1η Σεπτεμβρίου 2019. 80 χρόνια από την επίσημη έναρξη του Δευτέρου Παγκοσμίου Πολέμου. (του Περικλή Καπετανόπουλου)

Αρθρογραφία 27 Αυγούστου 2019

Με την συμπλήρωση 80 χρόνων από την έναρξη του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου, (1η Σεπτεμβρίου 1939-1 Σεπτεμβρίου 2019) οι ηγετικοί κύκλοι της Ευρωπαϊκής Ένωσης ματαιοπονούν προκαλώντας την συλλογική μνήμη των Λαών της Ευρώπης που πολέμησαν τον Φασισμό και τον Ναζισμό, με την ανιστόρητη εξίσωση του Φασισμού με το Κομμουνιστικό Κόμμα, την Σοβιετική Ένωση και τον Σοσιαλισμό.

Η Ιστορία του καταστροφικότερου πολέμου που γνώρισε έως τότε η ανθρωπότητα, επισφραγίστηκε με την συντριβή των φασιστικών ορδών και την κατάληψη του Βερολίνου, πρωτεύουσας του Γ ΡΑΙΧ, από τον Κόκκινο Στρατό, που ραχοκοκκαλιά του ήταν οι κομμουνιστές, μέλη και στελέχη του Κόμματος των Μπολσεβίκων, υπό την ηγεσία του Ιωσήφ Στάλιν.

Η ένταση με την οποία εκδηλώθηκε στο παρελθόν και εκδηλώνεται και σήμερα η αντισοβιετική υστερία, δεν έχει στόχο μόνο την διαστρέβλωση των ιστορικών γεγονότων ή την απαξίωση του ρόλου του Στάλιν στην συντριβή των χιτλερικών ορδών που απειλούσαν να υποδουλώσουν τα ευρωπαϊκά έθνη. Αυτά τα ζητήματα τα έχει κρίνει η Ιστορία.

Παράλληλος, αλλά όχι δευτερεύων στόχος των αντισοβιετικών επιθέσεων σήμερα, είναι η Ρωσία και το κύρος που αυτή απολαμβάνει πλέον, στην διεθνή κοινότητα.

Κάθε ιστορικός που σέβεται την επιστήμη του, κάθε τίμιος άνθρωπος που γνωρίζει τα γεγονότα των τελευταίων 80 ετών, δεν μπορεί παρά να ταχθεί με την ιστορική αλήθεια, πέρα από πολιτικές και άλλες σκοπιμότητες.

Εν τέλει, η Ιστορία που γράφτηκε με αίμα στα πεδία των μαχών δεν μπορεί, όσο και αν προσπαθούν κάποιοι κύκλοι, να αλλάξει με το ακριβό μελάνι κάποιων «ιστορικών και ειδημόνων».

Όπως τονίζει σε ανακοίνωσή του και το ΚΚΕ : «Δυστυχώς, σήμερα η Ευρώπη, η οποία επιβίωσε και διατήρησε την δημοκρατία χάρη στην υπεράνθρωπη προσπάθεια της Σοβιετικής Ένωσης και των χωρών της αντιχιτλερικής συμμαχίας, λησμονεί το παρελθόν της. Για λόγους πολιτικής σκοπιμότητας, καταβάλλονται συνειδητές προσπάθειες διαστρέβλωσης της ιστορικής αλήθειας, όχι μόνο από ψευδοϊστορικούς, αλλά και από κυβερνήσεις ορισμένων κρατών».

Η Σελίδα μας δημοσιεύει άρθρο του πρέσβη της Ρωσικής Ομοσπονδίας στην Αθήνα κ.Μασλόφ, το οποίο αποτελεί συμβολή στην υπεράσπιση της ιστορικής αλήθειας για τις αιτίες που οδήγησαν στον Β΄.Παγκόσμιο Πόλεμο και ειδικότερα για τους λόγους που οδήγησαν την τότε σοβιετική ηγεσία στην υπογραφή του Συμφώνου Μολότοφ-Ριμπερτρόφ το 1939.

Είναι ένα κείμενο που αξίζει να το διαβάσετε.

Περικλής Καπετανόπουλος

Ο πόλεμος της μνήμης για να μην περάσει η διαστρέβλωση της αλήθειας συνεχίζεται.

Αρθρο του πρέσβη της Ρωσικής Ομοσπονδίας Αντρέι Μασλόφ

«Την 1η Σεπτεμβρίου συμπληρώνονται 80 χρόνια από την έναρξη του Β' Παγκόσμιου Πολέμου, της πλέον αιματηρής καταστροφής στην ιστορία που έφερε ανυπόφορα βάσανα σε εκατομμύρια ανθρώπους και συγκλόνισε τον κόσμο.

Δυστυχώς, σήμερα η Ευρώπη, η οποία επιβίωσε και διατήρησε την δημοκρατία χάρη στην υπεράνθρωπη προσπάθεια της Σοβιετικής Ένωσης και των χωρών της Αντιχιτλερικής συμμαχίας, λησμονεί το παρελθόν της. Για λόγους πολιτικής σκοπιμότητας, καταβάλλονται συνειδητές προσπάθειες διαστρέβλωσης της ιστορικής αλήθειας, όχι μόνο από ψευδοϊστορικούς, αλλά και από κυβερνήσεις ορισμένων κρατών.

Το πιο χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι η απόπειρα εξίσωσης της φασιστικής Γερμανίας και της Σοβιετικής Ένωσης ως δυο «συνυπεύθυνων» της έναρξης του πολέμου. Κάποιοι παρουσιάζουν την ΕΣΣΔ – το κύριο θύμα του φασισμού – ως δήθεν συνένοχο της τραγωδίας, με στόχο να κρύψουν τις προδοσίες τους και να υπονομεύσουν τον ρόλο της σύγχρονης Ρωσίας στον κόσμο, όπως αυτός διαμορφώθηκε μετά το 1945.

Για τους σκοπούς αυτούς οι πλαστογράφοι της ιστορίας εκμεταλλεύονται κυνικά το γερμάνο-σοβιετικό Σύμφωνο μη Επίθεσης που υπογράφτηκε στις 23 Αυγούστου 1939 μετά του συνοδεύοντας πρωτοκόλλου, που δήθεν τράβηξε τη σκανδάλη του Β' Παγκόσμιου Πολέμου με την εισβολή της Γερμανίας στην Πολωνία.

Υπάρχει επιτακτική ανάγκη για ένα νηφάλιο και χωρίς ιδεολογικά στερεότυπα απολογισμό της προπολεμικής περιόδου, ώστε να κατανοήσει κανείς σωστά τους λόγους που οδήγησαν τη Μόσχα στη σύναψη της συμφωνίας με τη Γερμανία.

Αρκετά πριν από το 1939 ο πόλεμος ήδη μαινόταν. Οι χώρες του Άξονα με στρατιωτικά μέσα και εκβιασμούς άλλαζαν τα σύνορα στην Ασία, την Αφρική αλλά και στην Ευρώπη. Η Κίνα είχε ήδη χάσει εκατομμύρια ανθρώπους της αναχαιτίζοντας την ιαπωνική εισβολή, και η Ιταλία είχε καταλάβει την Αλβανία.

Να θυμηθούμε και το Άνσλους (προσάρτηση) της Αυστρίας στη Γερμανία στις 12-13 Μαρτίου 1938 χωρίς καμία ουσιαστική αντίδραση των δυτικών χωρών. Η σιγή ιχθύος από την πλευρά της Γαλλίας, την ώρα της επαναστρατιωτικοποίησης της Ρηνανίας από τον Χίτλερ, άνοιξαν την όρεξη του Γερμανού ηγέτη που αγνόησε τους στρατιωτικούς περιορισμούς των Βερσαλλιών.

Αλλά ο πιο κρίσιμος σταθμός της – τυπικά – προπολεμικής περιόδου έγινε το Σύμφωνο μεταξύ της Αγγλίας, της Γαλλίας, της Γερμανίας και της Ιταλίας που επετεύχθη στην συνδιάσκεψη στο Μόναχο στις 29-30 Σεπτεμβρίου 1938.

Εκεί το Λονδίνο και το Παρίσι «παρέδωσαν» στο Βερολίνο την περιοχή Σουδητία της Τσεχοσλοβακίας, ενώ η Πολωνία αμέσως μετά απέσπασε την περιοχή του Ζαόλζιε.

Αυτή η εγκληματική πράξη αποτέλεσε το αποκορύφωμα της «πολιτικής κατευνασμού» του Χίτλερ εκ μέρους της Αγγλίας και της Γαλλίας που όλο το προηγούμενο διάστημα παρακινούσαν την Τσεχοσλοβακία στην συνθηκολόγηση.

Ο αληθινός στόχος της πολιτικής αυτής ήταν να κατευθύνουν τις φανερές επιθετικές προθέσεις της Γερμανίας προς την Ανατολή, κατά της Σοβιετικής Ένωσης, και να αποτρέψουν τον κίνδυνο για τους ίδιους.

Υπολόγιζαν, προφανώς, ότι η Γερμανία και η ΕΣΣΔ θα εξαντλούσαν τις δυνάμεις στον μεταξύ τους πόλεμο. Η ΕΣΣΔ, αντίθετα, ήταν τότε η μοναδική μεγάλη δύναμη στην Ευρώπη που έκρουε συνεχώς τον κώδωνα του κινδύνου και δεν λέρωνε τα χέρια της με συμφωνίες με τον Χίτλερ.

Το Σύμφωνο του Μονάχου αποτέλεσε το σημείο μη επιστροφής και προκαθόρισε σε μεγάλο βαθμό τις μετέπειτα εξελίξεις, συμπεριλαμβανομένης της επίθεσης της Γερμανίας κατά της Πολωνίας.

Άλλαξε ριζικά την κατάσταση στην Ευρώπη. Η απομόνωση της Σοβιετικής Ένωσης ενισχύθηκε, και η Μόσχα αντιμετώπιζε το ενδεχόμενο διαμόρφωσης ενός κοινού αντισοβιετικού μετώπου μετά την υπογραφή από τη Βρετανία και τη Γαλλία διακηρύξεων μη επίθεσης με τον Χίτλερ στις 30 Σεπτεμβρίου και 6 Δεκεμβρίου του 1938 (η Πολωνία, όπως είναι γνωστό, είχε συνάψει τη συμφωνία μη επίθεσης με τη Γερμανία νωρίτερα, ήδη το 1934).

Παρ' όλα αυτά, ο Ι.Στάλιν επιδίωκε σθεναρά τη δημιουργία συστήματος συλλογικής ασφάλειας με το Λονδίνο και το Παρίσι, με τη συμμετοχή και της Βαρσοβίας, με το σκεπτικό ότι η διαφύλαξη της ανεξάρτητης Πολωνίας θα απέκλειε το ενδεχόμενο της απευθείας επίθεσης της Γερμανίας εναντίον της ΕΣΣΔ.

Στις άγγλο-γάλλο-σοβιετικές συνομιλίες που διαρκούσαν έως τα μέσα Αυγούστου 1939 η Μόσχα επέμενε στη ρήτρα περί άμεσης στρατιωτικής αλληλοβοήθειας σε περίπτωση ναζιστικής επίθεσης, όμως οι άλλες πλευρές σκόπιμα υπονόμευσαν αυτή την προσπάθεια. Οι διαπραγματεύσεις απέτυχαν.

Αρνητικό ρόλο έπαιξαν επίσης η επιθυμία του Λονδίνου και του Παρισιού να εκμεταλλευτούν τις συνομιλίες με τη Μόσχα για να πετύχουν άλλον ένα συμβιβασμό με τον Χίτλερ εις βάρος της Πολωνίας και της Σοβιετικής Ένωσης, η άρνηση της εχθρικής προς την ΕΣΣΔ Βαρσοβίας να επιτρέψει τη διέλευση σοβιετικών στρατευμάτων από το έδαφός της, καθώς και οι παράλληλες μυστικές άγγλο-γερμανικές επαφές, για τις οποίες ο Ι.Στάλιν ήταν ενήμερος.

Την 21η Αυγούστου 1939, όταν έγινε πλέον ξεκάθαρο πως οι διαβουλεύσεις με τους εν δυνάμει συμμάχους έφτασαν σε αδιέξοδο, η ηγεσία της ΕΣΣΔ αποδέχθηκε την πρόταση του Βερολίνου για επίσκεψη του υπουργού εξωτερικών Ρίμπεντροπ στη Μόσχα. Στο πλαίσιο αυτής επεξεργάστηκε εσπευσμένα και υπογράφηκε τη νύχτα 23-24 Αυγούστου το γερμάνο-σοβιετικό Σύμφωνο μη Επίθεσης και το απόρρητο συμπληρωματικό πρωτόκολλο.

Ακολούθως, στις 17 Σεπτέμβριου 1939 τα σοβιετικά στρατεύματα εγκαταστάθηκαν στην Πολωνία, αλλά μόνο σε εκείνα τα εδάφη που η Βαρσοβία κατέκτησε βίαια το 1920-1921 – τη Δυτική Ουκρανία και τη Δυτική Λευκορωσία.

Ουσιαστικά το Σύμφωνο Μόλοτωφ-Ρίμπεντροπ ήταν η απάντηση του Ι.Στάλιν στο Σύμφωνο του Μονάχου. Σ' εκείνες τις έκτακτες συνθήκες ήταν ένα αναγκαίο, αν και εξαιρετικά δύσκολο βήμα. Για το Κρεμλίνο αποτελούσε τη μοναδική εναλλακτική σε μια νέα προδοτική συμφωνία των δυτικών χωρών με τον Χίτλερ εις βάρος της ΕΣΣΔ.

Το γερμάνο-σοβιετικό σύμφωνο απέτρεψε την κατάληψη από το Γ' Ράιχ ολόκληρης της Πολωνίας, κάτι που θα σήμαινε ένα βαρύτατο στρατηγικό πλήγμα για την ΕΣΣΔ. Μετατόπισε τα σύνορα της Σοβιετικής Ένωσης 300 χλμ πιο δυτικά, και η αναπόφευκτη γερμανική επίθεση εναντίον της Σοβιετικής Ένωσης αναβλήθηκε σχεδόν κατά δυο χρόνια.

Με τα σύνορα στη προ του Συμφώνου γραμμή, θα ήταν μάλλον αδύνατον για την ΕΣΣΔ να διατηρήσει κατά τη διάρκεια πολέμου το Λένινγκραντ. Το Κίεβο και το Μινσκ θα είχαν χαθεί πολύ νωρίτερα. Και το πλέον σημαντικό – δεν θα υπήρχε χρόνος για την απομάκρυνση, μετά τη αρχή της ναζιστικής επίθεσης, των αμάχων και της αμυντικής βιομηχανίας πίσω από τα Ουράλια.

Πρέπει επίσης να ληφθεί υπόψιν ότι τον Αύγουστο 1939 ήταν ακόμα σε εξέλιξη οι μάχες στον ποταμό Χαλκίν-Γκολ του σοβιετικού στρατού εναντίον της Ιαπωνίας, και η ΕΣΣΔ έπρεπε να αποκλείσει τον πόλεμο ταυτόχρονα σε δύο μέτωπα.

Ενδεικτική είναι η άποψη του Ου.Τσόρτσιλ: «Για την ΕΣΣΔ ήταν άκρως απαραίτητο να μετατοπίσει όσο είναι δυνατόν πιο δυτικά την αρχική γραμμή των γερμανικών στρατευμάτων, ώστε οι Ρώσοι να κερδίσουν χρόνο... η πολιτική τους αν και κερδοσκοπική, ήταν εκείνη τη στιγμή στο υψηλότερο βαθμό ρεαλιστική».

Όλοι, και οι Δυτικοί, γνώριζαν ότι το Σύμφωνο συνιστούσε μια προσωρινή εκεχειρία μεταξύ της Σοβιετικής Ένωσης και της ναζιστικής Γερμανίας πριν την αποφασιστική μάχη. Αξιοσημείωτο είναι ότι το Λονδίνο και το Παρίσι δεν χαρακτήρισαν την εκστρατεία του Κόκκινου Στρατού στην Πολωνία ως «εισβολή», αλλά και οι δυο συμφωνούσαν ότι η ΕΣΣΔ παρέμεινε ουδέτερο κράτος ως τις 22 Ιουνίου 1941 (ημέρα της ύπουλης επίθεσης της Γερμανίας στη Σοβιετική Ένωση) και δεν έδειξαν καμία διαμαρτυρία προς τη Μόσχα.

Στην τελική ανάλυση, η Πολωνία, η οποία σήμερα δηλώνει «θύμα της σοβιετικής επίθεσης», απελευθερώθηκε από τον φασισμό χάρη στον Κόκκινο Στρατό που έχασε εκεί 600.000 ζωές – πολύ μεγάλο φόρο αίματος.

Σε αυτό το φόντο οι σπέκουλες γύρω από τη μη υποστήριξη από τον Ι.Στάλιν της αρχικής φάσης της εξέγερσης της Βαρσοβίας τον Αύγουστο 1944 είναι προσβλητικές.

Η εξέγερση, αν και τολμηρή, ήταν απροετοίμαστη και ως συνέπεια καταδικασμένη σε αποτυχία, αποτελώντας την απελπισμένη και κερδοσκοπική απόπειρα της εξόριστης πολωνικής κυβέρνησης να πάρει τα ηνία της εξουσίας πριν έρθει ο Κόκκινος Στρατός.

Και βεβαίως αποτελεί αδιαμφισβήτητο γεγονός ότι ήταν η Σοβιετική Ένωση που έσπασε τη ραχοκοκαλιά του Γ' Ράιχ και απελευθέρωσε το μεγαλύτερο μέρος της Ευρώπης από την εγκληματική ιδεολογία του ναζισμού.

Αυτό δεν σημαίνει ότι παραγνωρίζουμε την σημαντική βοήθεια των δυτικών συμμάχων μας που συνέτριψαν 176 φασιστικές μεραρχίες.

Σ' εκείνους που τελευταία υπαινίσσονται ότι η Ρωσία δήθεν υπερβάλλει τον άθλο και το ρόλο του σοβιετικού λαού στη Νίκη, θα ήθελα να υπενθυμίσω μόνο τα στοιχειώδη πράγματα. Εναντίον του Κόκκινου Στρατού επιχειρούσαν ταυτόχρονα από 190 έως 270 μεραρχίες του Άξονα, δηλαδή τα τρία τέταρτα του συνόλου τους. Η ΕΣΣΔ διέλυσε 607 μεραρχίες του αντιπάλου.

Οι απώλειες των Γερμανών ανήλθαν σε 13,4 εκατ. ανθρώπους, από αυτές 10 εκατ. – στο γερμάνο-σοβιετικό μέτωπο, όπου το Βερολίνο έχασε και 75% των εξοπλισμών της. Η ΕΣΣΔ θυσίασε στο βωμό της Μεγάλης Νίκης 27 εκατ. ζωές.

Στη Ρωσία δεν ξεχνούν το Έπος 1940-1941, τις μάχες του Ελληνικού Στρατού 1941-1944 και την μαζική ηρωική ελληνική Εθνική Αντίσταση, την οποία δεν έπνιξαν οι θηριωδίες και τα «αντίποινα» των κατακτητών.

Ο ελληνικός λαός δεν έσκυψε το κεφάλι του μπροστά στις υπέρτερες δυνάμεις του εχθρού, όταν πολλοί άλλοι υπέκυπταν, αλλά έδειξε μεγάλο θάρρος και σθένος, αποτελώντας πηγή έμπνευσης για αντιφασίστες στην υπόλοιπη Ευρώπη.

Τιμούμε μαζί τη μνήμη όσων έπεσαν ή αγωνίστηκαν εδώ στην κοινή τιτάνια μάχη ενάντια στον ναζισμό και τον φασισμό. Είναι ακόμα ένας κρίκος που ενώνει αδιάρρηκτα τους λαούς μας. Ευχαριστούμε τους Ελληνες φίλους για τη διατήρηση των σοβιετικών τάφων και μνημείων που υπάρχουν εδώ.

Το κοινό καθήκον όλων μας τώρα είναι να μεταλαμπαδεύσουμε την ιστορία και τα διδάγματα του Β' Παγκόσμιου Πολέμου στη νέα γενιά, έτσι ώστε να μην ξανασηκώσει το κεφάλι ο ναζισμός και να μην περάσει η διαστρέβλωση της αλήθειας για τον Πόλεμο.

Με ρωσική πρωτοβουλία κάθε χρόνο η Γενική Συνέλευση του ΟΗΕ εγκρίνει ψήφισμα για το απαράδεκτο του εκθειασμού του ναζισμού και άλλων μισάνθρωπων πρακτικών.

Καλούμε όλους να προσχωρήσουν σε αυτήν την προσπάθεια». 

Προβλήθηκε 810 φορές