Τα τελευταία 7 χρόνια, κανείς δεν μπορεί να διαψεύσει πως ζούμε σε ένα τελείως διαφορετικό καθεστώς απο αυτό, που ζούσαμε απο τις 10 Μαϊου 2010 και πρίν.
Διανύουμε, ίσως, την δυσκολότερη περίοδο οικονομικής κρίσης και δυσπραγίας της σύγχρονης Ελλάδας. Όπως όλοι ξέρουμε και αντιλαμβανόμαστε, η οικονομία είναι άρρηκτα συνδεδεμένη με την πολτική και την κοινωνία. Άρα η κρίση είναι τόσο πολιτική, όσο και κοινωνική.
Δεν είναι λίγοι εκείνοι οι συνάνθρωποί μας, οι οποίοι σταδιακά έχουν ξεπεράσει το όριο της φτώχιας απο τα πρώτα κιόλας χρόνια της ύφεσης. Έτσι ενα μεγάλο μέρος του πληθυσμού έχει ευαισθητοποιηθεί και προσφέρει όσα υλικά αγαθά μπορεί, ώστε να βοηθήσει εκείνους που το χρειάζονται.
Με την καθημερινή προσφορά στον γείτονα, τον επαίτη, με την συμμετοχή σε κληρώσεις αγοράζοντας πρώτα έναν λαχνό και δηλώνοντας την παρουσία τους σε σημαντικά κοινωνικά γεγονότα, οι πολίτες συμμετείχαν ενεργά σε αυτό που ονομάζουμε φιλανθρωπία, πολύ πριν οποιαδήποτε κρίση.
Έτσι και την σημερινή προσφορά κάποιος θα μπορούσε να την χαρακτηρίσει απλή φιλανθρωπία - που στην πραγματικότητα υποβόσκει ένα αίσθημα υπεροχής - όμως ονομάζεται κοινωνική αλληλεγγύη και διαφέρει απο την φιλανθρωπία ως προς τον τρόπο που ο ένας πολίτης αντιμετωπίζει τον αλλον πολίτη.
Με άλλα λόγια, κάποιος φιλάνθρωπος συνηθίζει να βλέπει αυτόν που βοηθάει με τέτοιο τρόπο που τον λυπάται, και πιο λαϊκά τον αποκαλεί <<κακομοίρη>>.
Απο την άλλη, εκείνος, ο οποίος προσφέρει κοινωνίκη αλληλεγγύη θεωρεί τον συνάνθρωπο που βοηθάει ομοιοπαθή του και τον βοηθά εθελοντικά με την πεποίθηση οτι θα του δώσει ενα χερι να σηκώθει!
Οι δράσεις που φέρουν το όνομα της κοινωνικής αλληλεγγύης και συνοχής δεν είναι καθόλου λίγες! Ξεκινώντας απ'το κοινωνικό παντοπωλείο που στηρίζει όλο τον χρόνο τους άπορους έως και τα κοινωνικά ιατρεία, στα οποία εργάζονται εθελοντικά γιατροί όλων των ειδικοτήτων.
Επιπλέον σχεδόν κάθε μήνα ακούμε για διαφόρων ειδών κοινωνικούς πάγκους των δήμων, που στήνονται με σκοπό την συλλογή ειδών δεύτερης διαλογής (απο φαγητό μέχρι ρούχα και παιχνίδια) και όχι μόνο.
Βλέπουμε, λοιπόν, πως όταν είναι πραγματικά δύσκολες οι καταστάσεις που διαδραματίζονται σε μια κοινωνία, έτσι και στην δική μας, το μεγαλύτερο μέρος του πληθυσμού ενεργοποιείται και υπακούει στην υποχρέωση που έχουν ως πολίτες αποδίδοντας ενα, τουλάχιστον, πολύ καλό ποσοστό επιτυχίας στην προσπάθειά ανάπτυξης της κοινωνικής συνοχής.
Ή ετσι βλεπουμε εμεις οτι γινεται.
Τί γίνεται όμως με αυτή την όμαδα ανθρώπων, η οποία παρόλο που ανήκει στην μειοψηφία, είναι προνομιακή και τα δικά της αιτήματα γίνονται πάντα δεκτά;
Πρόκειται συνήθως για επιχειρηματίες της υψηλής τάξης, για εφοπλιστές, τραπεζίτες κ.α., των οποίων τα αιτήματα βρίσκονται πάντα στην απέναντι πλευρά της τραμπάλας των αιτημάτων της πλειοψηφίας.
Κατά την προσωπική μου άποψη, οι άνθρωποι αυτοί, έχοντας απώτερο σκοπό το κέρδος, υιοθετούν σκόπιμα τις απόψεις κυρίως των βρετανικών και γερμανικών Μ.Μ.Ε., τα οποία μέσα σε όλα τα άλλα προβληματα που βρίσκουν στον ελληνικό λαό, υποδεικνύουν και το πόσο '' τεμπέληδες'', ''ανάξιοι'' και ''ποταποί'' είναι οι Έλληνες.
Ειδικότερα εκείνοι που εργάζονται στον δημόσιο τομέα. Έτσι πείθοντας τον κόσμο - και απο οτι φαίνεται και τους ίδιους τους υπαλλήλους - εξειδανικεύουν τον ιδιωτικό τομέα, κάνοντας τον ,''Γή της Επαγγελίας''.
Νόμιμα εκμεταλλευόμενοι τους υπαλλήλους τους κατορθώνουν τον σκοπό τους, το κέρδος.
Η κατάσταση αυτή εχει άμεση σύνδεση με την τελικά δυσλειτουργική κοινωνική συνοχή.
Διότι, όλοι εκείνοι έχουν φοβηθεί, πειστεί, αποδεχτεί οτι δεν είναι σε θέση να προσφέρουν πραγματικά στο κομμάτι αυτό των συνανθρώπων τους, οι οποίοι έχουν ανάγκη την προσφορά τους.
Και αυτό, βέβαια, δεν είναι μια απλή θεωρία.
Είναι εμπειρία απο εκείνες που δεν θα μετανοιώσω ποτέ που έζησα, γιατί διαφορετικά θα ζούσα ακόμα σε αυτό το ροζ συνεφάκι, στο οποίο συγκινούμουν κάθε φορά που έβλεπα τις Μ.Κ.Ο., την εκκλησία και πολλά απο τα κοινωνικά bazzar, να προσφέρουν στο κόσμο που έχει την ανάγκη τους.
Και προσγειώθηκα απο αυτό το συνεφάκι με τον χειρότερο τρόπο, με ένα τρόπο, όμως, που κατάλαβα τον κόσμο μας. Και αυτός σίγουρα δεν ήταν η κοινωνική ''προσφορά'', η κοινωνική ''αλληλεγγύη''.
Κλείνοντας καταγγέλω την κοινωνική πολιτική, όχι επειδή δεν υπάρχει, αλλά επειδή υπάρχει και λειτουργεί σε βάρος της πλειοψηφίας, η οποία τους έχει ανάγκη.
Και σε αυτό το σημείο έρχεται το ερώτημα που δεν ξέρω να απαντήσω...
Πόσοι είναι τελικά εκείνοι που πραγματικά νοιάζονται και υπακούν στο χρέος τους ως πολίτες μοιράζοντας κοινωνική αλληλεγγύη και προσπαθώντας για την ανάπτυξη της κοινωνικής συνοχής;
Ας σκεφτούμε πώς πρέπει να αντιδράσουμε.
Ας σκεφτούμε πώς πρέπει να ΔΡΑΣΟΥΜΕ.
Σελλά Γιώτα
Σπουδάστρια ΙΙΕΚ ΑΛΦΑ Γλυφάδας