«Έφυγε» τα ξημερώματα, πλήρης ημερών, ο διακεκριμένος ζωγράφος Γιώργος Δρίζος.
Γεννήθηκε το 1930 στην Αθήνα, όπου ζούσε μέχρι σήμερα. Ήταν το πρώτο παιδί φτωχής οικογένειας, με ρίζες στη Χίο και την Μικρά Ασία, που στέριωσε στην Καισαριανή, μετά την Μικρασιατική καταστροφή.
Με καθηγητή τον Σπύρο Βικάτο, έκανε ελεύθερες σπουδές για να καταξιωθεί στη συνέχεια, μέσα από πολλές ατομικές και ομαδικές εκθέσεις, όχι μόνο στην Ελλάδα, αλλά και στο εξωτερικό.
Θεματική αφετηρία του ήταν η φύση και το ελληνικό τοπίο, αλλά κυρίως τα νησιά. Η τέχνη του χαρακτηρίζονταν αρχικά από τη χρησιμοποίηση τύπων της ζωγραφικής της υπαίθρου και το ιμπρεσιονιστικό ιδίωμα, σε συνδυασμό με μια εξπρεσιονιστική διάσταση. Όταν ζωγράφιζε με χρωματική στερεότητα πρόβαλε τους αισθητικούς ερεθισμούς που προκαλούν τα τοπία, στοιχεία τα οποία εξύμνησε και ο αείμνηστος Παναγιώτης Τέτσης στην Ακαδημίας Αθηνών.
Μεταξύ άλλων, είχε λάβει μέρος σε πολλές πανελλήνιες εκθέσεις του Ζαππείου, αλλά και στην έκθεση «Σύγχρονοι Έλληνες Ζωγράφοι και Χαράκτες», που οργάνωσε η Εθνική Πινακοθήκη της Αθήνας στην Κύπρο, το 1978, στο Δημοτικό Πνευματικό Κέντρο Έκθεση Διεθνούς Ένωσης Ελλήνων Καλλιτεχνών I.A.G.,1975, κ.ά.
Αξίζει να αναφερθεί ότι το 1975 τύπωσε σε λιθογραφίες σειρά από δέκα σχέδιά του με θέμα την Κατοχή, οι οποίες φιλοξενούνται και στο Μουσείο «Lohamei», στο Ισραήλ.
Έλαβε μέρος στην εικονογράφηση ημερολογίων του Ταχυδρομικού Ταμιευτηρίου (1978 έως 1982), όπως και πολλά βιβλία και ποιητικές συλλογές, ενώ το 1993 η Κτηματική Τράπεζα της Ελλάδος τύπωσε έργο του, που ανήκει στη συλλογή της, σε 220 αριθμημένες μεταξοτυπίες.
Το 1980, ύστερα από επιλογή του Οργανισμού Τουρισμού της Γερμανίας, και σε συνεργασία με τον ΕΟΤ, του ανατέθηκε να φιλοτεχνήσει τρεις ακουαρέλες που διατέθηκαν ως αφίσες στις χώρες της Ευρώπης, με σκοπό την προβολή τριών Ελληνικών νησιών (Ύδρα, Σκόπελος, Κρήτη –Χανιά).
Επί σειρά ετών (1977-1989) διετέλεσε καλλιτεχνικός σύμβουλος του Ταχυδρομικού Ταμιευτηρίου. Σχεδίασε, ακόμη, το «Μνημείο των Αποδήμων Κυθηρίων», στο χωρίο Φράτσια Κυθήρων. Τα Κύθηρα, άλλωστε, ήταν για τον ίδιο το δεύτερο σπίτι του, τόπος αστείρευτης έμπνευσης, όπου κατοικούσαν τις τελευταίες πέντε δεκαετίες τους καλοκαιρινούς μήνες, με την πολυαγαπημένη του σύζυγο, Φρύνη, λαϊκός ζωγράφος και η ίδια.
Έργα του Γιώργου Δρίζου κοσμούν-μεταξύ άλλων-την Εθνική Πινακοθήκη, το μουσείο Σύγχρονης Τέχνης του Ίωνα Βορρέ, το Υπουργείο Παιδείας , η Εθνική Τράπεζα της Ελλάδος, η Πινακοθήκη Καλαμάτας , η Κτηματική Τράπεζα Ελλάδος, το Ταχυδρομικό Ταμιευτήριο, το Υπουργείο Γεωργίας το Υπουργείο Πολιτισμού , η Πινακοθήκη του Φιλολογικού Συλλόγου Παρνασσός , το Μουσείο «Lohamei» στο Ισραήλ,δημοτικές και ιδιωτικές συλλογές στην Ελλάδα Ολλανδία, Γερμανία , Γαλλία ΗΠΑ, Ελβετία, Ισραήλ, Αγγλία, η τράπεζα EUROBANK κ.ά.
Με αφορμή το «Έτος Κ.Π. Καβάφη», που ανακήρυξε το 2013 το υπουργείο Παιδείας και Θρησκευμάτων, Πολιτισμού και Αθλητισμού (ΥΠΑΙΘΠΑ), τιμώντας την επέτειο των 150 χρόνων από τη γέννηση του μεγάλου Έλληνα Αλεξανδρινού μας ποιητή, ο Γιώργος Δρίζος προσέφερε το πορτρέτο του, που φιλοτέχνησε το 1964, στο Μουσείο Καβάφη στην Αλεξάνδρεια.
Το 2015 από τις ελβετικές εκδόσεις Verlag an der Friedensgasse κυκλοφόρησε και ένα βιβλίο του Γιώργου Δρίζου, που απέσπασε πολύ καλές κριτικές. Πρόκειται για μια πολυτελής έκδοση με 17 κολάζ-δουλειές του, πάνω σε αντίστοιχο αριθμό ποιημάτων του Κ.Π. Καβάφη, τα πιο αντιπροσωπευτικά, όπως τα: ‘Ιθάκη’, ‘Περιμένοντας τους βαρβάρους’, ‘Απολείπειν ο Θεός Αντώνιον’, ‘Τείχη’, ‘Θερμοπύλες’, ‘Η Πόλις’, ‘Κεριά’, αλλά και ποιήματα, που είναι προσωπικές επιλογές του Γιώργου Δρίζου, όπου υποθέτουμε ότι τον ενέπνευσαν περισσότερο, όπως τα: ‘Μάρτιαι Ειδοί’ και ‘Άγε, ω Βασιλεύ Λακεδαιμονίων'”.
Για τα 90χρονά του, η Γκαλερί «'Αργώ» στο Κολωνάκι διοργάνωσε το Δεκέμβριο του 2019 την τελευταία μεγάλη αναδρομική του έκθεση, γεγονός που τον είχε χαροποιήσει ιδιαίτερα.
Η κηδεία του θα γίνει αύριο το πρωί στο Νεκροταφείο του Βύρωνα, σε στενό οικογενειακό κύκλο.