Μία σταγόνα ιστορία
από τον Δημήτρη Καμπουράκη.
www.newsit.gr
Μαύροι και μετανάστες στην πρώτη γραμμή, αλληλοσκοτώνονταν για τους αριστοκράτες και τους βιομήχανους. Η δοκιμή όπλων μαζικής εξόντωσης. Οι χιλιάδες λιποτάκτες και η μοίρα τους.
Κατά τη διάρκεια του πιο αιματηρού πολέμου που έγινε ποτέ στο Αμερικάνικο έδαφος (1861-1865), συγκρούστηκαν 2.300.000 στρατιώτες του βιομηχανικού Βορρά και 1.200.000 του αριστοκρατικού Νότου των μεγάλων κτηματιών. Αν και στις Αμερικάνικες ταινίες εποχής κυριαρχεί μια μάλλον ρομαντική μισο-γουέστερν εικόνα του πολέμου, επρόκειτο για μια σειρά μαζικών και εξαιρετικά φονικών μαχών που κατέστρεψαν το 40% της συνολικής αμερικανικής οικονομίας. Καινούρια συμβατικά όπλα (τυφέκια πολλαπλών βολών, πολυβόλα, πυροβολικό) δοκιμάστηκαν κατά κόρον, αφήνοντας στα πεδία των μαχών 600.000 νεκρούς και άλλους τόσους τραυματίες και ακρωτηριασμένους.
Ο πόλεμος έκρινε αν οι Ηνωμένες Πολιτείες θα προχωρούσαν ως χαλαρή συνομοσπονδία ή ως κράτος με ισχυρή κεντρική εξουσία και αν η παραγωγική της βάση θα ήταν πρωτίστως βιομηχανική ή δουλοκτητική. Βέβαια, ο Λίνκολν «πούλησε» επικοινωνιακά τον πόλεμο, ως αγώνα του Βορρά για την κατάργηση της δουλείας του Νότου. Το θέμα της δουλείας ήταν υπαρκτό και αποτέλεσε το ηθικό αντίβαρο σ’ έναν δραματικό πόλεμο για τους απλούς φαντάρους και τις οικογένειες τους. Η περίφημη ομιλία του Λίνκολν στο Γκέτισμπεργκ, ένα από τα πιο εμβληματικά κείμενα στην ιστορία των ΗΠΑ, δείχνει τους ακριβείς σκοπούς αυτού του πολέμου.
Κατά την διάρκεια των εχθροπραξιών, τα πράγματα κάθε άλλο παρά στις ράγες της ηθικής πορεύτηκαν κι από τις δυο παρατάξεις. Το 30% των στρατευμένων του Νότου ήταν νέγροι σκλάβοι και το 33% των στρατευμένων του Βορρά ήταν μετανάστες που είχαν λιγότερο από έναν χρόνο παραμονής στο έδαφος της Ομοσπονδίας. Οι μαύροι του Νότου πολεμούσαν είτε με το ζόρι, είτε παίρνοντας υποσχέσεις ότι όποιοι διακριθούν στην μάχη, θα απελευθερωθούν. Ο Βορράς παραλάμβανε τις καραβιές των ευρωπαίων μεταναστών, τους έντυνε κατ’ ευθείαν με στρατιωτικά και τους προωθούσε ανεκπαίδευτους στο μέτωπο.
Όταν οι αριθμοί των στρατιωτών δεν επαρκούσαν, οι αρχές έκαναν βίαιη στρατολόγηση μεταναστών από τους δρόμους των πόλεων. Αυτό οδήγησε σε εξέγερση των λαϊκών συνοικιών στη Νέα Υόρκη το 1863 και σε τυφλό βομβαρδισμό τους από το Πολεμικό Ναυτικό. (Η περίφημη ταινία ‘’οι συμμορίες της Νέας Υόρκης’’ του Μάρτιν Σκορτσέζε, στηρίζεται σ’ αυτή την εξέγερση.) Οι συντριπτικά περισσότεροι ξένοι που πολέμησαν με τους Βόρειους ήταν οι Ιρλανδοί, που εκείνη την περίοδο έφευγαν κατά χιλιάδες από την πατρίδα τους εξ’ αιτίας της πείνας και της ανυπόφορης Βρετανικής κατοχής.
Τόσο ο στρατηγός Λη των Νοτίων όσο και ο Γκράντ των Βορείων, έβαζαν τα συντάγματα των μαύρων και των μεταναστών στην πρώτη γραμμή του σφαγείου, αφήνοντας τους αυτόχθονες Αμερικανούς (για τα συμφέροντα των οποίων γινόταν ο πόλεμος) στα σχετικά ασφαλέστερα μετόπισθεν. Αυτοί οι δύστυχοι έγιναν τροφή για τα κανόνια και τα καινούργια πολυβόλα που δοκιμάστηκαν στις μάχες. Ενώ οι συνολικές απώλειες των Βορείων ήταν είναι 35% επί του συνόλου του στρατεύματος, επί του πληθυσμού των στρατευμένων μεταναστών έφθασε το 75%. Γι’ αυτό και ο αριθμός των λιποτακτών ήταν μεγαλύτερος από οποιονδήποτε άλλον πόλεμο.
Σύμφωνα με τα επίσημα στοιχεία, οι Βόρειοι κατέγραψαν 287.000 λιποτάκτες και οι Νότιοι 103.000. Όσους έπιαναν στην αρχή τους εκτελούσαν, αλλά σύντομα ήταν τόσο μεγάλος ο όγκος που τους μαστίγωναν, τους χάραζαν με πυρωμένο σίδερο στο μάγουλο το γράμμα D (deserter-λιποτάκτης) και τους ξανάστελναν στην πρώτη γραμμή. Το πιο ενδιαφέρον ήταν ότι οι μαύροι σκλάβοι λιποτάκτες του Νότου δεν αυτομολούσαν στους Βόρειους, οι οποίοι υποτίθεται ότι έκαναν τον πόλεμο για να τους απελευθερώσουν, αλλά έφευγαν προς τα δικά τους μετόπισθεν. Ο λόγος ήταν απλός: Αν κάποιος λευκός στρατιώτης του Νότου παραδιδόταν στους Βόρειους, λογιζόταν αιχμάλωτος πολέμου και κλεινόταν σε στρατόπεδο. Αν κάποιος μαύρος παραδιδόταν, είτε δεχόταν να αλλάξει στολή και να ξαναπάει στη μάχη με την άλλη πλευρά, είτε λογιζόταν κατάσκοπος και εκτελούνταν.
Τελικά, ο πόλεμος έγειρε προς την πλευρά του Βορρά, παρά την καλύτερη στρατιωτική ικανότητα και την άριστη ηγεσία του Νότου. Η βιομηχανική υπεροχή, η οικονομική δύναμη και οι ατέλειωτες ανθρώπινες εφεδρείες του άγαρμπου Βορρά, κατέβαλαν την εξελιγμένη αλλά οικονομικά στραγγαλισμένη αριστοκρατία του Νότου. Οι σκλάβοι απελευθερώθηκαν, αν και τότε διαπίστωσαν ότι συχνά η μεταβίβαση τους στις τάξεις του βιομηχανικού προλεταριάτου, ήταν μια υποβάθμιση της ταπεινής ζωής τους παρά την φαινομενική ελευθερία τους.