κεφάλι ψηλά, κοιτάζοντας στα μάτια τον προδότη.
«Αυτόν», φώναξε.
Οι Γερμανοί έπιασαν τον μπάρμπα Νιόνιο και τον ξεχώρισαν από τους άλλους. Έπειτα ο προδότης υπέδειξε τον ΕΠΟΝίτη Τάκη Συνοδινό και τον πατριώτη Παναγιώτη Μπάτικα. Δεν μπόρεσαν να συλλάβουν τα πλέον δραστήρια στελέχη της ΕΠΟΝ Ντίνο Βαρβαρέσο και Δημήτρη Καπετανόπουλο, από τα πρώτα ονόματα που είχε η κατάσταση των συλλήψεων. Ο πρώτος μπόρεσε να κρυφτεί σε σπίτι στα Καψαλαίκα και ο δεύτερος βρέθηκε εκτός του κλοιού του μπλόκου στο Μπράτι, στο αλώνι του Ζαχαρόπουλου
Με τον ίδιο τρόπο οι Γερμανοί πήραν και τους άλλους δυο και τους έβαλαν ξεχωριστά. Η ώρα είχε φτάσει 10.30 το πρωί.
Ο αρχιταγματασφαλίτης γύρισε στους Γερμανούς αξιωματικούς, συνεννοήθηκε και έπειτα έδωσε την εντολή να ξεκινήσουν οι ταγματασφαλίτες μαζί με τους τρεις: Νιόνιο Γαννακούλια, μέλος του Αχτιδικού Γραφείου Κάμπου του ΚΚΕ, από τα ιδρυτικά μέλη του ΕΑΜ, Τάκη Συνοδινό, ΕΠΟΝίτη, από τους πιο δραστήριους, Παναγιώτη Μπάτικα, τίμιο πατριώτη, για το νεκροταφείο της Αγίας Παρασκευής.
Ο μπάρμπα Νιόνιος έδωσε τον τρίχρονο γιο του, Κώστα, στη γυναίκα του και της είπε: «Κουράγιο Σπυριδούλα, μη φοβάσαι, να προσέχεις τα παιδιά».
Με τα χέρια δεμένα πίσω, οι πατριώτες βαδίζουν το δρόμο της θυσίας και τιμής, περνώντας στην ΑΘΑΝΑΣΙΑ.
Οι ταγματασφαλίτες τους χτυπούν να τους σπάσουν το ηθικό.
Η ώρα φτάνει 10.45 το πρωί.
Η φάλαγγα φτάνει στο νεκροταφείο, οι τρεις πατριώτες οδηγούνται από την πόρτα της Αγίας Παρασκευής, ακριβώς στην είσοδο.
Οι Γερμανοί πήραν θέση εκεί που σήμερα είναι η βενζίνη, ενώ το εκτελεστικό απόσπασμα πήρε θέση λίγα μέτρα πιο μακριά από την πόρτα, στη δεξιά άκρη του δρόμου που πάει στα Λεχαινά.
Οι τρεις μελλοθάνατοι πατριώτες δεν έχασαν την ψυχραιμία τους. Έσπασαν ό,τι πολύτιμο είχαν επάνω τους (ρολόγια, κλπ), έσκισαν τα πουκάμισά τους και τα ρούχα τους για να μη τα πλιατσικολογήσουν οι προδότες και στάθηκαν με το κεφάλι ψηλά, σίγουροι ότι έκαναν σωστά το στερνό τους χρέος σαν ΕΛΛΗΝΕΣ γνήσιοι απόγονοι των αγωνιστών του 1821.
Οι πρόγονοί μας, τότε, πολέμησαν τους Τούρκους, τους Αιγύπτιους και τους ντόπιους συνεργάτες τους, Νενέκηδες, τώρα τούτοι εδώ πολέμησαν αντρίκεια τους Ιταλούς, Γερμανούς, Βούλγαρους και τους προδότες ταγματασφαλίτες συνεργάτες τους.
Ώρα 11 το πρωί.
Τα γερμανικά όπλα που κρατούσαν οι ταγματασφαλίτες υψώθηκαν στο «επί σκοπόν», που διέταξε ο αρχιταγματασφαλίτης. Οι πατριώτες φώναξαν: «Ζήτω το ΕΑΜ! Ζήτω η ΕΛΛΑΔΑ! Ζήτω το ΚΚΕ!!».
Το «πυρ» ακούστηκε και οι κάνες ξέρασαν το θάνατο στα στήθια των ηρώων της Εθνικής Αντίστασης: Νιόνιου Γαννακούλια, Τάκη Συνοδινού, Παναγιώτη Μπάτικα, που πέφτουν πλημμυρισμένοι στο αίμα.
Ο Τάκης Συναδινός, όμως, γερό παλικάρι, δεν έχει πεθάνει. Αν και βαριά τραυματισμένος καταφέρνει να ανασηκωθεί, ακουμπώντας στην πόρτα του νεκροταφείου και με όση δύναμη είχε απομείνει φώναξε: «Τρέμετε προδότες, ο ΕΛΑΣ θα εκδικηθεί το θάνατό μας και τότε αλίμονό σας».
Οι προδότες σκύλιασαν και άφρισαν από το κακό τους και ο αρχιπροδότης πυροβόλησε και αποτέλειωσε τον Τάκη Συνοδινό.
Έτσι πέθαναν παλικαρίσια οι τρεις ήρωες Ανδραβιδαίοι, από τα βόλια εκείνων που πρόδωσαν την πατρίδα τους και ορκίστηκαν πίστη στον Χίτλερ.
Ήταν 11 το πρωί της 12 Ιούλη 1944.
Στο μεταξύ, τα γυναικόπαιδα που κρατούσαν στον Άγιο Ταξιάρχη, ακούγοντας τους πυροβολισμούς ξεχύθηκαν προς το νεκροταφείο.
Όταν έφτασαν, οι γερμανοί και οι ταγματασφαλίτες τα είχαν μαζέψει και είχαν φύγει. Έτσι, οι συγγενείς των σκοτωμένων, μαζί με όλους τους χωριανούς σήκωσαν τους σκοτωμένους σε ό,τι βρέθηκε κείνη την ώρα, σε πόρτες, κουρελούδες και τους έθαψαν χωρίς παπά και ψαλτάδες, γιατί ο παπάς δεν δέχτηκε να ψάλλει την εξόδιο ακολουθία στους δολοφονημένους από φόβο προς τους ταγματασφαλίτες.
Μερικά ονόματα από την Ανδραβίδα της Ηλείας, που έδωσαν τη ζωή τους στη διάρκεια της Εθνικής Αντίστασης και του εμφυλίου, για μια ελεύθερη, ανεξάρτητη και λαοκρατούμενη Ελλάδα.
Γιαννακούλιας Νιόνιος – Από τα πρώτα στελέχη του ΚΚΕ. Στέλεχος του ΕΑΜ. Εκτελέστηκε στο Μπλόκο της Ανδραβίδας 12 Ιούλη 1944.
Συνοδινός Τάκης – ΕΠΟΝίτης. Εκτελέστηκε στο Μπλόκο της Ανδραβίδας 12 Ιούλη 1944.
Μπάτικας Παναγιώτης – ΕΑΜίτης. Εκτελέστηκε στο Μπλόκο της Ανδραβίδας 12 Ιούλη 1944.
Παπαδάτος Τάσος – στέλεχος του ΕΑΜ. Δολοφονήθηκε από τους ταγματασφαλίτες το 1944.
Τσουραπάς Μανώλης – εκτελέστηκε από τους ταγματασφαλίτες με απαγχονισμό, στο Βαρθολομιό το 1944.
Τσάκωνας Παναγιώτης – Ανταρτοεπονίτης της υποδειγματικής ομάδας της ΕΠΟΝ του 3ου τάγματος του 12ου συντάγματος του ΕΛΑΣ. Σκοτώθηκε σε ενέδρα Γερμανών και ταγματασφαλητών στο Γούμερο Χελιδόνι Ηλείας, στις 8 Ιούλη 1944.
Γκουτζουρής Μάκης. Πέθανε στη Γερμανία, μετά την απελευθέρωσή του από το στρατόπεδο συγκέντρωσης.
Γαλούσης Ανδρέας – από το Μπράτι. Δολοφονήθηκε από τους ταγματασφαλίτες το 1944.
Καπετανόπουλος Μπάμπης – Πήρε μέρος στην Εθνική Αντίσταση. Αξιωματικός πληροφοριών του ΔΣΕ, στέλεχος του ΚΚΕ. Σκοτώθηκε το 1949, στο χωριό Κλεινδιά, στην ορεινή Ηλεία, σε μάχη με τον κυβερνητικό στρατό.
Φουσκαρίνης Μίμης – στέλεχος του ΚΚΕ. Υπεύθυνος της Δημοκρατικής Νεολαίας στην Αχαΐα Ηλεία. Σκοτώθηκε το 1949 κοντά στο Μοναστήρι του Αγίου Σπάτων, στο νομό Ηλείας.
Κηπουρός Θανάσης – αντάρτης του ΔΣΕ. Σκοτώθηκε το 1949.
Κηπουρός Δημήτρης – αδερφός του Θανάση. Αντάρτης του ΔΣΕ. Σκοτώθηκε το 1949.
Στεργίου Ανδρέας. Βαπτιστήρι του Νιόνιου Γιαννακούλια. Διμοιρίτης του ΔΣΕ. Σκοτώθηκε το 1949.
Γούργουρας Παναγιώτης. Αντάρτης του ΔΣΕ. Ανήκε σε ομάδα σαμποτέρ. Πιάστηκε αιχμάλωτος και εκτελέστηκε από τον στρατό το 1949.
Λάγαρης Χρήστος. Καταδικάστηκε από έκτακτο στρατοδικείο Κορίνθου και εκτελέστηκε το 1949.
Οικονομόπουλος Νίκος – Δολοφονήθηκε με μαχαίρι από παρακρατικές συμμορίες στον μονόπλευρο εμφύλιο.
Περικλής Δ.Καπετανόπουλος
Πρωτοδημοσιεύτηκε στην εφ."Μωρηάς"το 1986
Εικόνες:
1.Νιόνιος Γιαννακούλιας.
2.Τάκης Συνοδινός.
3.Τάσος Παπαδάτος.
4.Παναγιώτης Τσάκωνας.
5.Μπάμπης Καπετανόπουλος.