Τά Πρασσεινάλογα!... του Στάθη (www.topontiki.gr)
Η Αυστρία, με τη νέα δεξιά - ακροδεξιά κυβέρνηση (σύστημα συν αντισύστημα), ανακοίνωσε ότι είναι διατεθειμένη να παραχωρεί την αυστριακή υπηκοότητα στους κατοίκους του Νοτίου Τυρόλου, το οποίον ανήκει στην Ιταλία (μετά τον Α’ Παγκόσμιο Πόλεμο) και κατοικείται κατά το 70% από γερμανόφωνους.
Ως φαίνεται, η αποδόμηση των εθνών - κρατών στην οποία επιδίδεται η (εκπνεύσασα) παγκοσμιοποίηση και ο (κραταιός) νεοφιλελευθερισμός δεν πρόκειται να σταματήσει έως ότου η υποκατάσταση των κρατών από περιφέρειες, περιοχές, ζώνες και προτεκτοράτα διαμορφώσει έναν νεομεσαιωνικό χάρτη της Γηραιάς Ηπείρου (και γεωπολιτικόν και ταξικόν). Ζήτω ο αυτοπροσδιορισμός της Βουργουνδίας (και η – κάθε – Τουρκική Ένωση Θράκης), ζήτω η Βρετάνη και κάτω τα χέρια οι Φλαμανδοί από τους Βαλώνους. Η υπόθεση έχει πλάκα (μην έχει και αίμα).
Η αποενοχοποίηση αυτών των (ταξικών) διεργασιών που φέρνουν στον αφρό τον εθνικισμό (καμία σχέση με τον πατριωτισμό) και την ακροδεξιά, βρήκε την έκφρασή της με τη γλώσσα του κ. Γιουνκέρ, όταν, για να απαλύνει τα συμβαίνοντα στην Αυστρία, αναφέρθηκε στον «ακροδεξιό σύμμαχο του αριστερού Τσίπρα».
Εν πρώτοις ο κ. Καμμένος δεν είναι ακροδεξιός. Ακροδεξιοί είναι ο κ. Γεωργιάδης, ο κ. Βορίδης ή ο κ. Τσακαλώτος (διότι ασκεί άγρια νεοφιλελεύθερη πολιτική, μάλιστα με τη θέρμη υποτελούς και τον ζήλο υπόδουλου). Όχι, ο κ. Καμμένος δεν είναι ακροδεξιός, μπορεί να πετάει λάσπη δώθε - κείθε, μπορεί να ανοηταίνει (όπως όταν έβγαζε τον Ανδρέα Παπανδρέου αρχηγό της 17ης Νοέμβρη), μπορεί να ρίχνει τις μπιλιές του ή να πουλάει ματωμένες σφαίρες, αλλά ακροδεξιός δεν είναι. Μπορεί να έγινε από αντιμνημονιακός μνημονιακός, αλλά αυτό δεν τον κάνει ακροδεξιό, τον κάνει απλώς κωλοτούμπα.
Ούτε και ο Τσίπρας είναι αριστερός. Κι αυτό ο κ. Γιουνκέρ το ξέρει το ίδιο καλά με την κυρία Μέρκελ, τον κ. Τραμπ, τον κ. Ερντογάν και άλλους. Άλλωστε μόλις προχθές ομιλώντας στη Βουλή ο Τσίπρας σχεδόν διεκδίκησε τη θέση του κ. Μητσοτάκη στο (Ευρω)Λαϊκό Κόμμα. (Τη θέση της κυρίας Γεννηματά στο Ευρωσοσιαλιστικό Κόμμα την έχει ήδη – τοις πράγμασι – πάρει). Τώρα που μαζεύει και βουλευτές απ’ τον κ. Λεβέντη, ποιος τον πιάνει!
Η αλήθεια είναι ότι ο Τσίπρας και ο κ. Μητσοτάκης ομιλούν την ίδια γλώσσα. Εδώ και καιρό. Για αυτό και η αναζήτηση διαφορών μεταξύ τους περιορίζεται στους τομείς όπου ο Τσίπρας προβάλλει μιαν εξειδικευμένη χυδαιότητα όπως με τα μερίσματα και τα επιδόματα.
Στα άλλα, όπως για τους πλειστηριασμούς, τη σφαγή της εργασίας και τη διαιώνιση της υποτέλειας, συμπορεύονται. Και μάλιστα συστρατεύονται. Ακριβώς με τον τρόπο που το διατύπωσε ο κ. Βούτσης, λέγοντας ότι τώρα οι θεσμοί υποστηρίζουν τον τρόπο της παρούσας διακυβέρνησης.
Ορθόν! Ποιος άλλος θα έκανε μια τόσο βρώμικη δουλειά τόσον αναίμακτα. Προσέτι, τι το καλύτερο για τους Επικυρίαρχους από το γεγονός να ερίζουν για την εύνοιά τους δύο και πλείονες των δύο. Τώρα, αν κάτι τέτοιο χαντακώνει την Ελλάδα, ποιος δίνει δίφραγκο; Ο κ. Παππάς ή ο κ. Σ. Θεοδωράκης;
Παρά τους κάθε είδους ευφημισμούς και τις παρενδύσεις των εννοιών, στην Ελλάδα όπως και σε όλη την Ευρώπη η πολιτική εξουσία ασκείται χάριν της οικονομικής δικτατορίας από φιλελεύθερα και σοσιαλδημοκρατικά κόμματα το ίδιο ενσωματωμένα στον νεοφιλελευθερισμό. Με μπαλαντέρ τους φασίστες, τους κρυπτοφασίστες, τους ακροδεξιούς και τους εθνικιστές.
Το ιδιαίτερο πρόβλημα για μας είναι ότι όλα τα παραπάνω μπορούν να γεμίζουν αναλόγως της συγκυρίας το τίποτα. Το τίποτα που μας κυβερνά – σήμερα ο Τσίπρας, αύριο ο Κούλης.
Αλλά κι αυτό λογικό είναι. Όταν η ίδια σου η πατρίδα έχει γίνει ένα τίποτα. Χωρίς Σύνταγμα. Χωρίς αυτεξούσιο. Χωρίς ασυλία. Διαρκώς εκποιούμενη και εκδιδόμενη. Με την εργασία στο σφαγείο. Και τους τσαρλατάνους να αγορεύουν στην Αγορά: περάστε, κόσμε, πάρτε μέρισμα απ’ τη σφαγμένη πατρίδα…