Είναι εκείνες οι νάνες νίκες... (του Αλέξανδρου Αρδαβάνη)

Αρθρογραφία 27 Μαρτίου 2019

Toυ ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΥ ΑΡΔΑΒΑΝΗ (www.presspublica.gr)

Καθόταν σκυφτός σε μια καρέκλα έξω από τον θάλαμο. Ανάσαινε ήσυχα χωρίς να μιλάει. Δυο ώρες πριν χαροπάλευε από τον βήχα που του ‘παιρνε την ανάσα.

Ο βήχας κόπασε μετά την επίθεση των γιατρών ή γιατί κουράστηκε κι αυτός να τυραννάει -τι σημασία έχει πώς; Κάποτε και το χέρι του βασανιστή κουράζεται να χτυπάει με το μαστίγιο ή το γκλομπ…

Ο γιατρός χάιδεψε το μισόγυμνο από μαλλιά κεφάλι και ο άρρωστος σήκωσε τα μάτια και τον κοίταξε,  έμοιαζε το βλέμμα με απόκοσμο ευχαριστώ.

-Ξέρεις ποιος είναι; Είναι ο γενικός διευθυντής όλου του κτιρίου, είπε με βραχνή φωνή σε κάποιον που έμοιαζε αδελφός του. Είναι καθηγητής, αυτός μ’έσωσε το πρωί που πνιγόμουνα, συνέχισε κι έπεσε αποκαμωμένος πίσω στην καρέκλα. Η αναπνοή δεν έφτανε για περισσότερα.

Ο γιατρός χαμογέλασε ακούγοντας ακόμα μια φορά την πρωταρχική παρανόηση των απλών ανθρώπων που βλέπουν καθηγητάδες στο πρόσωπο όσων γιατρών βαδίζουν μηχανικά πίσω από θεμέλια Ιπποκρατικά προτάγματα και παραινέσεις. Απλός. Χωρίς νοήματα μεγαλοπρεπή και φανφάρες.

-Δεν είμαι καθηγητής, μουρμούρισε. Ήταν όμως κολακευμένος.

-Τότε είσαι ο Άγιος Διονύσης, πείσμωσε λαχανιασμένος ο άρρωστος.Είχε πέσει το βράδυ. Ο γιατρός σύρθηκε στον διάδρομο. Τον ακολούθησε η αύρα της ελάχιστης νίκης που θα τον ανάσαινε μέχρι το ξημέρωμα. Ήξερε πως το πρωί μπορεί ο «κατηγορούμενος» να μην ήταν πια στο κρεβάτι του.

Έτσι μονότονα κυλούν οι μέρες στα «ειλικρινή» θεραπευτήρια: άνθρωποι που εξαχνώνονται όταν φτάνει αναντίρρητο το πλήρωμα του χρόνου.

Μια γλυκιά πρωινή πάχνη η ανακούφιση του πόνου τους, που γίνεται πόνος όλης της ανθρωπότητας - το ελάχιστο τρεμούλιασμα πόνου και στο πιο ασήμαντο πλάσμα προκαλεί μια πελώρια ρωγμή στην κουρτίνα της Δημιουργίας, λέει ο Μπύχνερ.

Και ο γιατρός; Στη ματαιοφόρο έπαλξη ανοχύρωτος,  απέναντι στις αρρώστιες, τις επιδημίες, τα τραύματα, με την Κοινότητα πίσω από το σαθρό Τείχος να απαιτεί αυτοθυσία στην υπεράσπισή της, ενώ του δίνει ξίφος ραγισμένο και έχει αλείψει τις παλάμες του με γράσο.

Ο γιατρός άοπλος απέναντι στον υπερεγώ και τον άλλον εγώ εαυτό του.

Ο γιατρός, κάθε άνθρωπος.

Μάχομαι άρα υπάρχω.

«Όλα τα όντα πεθαίνουν όταν δε μάχονται πιά» 

Προβλήθηκε 569 φορές