Ο κ. Βασίλης ''έφυγε''.
Σε ευχαριστούμε για όλες τις όμορφες στιγμές που μας πρόσφερες.
Ας θυμηθούμε τι ήταν ο κ. Βασίλης.
Από το 1984 η ιστορία καταγράφει την εμφάνιση ενός από τα πιο ιστορικά μαγαζιά της Αθήνας.
Ο πατσάς είναι συνώνυμος με τον "Ζήκο".
Ο κ. Βασίλης με το μαγαζί του στην Πλατεία Καλογήρων, είχε προσφέρει στους επισκέπτες - φίλους του την δυνατότητα να γευτούν τις μοναδικές γεύσεις απο παραδοσιακό πατσά ο οποίος διαλέγεται, κόβεται (ή ψιλοκόβεται) ετοιμάζεται και σερβίρεται μπροστά τους αχνιστός.
Δεν γίνεται να ήσουν μερακλής και άνθρωπος της νύχτας και να μην γνώριζες ένα από τα πιο φημισμένα μαγαζιά.
Κατέβαινες για πατσά μες στη μαύρη νύχτα στο παλιό μαγαζί του «Ζήκου», στη Δάφνη, και νόμιζες ότι έκαναν κάστινγκ για ταινία.
Στο εστιατόριο της πλατείας Καλογήρων σύχναζαν άνθρωποι με δυνατά πρόσωπα και ακόμα πιο δυνατές ιστορίες.
Ο ταξιτζής που έκανε διάλειμμα από μια δύσκολη νύχτα, ο νταλικέρης που σταματούσε να φάει σαν άνθρωπος προτού βγει στην Εθνική, ο ξενύχτης που τις καλές εποχές πέταγε δέκα δέκα τα πανέρια με τα γαρίφαλα στις πίστες, οι πιτσιρικάδες που ήθελαν να το παίξουν ιστορία ή απλώς να δοκιμάσουν μια νέα γεύση, ζευγάρια που τσακώνονταν ή ίσως νύσταζαν, οικογενειάρχες, κάτι λούμπεν τύποι με εφημερίδες και άγιος ο Θεός.
Σε κάθε περίπτωση, ο νταλκάς του Καζαντζίδη σιγοντάριζε τα καζάνια που έβραζαν.
Γιατί ως γνωστόν:
"Ο πατσάς του Ζήκου, δεν παχαίνει.
Ο πατσάς του Ζήκου ομορφαίνει."
Ο κ. Βασίλης μετά έφυγε (το μετρό βλέπεις) και ήρθε στην Ηλιούπολη - Παπαναστασίου 2, όπου μαζί με τον γιό του, πρόσφερε στους πελάτες - φίλους του, σπιτικές γεύσεις, παραδοσιακή κουζίνα και τον γνωστό πατσά του.
Η επίσκεψη ήταν αναγκαία, πατσάς μοσχαρίσιος
Τώρα ο κ. Βασίλης ''έφυγε'' αλλά ο ''Ζήκος'' παραμένει. Ο γιός του ο Σπύρος, συνεχίζει με το ίδιο μεράκι αυτό που έκανε ο πατέρας του.
Καλό ταξίδι κ. Βασίλη.