''Το Κυπαρίσσι'' (του Νίκου Καραβέλου)

Αρθρογραφία 24 Μαρτίου 2021

του Νίκου Καραβέλου

[ Για τη μεγάλη αυριανή ημέρα!
Για την Ελευθερία και την Εθνική Ανεξαρτησία!
Για το αίμα που χύθηκε!
Για το 1821 και την Εθνική μας Αντίσταση!
(φτωχό αφιέρωμα από το βιβλίο μου:"Χωρίς γραβάτα", εκδόσεις " Γαβριηλίδης" ,έτος 2014) ]


Είναι γεγονότα που λες και συμβαίνουν σπάνια. Ή τουλάχιστον όχι τόσο συχνά, που δε γίνονται αντιληπτά σε καθημερινή βάση. Ένας υπόγειος σεισμός, μια πυρκαγιά, κάπου μακριά, μια σοβαρή ασθένεια, μια στημένη δικαστική απόφαση. Ο αντίκτυπος είναι δυσανάλογα μεγάλος σε σχέση με τη συχνότητα επέλευσης του φαινομένου. Οι συνέπειες ενίοτε μη θεραπεύσιμες.


Ένα τραπέζι που έχει στην ακρούλα του μόνο μια βρωμισιά, δε θα πούμε ποτέ ότι είναι ένα καθαρό τραπέζι που στην άκρη του είναι βρώμικο. Θα πούμε ότι είναι ένα βρώμικο τραπέζι.


Είχα λάβει μια σχετική πείρα από στημένες δικαστικές αποφάσεις. Δεν είναι τόσο η στιγμή που βιώνεις το βιασμό, να μιλάς δηλαδή σε ώτα μη ακουόντων. Είναι όταν συνειδητοποιείς τι έχει συμβεί πριν. Όταν αντιλαμβάνεσαι ότι υπήρξε συνεννόηση από πριν. Όταν η πλάστιγγα της δικαιοσύνης δε γέρνει με βάση το νόμο της βαρύτητας των αποδείξεων αλλά με το νόμο της δύναμης της εξουσίας. Το φαινόμενο είναι τόσο παλιό όσο και η ηλικία των κοινωνιών. Δε λέω πως είναι γενική διαπίστωση. Λαμπρά παραδείγματα δικαστών διαψεύδουν τις προηγούμενες θλιβερές διαπιστώσεις, μέχρι που σκάει πάλι κάποιο γεγονός και το τραπέζι ξαναγίνεται βρώμικο. Το πρόβλημα δεν είναι τόσο όταν βιώνεις τη βαρβαρότητα τη στιγμή της δίκης, είναι όταν ξέρεις πως θα συμβεί πριν από τη δίκη. Και πηγαίνεις όχι σε ανοιχτό πεδίο δικαστικής μάχης αλλά σε ενέδρα.


Πίσω από κάθε στημένη δικαστική υπόθεση υπάρχει πάντα ο δικηγόρος. Χωρίς βρώμικο δικηγόρο, δεν υπάρχει στημένος δικαστής. Όποιος αρνείται αυτή τη διαπίστωση ή είναι βλαξ ή αποτελεί μέλος της απεχθούς αυτής συμμορίας.

Ένας παλιός έλεγε κάποτε: «Η δικαιοσύνη είναι σαν το κυπαρίσσι. Στη βάση γερό, σχεδόν ακλόνητο. Είναι τα δικαστήρια του πρώτου βαθμού. Στη μέση του λικνιζόμενο. Είναι τα εφετεία. Στην κορυφή πηγαίνει όπου φυσάει ο άνεμος. Είναι τα ανώτατα δικαστήρια».


Στις 26-5-1834 δημοσιεύθηκε η υπ’ αριθμ. 449 απόφαση καταδίκης των Κολοκοτρώνη και Πλαπούτα με εντολή του τότε πληρεξουσίου της δικαιοσύνης Σχινά, ενεργούμενου λακέ του νομομαθούς Μάουρερ. Ενός από τους τρεις αντιβασιλείς που εκπροσωπούσαν την πρώτη γερμανική κατοχή της χώρας μας. Δεν είναι τυχαίο ότι όσοι εκπροσωπούν και εξυπηρετούν ξένα συμφέροντα εμφανίζονται και ενεργούν πάντα ως τριάδες. Τριάδες και τότε, τριάδες και σήμερα. Τότε οι Άρμανσμπεργκ, Μάουρερ και Έιντεκ, ως εντολοδόχοι του βασιλιά της Βαυαρίας Λουδοβίκου. Σήμερα η γνωστή τριάδα, αποτελούμενη από απλούς εντολοδόχους της τραπεζικής γερμανικής διοίκησης κατοχής. Τα ονόματά τους θα τα γράψει η Ιστορία με τα ίδια χρώματα που κατέγραψε και την παλαιότερη εκείνη τριάδα. Μόνο που εκείνοι ήταν ξένοι.

Την απόφαση αυτή υπέγραψαν φαρδιά πλατιά με χέρι τρεμάμενο τρεις δικαστές: Βούλγαρης, Σούτσος και Φραγκούλης. Αρνήθηκαν να την υπογράψουν ο Αθανάσιος Πολυζωίδης, πρόεδρος του δικαστηρίου, και ο Γεώργιος Τερτσέτης. Και όχι μόνο αρνήθηκαν να υπογράψουν, αλλά αρνήθηκαν και να ανέβουν στην έδρα τους προκειμένου να δημοσιευθεί η απόφαση, με την οποία θα καρατομούνταν οι ήρωες του ’21 Κολοκοτρώνης και Πλαπούτας. Και τούς ανέβασαν με το στανιό, με κλωτσιές και μπουνιές, και σηκωτούς οι Γερμανοί χωροφύλακες. Και τους κάθισαν με το ζόρι στην έδρα τους, έχοντας τις ξιφολόγχες στο κεφάλι τους. Και την απόφαση ανέγνωσε ο γραμματέας του δικαστηρίου Ζώτος.

Οι τρεις υπογραφές των επίορκων δικαστών Βούλγαρη, Σούτσου και Φραγκούλη, αποτελούν εσαεί το όνειδος της δικαιοσύνης. Τα δύο κενά στις υπογραφές των Πολυζωίδη και Τερτσέτη αποτελούν τη δόξα της. Βλέπουμε και πάλι ότι δυστυχώς οι πλειοψηφίες είναι με το μέρος των συμβιβασμένων.


Μόλις αναγνώστηκε η απόφαση, την επόμενη μέρα ο αντιβασιλέας Μάουρερ έκανε τον περίπατό του στους δρόμους του Αναπλιού σαν να μη συνέβαινε τίποτα. Τον είδε ο Τερτσέτης από το παράθυρό του και γεμάτος αγωνία για την τύχη των στρατηγών κατέβηκε γρήγορα να τον συναντήσει για να τον παρακαλέσει να μην εκτελεστεί η ποινή.

«Εξοχότατε, μπορώ να σας απασχολήσω;»
Ο Μάουρερ τον κοίταξε βλοσυρός και επιτάχυνε το βήμα λέγοντας:
«J’ai n’ai pas le temps» (Δεν έχω χρόνο).
«Χτυπήστε με, αλλά ακούστε με πρώτα. Αυτή η κουβέντα έσωσε κάποτε την Ελλάδα» (εννοώντας τη ρήση του Θεμιστοκλή προς τον ναύαρχο Ευρυβιάδη πριν από τη ναυμαχία της Σαλαμίνας), είπε ο Τερτσέτης ακολουθώντας τον.
Ο Μάουρερ χωρίς να τον κοιτάξει απάντησε ξανά:
«J’ai n’ai pas le temps». (Δεν έχω χρόνο).
«Μη σώσεις» ήταν η απάντηση του Τερτσέτη.
Έπειτα χώρισαν «πλάτη με πλάτη».


Αυτό το «μη σώσεις» είναι η φράση που σώζει μέχρι και σήμερα την τιμή της δικαιοσύνης.
Αυτό το γύρισμα της πλάτης...

Προβλήθηκε 750 φορές