της Νάντιας Βαλαβάνη
Αναρτήθηκε στο Insider.gr την Παρασκευή, 7.4.2017
Βρισκόμαστε ένα δεκαήμερο πριν το Πάσχα 2017, σε μια χώρα ούτε καν περιορισμένης κυριαρχίας, που κυριαρχείται που ένα ερώτημα: Πότε θα κλείσει η δεύτερη αξιολόγηση;
Ερώτημα απολύτως φυσιολογικό, καθώς η κυβέρνηση δεν κυβερνά και η Βουλή δεν αποφασίζει παρά με βάση το εκάστοτε προσωρινό συμβιβαστικό αποτέλεσμα μέσα απ’ τις συγκρούσεις σχεδίων και συμφερόντων των «έξω» - ευρωπαϊκή «νέα» Τρόικα και ΔΝΤ - σ’ έναν κόσμο που αλλάζει. Ξεκινώντας από την ΕΕ, που γίνεται ανοικτά και «αποδεκτά» πλέον ό,τι στην πραγματικότητα είναι, «Ευρώπη πολλών ταχυτήτων», Ευρώπη της απόκλισης - αντί του, προβαλλόμενου μέχρι σήμερα από τους κυρίαρχους κύκλους ως βασικού λόγου ύπαρξης της, προτύπου μιας «Ευρώπης της σύγκλισης».
Αλλαγή επίσημης πορείας μες στο σκοτάδι, χωρίς έστω κατ’ επίφαση «δημοκρατικές» διαδικασίες, με «απόφαση» μιας χούφτας ανθρώπων της πολιτικής κι οικονομικής ελίτ της Γερμανίας και των δορυφόρων της, που προετοιμάζονται για διεθνή εμπορικό πόλεμο (βλ. ΗΠΑ με Τραμπ): Ανακοινώθηκε απλώς μέσω της Διακήρυξης των 60χρονων της ΕΕ στους υπόλοιπους - ελάχιστες μέρες αφού η Κομισιόν έδινε στη δημοσιότητα τα, υποτίθεται σοβαρά, «πέντε εναλλακτικά σενάρια για το μέλλον της Ευρώπης», απ’ τα οποία η Ευρώπη της απόκλισης ήταν μόνο ένα.
Η οποία Διακήρυξη ανακοινώνει ότι «η Ευρώπη έγινε μία» - με τη Ρωσία απ’ έξω και υπό καθεστώς αντιποίνων την ίδια ώρα που ξεκίνησε επίσημα το Brexit...
Στην Ελλάδα της «πρώτης ταχύτητας»…
Στην – ρημαγμένη – Ελλάδα, ενώ οι εδώ ταγοί μας καθησυχάζουν με μακάβριο χιούμορ ότι η χώρα «θα συνεχίσει ν’ ανήκει στην πρώτη ταχύτητα»(!), συγκρούσεις και συμβιβασμοί των δανειστών κινούνται βεβαίως σταθερά στο έδαφος του συνολικού μνημονιακού οικοδομήματος: Των δύο πρώτων μνημονίων, που «διακόπηκαν» «επικαιροποιούμενα» το Πρώτο στο Δεύτερο, και του υπό εξέλιξη Τρίτου, μέσω του οποίου ουσιαστικά «έκλεισε» η πέμπτη αξιολόγηση του Δευτέρου Μνημονίου.
Αυτή που δεν μπορούσε να κλείσει με τίποτα η κυβέρνηση Σαμαρά-Βενιζέλου (ας θυμηθούμε μόνο την απάντηση «κύκλων» της τότε Τρόικας για το μέιλ Χαρδούβελη, που η ΝΔ σήμερα έχει αναγορεύσει σε κάτι σαν άγιο δισκοπότηρο, «είναι σε καλό δρόμο αλλά δε συμπεριλαμβάνει παρά το ένα τέταρτο όσων χρειάζεται να γίνουν») - ακριβώς επειδή τότε υπήρχε και γιγαντωνόταν αυτό που σήμερα αποτελεί ανεπίστρεπτο παρελθόν, ο αντιμνημονιακός ΣΥΡΙΖΑ.
Το εν λόγω Τρίτο Μνημόνιο αποτελεί ήδη Μνημόνιο Plus και δυνητικά Τριάμισι, εφόσον σε τομείς όπως το συνταξιοδοτικό ή το δημοσιονομικό κινείται πέραν της Συμφωνίας του Ιουλίου και του μνημονιακού κειμένου που ψηφίστηκε τον Αύγουστο 2015 από τους βουλευτές του, υπό διαμόρφωση τότε, «νεομνημονιακού μπλοκ προθύμων». Με αυτό τον τρόπο δημιουργείται ήδη σήμερα η βάση για τη μετά το 2018 μνημονιακή και όχι μεταμνημονιακή εποχή, είτε μέσω ενός Τετάρτου Μνημονίου είτε και χωρίς αυτό: Εφόσον κλείνοντας τη δεύτερη αξιολόγηση του Τρίτου Μνημονίου θα έχουν ήδη προαποφασιστεί οι «μεσοπρόθεσμοι» στόχοι δημοσιονομικής λιτότητας που θα διέπουν, με καθεστώς απανωτών «επαναξιολογήσεων» και συμπληρωματικών «μέτρων», όπως ακριβώς γίνεται από το 2010, τη ζωή της χώρας και των ανθρώπων της.
Κι ενώ επιπλέον θα συνεχίσει να συνιστά «απαραβίαστο», όπως σαφώς ορίζεται στο Τρίτο Μνημόνιο, το μνημονιακό καθεστώς εκατοντάδων νόμων και των τριών μνημονίων.
«Πρόγραμμα» λεηλασίας της δημόσιας και της ιδιωτικής περιουσίας
Τα περί «αντιμέτρων» στο πλαίσιο της «συμφωνίας» Τρόικας-κυβέρνησης, τα οποία θα καταστήσουν δημοσιονομικά ουδέτερο το αποτέλεσμα επιβολής του μεσοπρόθεσμου «προγράμματος δημοσιονομικής προσαρμογής» μετά το 2018, θα προκαλούσαν τα ίδια γέλια με το «παράλληλο πρόγραμμα» του ΣΥΡΙΖΑ, σε «εξέλιξη» δυο χρόνια τώρα, αν η κατάσταση δεν ήταν τόσο τραγική: Το σύνολο του μνημονιακού καθεστώτος συνιστά, στο όνομα εξυπηρέτησης ενός μη βιώσιμου χρέους, «πρόγραμμα» λεηλασίας της δημόσιας και ιδιωτικής περιουσίας και εισοδήματος από τους «κάτω» προς τους «έξω» και τους «δικούς μας πάνω», που έχουν προσκολληθεί – εδώ ο ένας, εκεί ο άλλος - σε κάθε ξένο επιχειρηματικό οργανισμό που ετοιμάζεται για business πάνω απ’ τα ερείπια.
Κι όταν λέμε το σύνολο, εννοούμε το σύνολο: Απεμπολούνται τα εργαλεία άσκησης μιας πολιτικής παραγωγικής ανασυγκρότησης σε όφελος των πολλών, από λιμάνια κι αεροδρόμια, ΟΣΕ και νερά και προπαντός η ΔΕΗ, η ενέργεια, δηλ. το μέλλον, στη γκιλοτίνα των «επανακρατικοποιήσεων» με νέους ιδιοκτήτες το δημόσιο άλλων χωρών.
Μέχρι τις τράπεζες, με ολόκληρη την υπαρκτή οικονομία να κρέμεται από κάτω τους, που το μετοχικό τους κεφάλαιο πέρασε κυριολεκτικά για μια χούφτα δολάρια από το δημόσιο σε funds. Ή μια φορολογία απογύμνωσης απ’ οτιδήποτε υπήρχε «στην πάντα» όσων συνεχίζουν να πληρώνουν «υπερκαλύπτοντας» μόνοι τους το σύνολο των φορολογικών υποχρεώσεων όλων των φορολογουμένων και ταυτόχρονης συνέχισης της εκτίναξης τεράστιων ληξιπρόθεσμων χρεών όσων δεν διαθέτουν επαρκές ή και καθόλου εισόδημα για ν’ ανταποκριθούν στις απαιτήσεις της «φορολογικής συνείδησης» τους, τσακίζοντας τη ζωή τους σε αντάλλαγμα.
Με τον οικονομικό καταναγκασμό και τα εξαναγκαστικά «μέτρα» – μεταξύ άλλων, οι προετοιμαζόμενοι ηλεκτρονικοί πλειστηριασμοί ακινήτων για χρέη πάνω από 500 ευρώ – ν’ αναλαμβάνουν δράση, προκειμένου να «υλοποιούνται» για πολλά χρόνια ληστρικά πλεονάσματα υπέρ των δανειστών και των δανείων τους, σε μια χώρα που μαραζώνει χωρίς μέλλον: Ανάμεσα στις συμπληγάδες της ανεργίας, της κατ’ επίφαση «εργασίας» και της οικονομικής συρρίκνωσης από τη μια και της αυξανόμενης γήρανσης ενός πληθυσμού, που αιμορραγεί ταυτόχρονα από την «εξαγωγή» στο «Βορρά» των πιο μορφωμένων και ταλαντούχων παιδιών του.
Φυσικά, τέτοιες αναλύσεις, σύμφωνα με κυβερνητικούς κύκλους που φαίνονται να ζουν σε άλλο σύμπαν, δεν αποτελούν παρά «καταστροφολογία».
Νεκρανάσταση νεκρών;
Οι δανειστές βεβαίως φαίνεται να έχουν τα δικά τους εναλλακτικά πολιτικά σχέδια, μεταξύ άλλων νεκρανάστασης και των ζόμπι. Όπου σε ρόλο ζόμπι θέλουν μια μεταβατική κυβέρνηση προσωπικοτήτων (λέγεται με Στουρνάρα) του αθάνατου «εκσυγχρονιστικού/μνημονιακού» μπλοκ, που θα ολοκληρώσει τις αξιολογήσεις και το μεσοπρόθεσμο και θα εξασφαλίσει αυτό που η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ σήμερα δε φαίνεται να κατορθώνει: Ν’ αποσπάσει - αλά καλοκαίρι 2015 - τη συναίνεση όλων των μνημονιακών δυνάμεων για τη μετά το 2018 εποχή.
Με αντάλλαγμα για τον Μητσοτάκη, όπως ακριβώς το 2011 για τον Σαμαρά, την προσφυγή στις κάλπες μετά την ολοκλήρωση του «έργου» της.
Αν και ο ΣΥΡΙΖΑ δύσκολα θα μπορούσε να συγκατατεθεί, καθώς σημαίνει παράδοση μιας κυβερνητικής «εξουσίας» που έχει κάνει τα πάντα για να μπορεί να συνεχίσει να την ασκεί, με αντάλλαγμα έμμεση συμμετοχή σε ένα είδος «οικουμενικής τεχνοκρατών», θα μπορούσε να «παίξει» το δέλεαρ μιας προνομιακής θέσης στο μετά το 2018 πολιτικό παιχνίδι – εφόσον αποφύγει την εκλογική συντριβή.
Το πιθανότερο βέβαια είναι ότι κι αυτό το σχέδιο θα πάει στα αζήτητα: Παρόλο που η Ιταλία – με πρόσφατο ΟΧΙ στο δικό της δημοψήφισμα – βιώνει ένα deja vou της κυβέρνησης Μόντι, στην Ελλάδα του 62% του καλοκαιριού του 2015 φαντάζει δύσκολη μια τέτοια νεκρανάσταση.
Κι εμείς τι κάνουμε;
Το κύριο θέμα βέβαια είναι αυτό που λείπει απ’ τη συζήτηση: Όχι τόσο ή κυρίως τι σχέδια έχουν και τι κάνουν «αυτοί», αλλά τι κάνουμε εμείς. Πως θα προχωρήσει πρακτικά και θα συγκροτηθεί «απ’ τα πάνω» κι «από τα κάτω» το πιο ευρύ, δημοκρατικό, πατριωτικό, αντιμνημονιακό μέτωπο ανατροπής αυτών των πολιτικών, αποξήλωσης του μνημονιακού καθεστώτος κι ανάκτησης της κυριαρχίας, με όλα τα πραγματικά εναλλακτικά ενδεχόμενα ανοιχτά ως προς την πορεία της χώρας και με τη ριζοσπαστική αριστερά στην καρδιά του.
Κι είμαστε πολλοί όσοι στηρίζουν μια τέτοια πολιτική: Όλοι όσοι σε κοινωνικό και πολιτικό επίπεδο καταλαβαίνουν ότι το κύριο θέμα δεν είναι ποια κυβέρνηση, η νυν ή η επόμενη, θ’ ασκεί ως τοποτηρητής τις μνημονιακές δυναστικές πολιτικές της Τρόικας με ή χωρίς επίσημο μνημόνιο σε μια ρημαγμένη χώρα, αλλά πως θ’ ανατραπεί αυτή η πολιτική που ερημώνει εφτά χρόνια τώρα τις ζωές της συντριπτικής πλειοψηφίας της κοινωνίας, ανοίγοντας το δρόμο μιας ριζικά διαφορετικής πορείας - όσο ακόμα υπάρχει ένα κομμάτι αυτής της κοινωνίας όρθιο.
Γιατί αν δεν προλάβουμε όσο συμβαίνει ακόμα αυτό, όπως επισημαίνει κι ο Γληνός στο «Τι είναι και τι θέλει το ΕΑΜ», οποιοσδήποτε αποτελεσματικός αγώνας θα είναι αδύνατος.
Ταυτόχρονα, μέχρι στιγμής έχουμε αποδειχτεί όλοι χωρίς εξαίρεση κατώτεροι των περιστάσεων, ο καθένας για τους δικούς του λόγους και με τους δικούς του τρόπους: Στα λόγια αναγνωρίζοντας την αναγκαιότητα, στην πράξη φροντίζοντας ο καθένας «τα του οίκου του».
Πρόκειται για ένα εξαιρετικά μικρό «σπίτι» απέναντι στο μέγεθος της κοινωνικής ανάγκης που αφήνεται να στοιχειώνει όσο και απέναντι στην ισχύ, εμπειρία και διάταξη δυνάμεων των αντιπάλων.
Για πόσο ακόμα το μήνυμα εκείνου του συγκλονιστικού 62% του καλοκαιριού του 2015 θα αντιμετωπίζει «ώτα μη ακουόντων»;