1821: Η μοίρα των μεγάλων της Πατρίδος προμάχων.(του Περικλή Καπετανόπουλου)

Αρθρογραφία 24 Μαρτίου 2017

Ψάχνοντας ανάμεσα σε παλιά βιβλία και σκονισμένες φωτογραφίες, έπεσε η ματιά μου σε ένα παλιό χειρόγραφο. Πριν από πολλά χρόνια το είχα ανακαλύψει στα κρατικά αρχεία και από τότε το είχα ξεχάσει.

Του Περικλή Καπετανόπουλου

Κοιτώντας προσεκτικότερα είδα ότι πρόκειται για αναφορά ενός παλιού αγωνιστή του 1821, ο οποίος μέσω του τοπικού διοικητή του νομού του, στα χρόνια της βασιλείας του Όθωνα (1841), ζητά δικαιοσύνη για όλα όσα είχε προσφέρει τα χρόνια της Επανάστασης, σε αίμα και θυσίες. Αλλά «στου κουφού την πόρτα, όσο θέλεις βρόντα».

Η εποχή

Μέχρι την άφιξη του ανήλικου βασιλιά Οθωνα, στις 25 Γενάρη 1833,στη καθημαγμένη από τον πόλεμο Ελλάδα οι Μοραΐτες, οι οποίοι είχαν προσφέρει τα πάντα στον υπέρ ανεξαρτησίας Αγώνα, ζούσαν με την ελπίδα ότι θα ανταμειφθούν έστω με ένα μικρό κομμάτι γης, για να ξαναχτίσουν το κατεστραμμένο από τους Τούρκους και τον Ιμπραήμ σπίτι τους, ώστε να μπορέσουν να εξασφαλίσουν τα στοιχειώδη για την επιβίωση τους.

Αντί για ανταμοιβή όμως, οι Βαυαροί , αντιμετώπισαν τους αγωνιστές σαν εχθρούς του νέου καθεστώτος. Μια από τις πρώτες ενέργειες της Αντιβασιλείας, δηλαδή των κηδεμόνων του ανήλικου Οθωνα, ήταν ο αφοπλισμός του στρατού του Αγώνα, διότι αισθάνονταν την ύπαρξη των ενόπλων αγωνιστών ως απειλή. "Οι βαυαροί, οι τρόφιμοι γραφειοκράτες του ισχνού ελληνικού προϋπολογισμού Φαναριώτες, οι γαιοκτήμονες που αποτελούσαν το κατεστημένο της εποχής- γράφει ο Μέδελσον- πίστευαν ότι κινδύνευαν "εν όσω οι άγριοι εκείνοι πολεμισταί διετήρουν εξουσίαν τινά".

Χιλιάδες παλαίμαχοι αγωνιστές, ορφανά και χήρες , πεινασμένοι και γυμνοί , εγκαταλείφθηκαν στην τύχη τους από το επίσημο κράτος. Οι άνθρωποι που με το αίμα τους λευτέρωσαν τον τόπο πετάχτηκαν "σαν τη τρίχα απ' το ζυμάρι" από τους Βαυαρούς και την Κυβέρνηση τους.

Αφοπλισμός

Έτσι τον ενθουσιασμό και τους εορτασμούς των πρώτων ημερών, διαδέχτηκε θύελλα διαμαρτυριών, όταν λίγο καιρό μετά δημοσιεύτηκε το Διάταγμα για την διάλυση του Στρατού της Επανάστασης, ( Β.Δ της 2/14 Μαρτίου 1833). Το Διάταγμα όριζε μάλιστα και τα σημεία στα οποία έπρεπε να προσέλθουν οι αγωνιστές για να παραδώσουν τα όπλα τους.

Δυο μήνες μετά τη δημοσίευση του διατάγματος , στο Άργος και κάτω από την απειλή των βαυαρικών πυροβόλων, οι αγωνιστές αναγκάζονται να παραδώσουν τα τιμημένα καριοφίλια τους. Κατά τον αφοπλισμό εκτυλίχθηκαν θλιβερές σκηνές. Ασπρομάλληδες αγωνιστές παραδίνανε τα' άρματα τους κλαίγοντας σαν τα μικρά παιδιά. Κάποιοι προτίμησαν να τα σπάσουν στους βράχους, παρά να τα παραδώσουν σε ξένα, γερμανικά χέρια.

Στη Δυτική Πελοπόννησο, ως σημεία συγκέντρωσης των αγωνιστών ορίστηκαν το Αλή Τσελεπή (Παλαιό Βουπράσιο) και η Αχαγιά. Αμέτρητοι αγωνιστές όμως ούτε τα παρέδωσαν, ούτε τα έσπασαν. Αυτούς ο γερμανικός στρατός ανέλαβε να τους αφοπλίσει με τη βία. Έτσι πολλοί αγωνιστές κυνηγημένοι διάβηκαν τον Ισθμό και πέρασαν στο τούρκικο, έξω από τα σύνορα του κράτους που είχαν ελευθερώσει με το αίμα τους , ενώ άλλοι πήραν τα βουνά και επιδόθηκαν στη ληστεία.

Όμως αν και ο στρατός του '21 διαλύθηκε, το πρόβλημα της εξοικονόμησης των απαραίτητων για τους εξαθλιωμένων αγωνιστών παρέμενε άλυτο. Μέσα στα πρώτα είκοσι χρόνια της βασιλείας, ξεσπούν σε όλη τη χώρα εξεγέρσεις.

Πρώτα η Μάνη, μετά η Ρούμελη και ο Μοριάς. Το σύνθημα της Επανάστασης "γη και ελευθερία" παρέμενε ανεκπλήρωτο.

Ο κατατρεγμός δεν περιορίστηκε στους απλούς αγωνιστές, αλλά συνέλαβαν ακόμα και το Γέρο του Μοριά και τους πρωτοκαπεταναίους της Επανάστασης, τους καταδίκασαν και τους φυλάκισαν σαν προδότες και εχθρούς της Πατρίδας!

«..Οι Βαυαροί, που ήρθαν με τον Όθωνα και κυβέρνησαν την Ελλάδα απολυταρχικά επί τριάντα ολόκληρα χρόνια (1833-1862), θα περιφρονήσουν και θα αγνοήσουν και τους φτωχούς λαϊκούς αγωνιστές του '21, που είχαν ποτίσει με ποταμούς αιμάτων το δέντρο της λευτεριάς και που τώρα ζητούσαν αποκατάσταση. Ορισμένες φορές η περιφρόνηση αυτή θα λάβη την μορφή ωμής καταδίωξης και φυσικής εξόντωσης. Κραυγαλέες περιπτώσεις οι θανατικές καταδίκες των πατριωτών στρατηγών Θεοδώρου Κολοκοτρώνη (25 Μαΐου 1834) και Γιάννη Μακρυγιάννη (16 Μαρτίου 1853), του Πλαπούτα κ.α. «Έτσι δυσαρεστημένη και αγανακτισμένη έσβησε η τάξη των αγωνιστών με το πέρασμα του χρόνου...». Απ. Βακαλόπουλος, «Τα ελληνικά στρατεύματα του 1821. Οργάνωση, ηγεσία, τακτική, ήθη, ψυχολογία», Θεσσαλονίκη 1948

Οι αγωνιστές γίνονται διακονιαραίοι

Για τη δυστυχία των αγωνιστών και των οικογενειών τους γράφει ο Μακρυγιάννης :

«...Διά τους αγωνιστάς και χήρες κι' αρφανά και δια κείνους οπού θυσίασαν το εδικό τους εις τον αγώνα της πατρίδος, και ήτον νοικοκυραίοι και τώρα είναι διακονιαραίοι, δεν έχει ψωμί η πατρίδα δι' αυτούς όλους, είναι φτωχή, και δια τον Αρμασπέρη έχει, οπούρθε ψωριασμένος κόντης κι' έφυγε μ' ένα μιλιούνι τάλαρα κι' αγόρασε εις την πατρίδα του έναν τόπον και τον έβγαλε «Ελλάς» και μουτζώνει εμάς τους ανόητους Έλληνες αυτός και οι άλλοι οι Μπαυαρέζοι και οι φίλοι τους οι εδικοί μας;

Πού' ναι τόσα μιλιούνια δάνεια, πού είναι οι πρόσοδοι, πού 'ναι οι καλύτερες γες, πού 'ναι οι μύλοι, πού 'ναι τ' αργαστήρια των Τούρκων και σπίτια, πού είναι τα περιβόλια και οι σταφιδότοποι; Ποιος τάχει παρμένα; Ο Αρμασπέρης με τους άλλους Μπαυαρέζους έδιναν των δικών μας των χαραμοταϊσμένων αυτά όλα και τους στράβωναν, κι αυτήνοι πήραν τα χρήματα και τα παίρνουν ολοένα.

Ποιους θα επιστηρίξης εδώ οπούρθες και ποιους θα προδώσης; Πού το τζάκισες αυτό το χέρι; -Στο Μισολόγγι, μου λέγει. -Πού το τζάκισα εγώ αυτό; -Στους Μύλους του Αναπλιού. -Διατί τα τζακίσαμεν; -Διά την λευτεριά της πατρίδος. -Πού 'ναι η λευτεριά και η δικαιοσύνη;» Γιάννη Μακρυγιάννη

«Απομνημονεύματα».

Όμως παρά το σκληρό πρόσωπο που έδειξε απέναντι τους η Αντιβασιλεία, οι περισσότεροι αγωνιστές, δεν καταδέχτηκαν να πάρουν τ' άρματα εναντίον της Πατρίδας την οποία λευτέρωσαν με τόσο αίμα και θυσίες. Συνέχιζαν να ελπίζουν και να γράφουν στον Οθωνα, για την άθλια κατάσταση πενίας στην οποία είχαν περιέλθει.

Αντίθετα, οι τυχοδιώκτες Γερμανοί αξιωματικοί που έφταναν στην Ελλάδα, προβιβάζονταν σε βαθμούς ανώτερους των Ελλήνων και των Φιλελλήνων που το σώμα τους ήταν γεμάτο ουλές από τις μάχες με τον εχθρό.

Την ίδια σκληρή αντιμετώπιση είχαν και πολλοί από τους πρωτεργάτες της Επανάστασης, κι ανάμεσα τους ο Νικηταράς, ο Γιάννης Θεφιλόπουλος (Καραβόγιαννος), ο Κωνσταντής Παπαδημητρόπουλος (Ανδραβιδιώτης), ο Γιάννης Μακρυγιάννης, και χιλιάδες άλλοι μπαρουτοκαπνισμένοι αγωνιστές.

Για την φύση, του βαυαρικού καθεστώτος ο καθηγητής Νικ.Ι. Πανταζόπουλος, γράφει ότι: «Η περίοδος της Απολύτου Μοναρχίας, διαρκέσασα επί δωδεκαετίαν, αν δεν δύναται να χαρακτηρισθή καθ' εαυτήν ως ξενική κατάκτησις, οπωσδήποτε παρουσιάζεται ως επίπτωσις προγενεστέρας, δηλαδή της τουρκικής κατακτήσεως»

Η αναφορά

Επανερχόμαστε όμως στην αναφορά του γέρο αγωνιστή. Ο διοικητής του νομού που, κατά νόμον, την παρέλαβε είναι χαρακτηριστικός τύπος κυβερνητικού υπαλλήλου της εποχής του. Καχύποπτος απέναντι σε κάθε αίτημα πολίτη παίρνοντας στα χέρια του την αναφορά, και πριν την διαβιβάσει προς την Κυβέρνηση, ερευνά για να διασταυρώσει αν είναι αληθή ή όχι, όσα εμπεριέχονται σε αυτήν. Μόνο αφού ολοκλήρωσε την ερευνά του, όπως ο ίδιος ομολογεί στο διαβιβαστικό του έγγραφο, υπογράφει πιστοποιώντας ως αληθείς τις πληροφορίες που συγκέντρωσε ο ίδιος.

Ποιες ήταν οι πιθανές πηγές από τις οποίες άντλησε τις πληροφορίες του ο διοικητής;

-Πρώτα-πρώτα οι παλιοί καπετάνιοι, που ζούσαν ακόμα, είχαν συμπολεμήσει, και άρα γνώριζαν, από «πρώτο χέρι» τον παλιό αγωνιστή. Από αυτούς πήρε τις πρώτες πληροφορίες.
-Έπειτα ζήτησε αναφορές από τους παράγοντες των τόπων που ο αγωνιστής ανέφερε ότι είχε πολεμήσει.
-Τέλος συμβουλεύτηκε το αρχείο της τοπικής διοίκησης και κατέληξε, συνεκτιμώντας τα, ότι όλα όσα αναγράφονται στην αναφορά, είναι αληθή.

Το συνοδευτικό έγγραφο του διοικητή έχει ως εξής:
«Προς την Επί των Εσωτερικών Β. Γραμματεία της Επικρατείας
Περί εκδουλεύσεων του αρχαίου οπλαρχηγού...

...Ο ανωτέρω (αγωνιστής) υπήρξεν εις εκ των παλαιών στρατιωτικών, διακινδυνεύσας καθ΄όλον τον καιρόν της Επαναστάσεως, απωλέσας σημαντικήν περιουσίαν, ως και αυτόν τον αδελφόν και πολλούς συγγενείς του...Συνοδεύω την αναφερόμενην αναφοράν του, με τας ακολούθους παρατηρήσεις μου εξηγούμενες από όσες αληθείς πληροφορίες περι τούτου έλαβον.

Πριν της Επαναστάσεως, η οικία του αναφερομένου, ήτο εις καλήν κατάστασιν κατά την επαρχίαν Γαστούνης. Άμα άρχισεν η Επανάστασις ούτος μετά του φονευθέντος, εις την μετά των Αράβων μάχην εις Πόρτας Σανταμερίου, αδελφού του Χρήστου, έλαβον τα όπλα και οδηγούντες μέγαλον αριθμόν πολεμιστών, επολέμουν όπου ήτο η ανάγκη και εν τούτοις μέχρι της αποκαταστάσεως των πραγμάτων.
Υπήρξεν (ο αναφερόμενος) πάντοτε εν υπολήψει οπλαρχηγός με πολλούς στρατιώτας υπό τας οδηγίας του, εξακολουθών με ζήλον και εξοδεύων εξ΄ιδίων...

Η Κυβέρνησις του Καποδιστρίου γνωρίσασα τας πολυσχιδής θυσίας του στρατιωτικού τούτου, διώρισε αυτόν αξιωματικόν Βας Τάξεως, υπό μισθόν 60 φοινίκων.

Αλλά καίτοι δικαίως έπρεπε να ανταμοιφθεί από τις κατά καιρούς Εξεταστικάς Επιτροπάς, μολαταύτα ούτε το Αριστείον απενεμήθη εις αυτόν και ούτω πως εισήλθεν εις τοιαύτην πενίαν, ώστε ιδίοις χερσίν εβιάσθη να καλλιεργεί την γην εις προκεχωρημένην ηλικίαν...
Παρακαλούμεν να διαβιβάσετε προς την Α.Μ την αποστελλομένην αναφοράν του αρχαίου τούτου στρατιωτικού, μετοχετεύουσα τας πλήρεις και αληθείς παρατηρήσεις μου, δια να δικαιωθεί ο άνθρωπος του οποίου, η από την γέννησίν του και μέχρι τούδε, η διαγωγή του ήτο ανεπίληπτος και αι διακεκριμμένες στρατιωτικές του εκδουλεύσεις άξιαι δικαίας ανταμοιβής.

Ο Διοικητής Ηλείας Α.Κριεζής.

Ας δούμε τι γράφει για την συγκεκριμμένη αναφορά ο δικηγόρος και συγγραφέας Νίκος Καραβέλος:

«Ακούστε την τραγική φωνή ενός σπουδαίου, παραγνωρισμένου, ήρωα και επαναστάτη, ...του οπλαρχηγού ο οποίος από την αρχή μέχρι το τέλος της επανάστασης έδωσε τα πάντα για την υπόθεση της πατρίδας μας... Έδωσε την ψυχή, την υγεία, την περιουσία του».

Τα όσα μας αποκαλύπτει με την αναφορά του ο «παραγνωρισμένος, ήρωας, επαναστάτης και οπλαρχηγός», θα μπορούσαν να αποτελούν την προσωπική ιστορία καθενός από τους αγωνιστές του ΄21, γιατί η γερμανική καμαρίλα που περιέβαλλε τον Οθωνα, δεν ασχολήθηκε «με το δράμα των αγωνιστών που απελευθέρωσαν την Ελλάδα και την πείνα που τους έγδαρε» όπως σημειώνει εύστοχα ο Ν.Καραβέλος.

Η αναφορά του γερο-καπετάνιου

«Πενία καταμαστίζουσα πολυμελή οικογένειαν μου, έχουσα εις μόνον εμέ το στήριγμα της με βιάζει, Βασιλεύ, να υποβάλλω ευσεβάστως την παρούσαν μου, και δ' αυτής επιστήσω. την εις εμέ αδικίαν γινομένην προ τοσούτου καιρού.

Μεταξύ των λαβόντων μέρος εις την Ιεράν Επανάστασίν μας κατά την Ηλείαν, είμαι και ο αναφερόμενος, υπηρετήσας το κατά δύναμην.

Παρευρεθείς εις την πρώτην μάχην του Χλουμουτσίου κατά των Οθωμανών Γαστουναίων, διετέλεσα εις όλας τας Πολιορκίας των Πατρών, ευρέθην εις το Μεσολόγγιον με τους υπ' εμέ, όταν επολιορκείτο υπό του Ομέρ Βρυώνη, εκινήθην παντού, όπου εκάλει ανάγκη, εις τας κατά του Ιμπραήμ Πασσά (δυσανάγνωστη λέξη), συνήψα μεθ' ενός των (στρατιωτικών) σωμάτων του, πεισματώδη και άνισον μάχην εις Πόρτας, περί το βραχοτάμπουρον, όπου έχασα τον νεώτερον αδελφόν μου Χρίστον, το μόνον υποστήριγμα μου, και δύο από πατρός θείους μου, στείλας δε εις τον Άδην εκατόμβας εχθρών, ως βεβαιούται κοινώς, και απωλέσας την περιουσίαν μου, και μετ' αυτής το δίπλωμα της Χιλιαρχίας μου, με το οποίον μ΄ετίμησεν η τότε Εθνική Κυβέρνησις.

Συνεισέφερα , Μεγαλειότατε, χρηματικώς, μισθοδοτών τους ακολουθούντας με στρατιώτης, και μη φαινόμενος αδιάφορος εις τους εράνους, οίτινεςεθεσπίζοντο δια την ανάγκην της Πατρίδος μου.

Τέλος πάντων έπραξα, οτι έπρεπε, μείνας πτωχός και μετ' εμού οκτώ άτομα της οικογενείας μου, δια την διατροφήν των οποίων αναγκάστηκα, γεωργών ιδίοις χερσί την γην ήδη, όθε η ηλικία μου προέβη.

Επισυνάπτω πιστοποιητικόν του ταγματάρχου κ. Δεληγιώργη, πιστοποιούν την υπαρξήν μου ως αξιωματικού επί της Επαναστάσεως μας, παρευρευθείς (δύο δυσανάγνωστες λέξεις) εις τον αγώνα, και αντίγραφον διπλώματος μου, δι' ου επί Κυβερνήτου εδιορίσθην αξιωματικός β κλάσεως, μισθοδοτούμενος από 60 φοίνικας κατά μήνα.

Όταν ευδοκήσατε, Μεγαλειότατε, να συστήσετε τας εξεταστικάς των εκδουλεύσεων επιτροπάς, εφρόντισα εις μεν την πρώτην να διευθύνω τα έγγραφα μου και έκθεσιν των εκδουλεύσεων μου, και εις την δευτέραν επανηλλειμένως ανέφερον, εξαιτήσας την βαθμολογίαν μου, την οποίαν ως επληροφορήθειν έλαβον, σημειωθείς εις την τάξιν των ταγματαρχών, αλλά χείρ ανόσιος εξήλειψε το ονομά μου από το Μητρώον, θέσασα άλλο, για να με φέρει εις την πλέον δύστυνον κατάστασιν.

Δεν μοι μένοι άλλη ελπίς, παρ' η προς την Υ.Μ προσφυγή, δια να δικαιωθώ (δυσανάγνωστος λέξη) επι τούτων. Ευαρεστηθείτε, Μεγαλειότατε, να εξετάσητε τους οπλαρχηγούς της Πελοποννήσου περί εμού, και θέλετε εύρει την κοινήν ομολογίαν των αναφερομένων μου και ίσως περί πλειοτέρων, αφ' όσα εγώ αναφέρω.

Η Διοίκησις της Ηλείας αφ' ετέρου είναι εκτενώς πληροφορημένη περί της πρώτης καταστάσεως της οικογενείας μου, των εκδουλεύσεων μου, και της ήδη δυστυχίας εις ην διάκειμαι.και δεν φέρω αμφιβολία ότι θέλει δώσει τας αληθεστέρας πληροφορίας.

Και μολοταύτα, Βασιλεύ, αδικούμαι .και η γενειθήσα εις εμέ αδικία, φέρει εις όλεθρον οκτω μέλη της οικογενείας μου, καταμαστιζόμενα υπο πενίας, και εμέ μέχρι τέλους, μη δυνάμενος ν' αδιαφορώ εις την καταστασίν μου...»

Η φωνή του γέρου αγωνιστή και προμάχου της Πατρίδος, απηχούσε όλους εκείνους τους αγωνσιτές του 1821 που γνώρισαν την περιφρόνηση από την διοίκηση της Οθωνικής περιόδου, αλλά και από του Γεωρίου του Α.

Τελικά ο συντάξας την αναφορά αγωνιστής πέθανε αδικαίωτος και πένης.

Όπως σημειώνει σε αναφορά του προς την « Σεβαστήν επί των Στρατιωτικών Εκδουλεύσεων Επιτροπήν του Αγώνος» το 1865, ο γιός του Δημήτριος, ο πατέρας του «...εισήλθεν εις τον τάφον κατά το 1856 αδικημένος...Τοιαύτη υπήρξεν η μοίρα των μεγάλων της Πατρίδος προμάχων...». Αυτή ήταν η τελευταία επιτροπή που εξέτασε παρόμοια αιτήματα, παλιών αγωνιστών και των κληρονόμων τους.

Αυτό το φαινόμενο της εξοντωτικής συμπεριφοράς της άρχουσας τάξης του 19ου αιώνα προς τους ηρωικούς αγωνιστές του '21 βρήκε την έκφρασή του και σε λογοτεχνικά κείμενα γεγονός που υποδηλώνει την ένταση που είχε και την χρονική έκταση της απήχησής του. Χαρακτηριστική είναι η έμμετρη αναφορά που μας δίνει το ποίημα του Γ.Σουρή το 1885:

ΑΓΩΝΙΣΤΟΥ ΤΙΝΟΣ ΘΑΝΑΤΟΣ ΕΛΕΕΙΝΟΣ

Απάνω σε παληόσκαμνα μια κάσσα στηριγμένη
είχ' ένα γέροντα νεκρό με ρούχα λερωμένα,
απ' τη μεγάλη γενεά αυτή τη δοξασμένη,
που τόσο αγωνίστηκε εις το Εικοσιένα.

Κανείς δεν τον εγνώριζε, κανείς δεν τον τιμούσε,
και όμως μια φορά κι' αυτός με δόξα πολεμούσε.

Στη δεξιά του τη μεριά ολιγοστό λιβάνι
σε κεραμίδι έκαιγε με τόση ευωδία,
κι αριστερά ένα πανί, όποιος περνά να βάνη
λίγα λεπτά για να γενή του γέρου η κηδεία.

Κανένας δεν τον έκλαιγε, μόνον ένα κλητήρα
είδαν να στέκη όρθιος εις της αυλής τη θύρα.

Αυτός που αγωνίστηκε για την Πατρίδα μόνον
Κι' επέρασε με το σπαθί της νειότης του τα χρόνια,
έλαβε ως αντάλλαγμα των τόσων του αγώνων
τη φτώχια και την φοβερή του κόσμου καταφρόνια.

Και ζωντανός δοκίμασε απ' όλους μας τη χλεύη,
και μεσ' στην κάσσα του νεκρός ακόμα ζητιανεύει.

Το ΄21 και τα Μνημόνια

Σήμερα, 196 χρόνια μετά τον Αγώνα της Ανεξαρτησίας, ο ελληνικός λαός στην πλειονοτητά του βιώνει μια πρωτόγνωρη κατάσταση, την χειρότερη μετά το 1821, γιατί σήμερα δεν υπάρχει ελπίδα για αναγέννηση. Η εθνική ανεξαρτησία εχει και τυπικά παραχωρηθεί στους ξενους δυνάστες, που είναι οι Γερμανοί, όπως και τότε ήταν οι Βαυαροί (Καπετανόπουλος,2012,ΕλΑ).

Τα επτά πέτρινα χρόνια των μνημονίων, χιλιάδες Ελληνες και Ελληνίδες μπήκαν πρόωρα στον τάφο από την πείνα, τις στερήσεις και την έλλειψη ιατρικής φροντίδας, δεκάδες χιλιάδες λιμοκτόνησαν, εκατομμύρια βλέπουν την ξένη ακρίδα να ρημάζει την Ελλάδα καινα τους παίρνει τα πατρογονικά τους.

Εξ΄αιτίας των ακραίων συνθηκών που βιώνουμε, εμείς οι απόγονοι των αγωνιστών της Ανεξαρτησίας, φαντάζει επίκαιρο το επαναστατικό τραγούδι της εποχής του απολυταρχικού καθεστώτος του 'Οθωνα:

Εως πότε η ξένη ακρίδα
έως πότε κουφός Βαυαρός
θα ρημάζει τη δόλια πατρίδα
σηκωθείτε αδέλφια, καιρός!

Στη φωτογραφία ο υπογράφων την αναφορά αγωνιστής του ΄21, Καπετάν Κωνσταντής Ανδραβιδιώτης.

Στο στήθος του φέρει το Αργυρό και Χάλκινο Αριστείο του Αγώνα της Ανεξαρτησίας

http://www.agroeconomy.gr/article.php?id=691 

Προβλήθηκε 2379 φορές