Ενα πολύπλοκο, τριπλό σύστημα εντοπισμού του μελλοντικού θύματός τους διαθέτουν τα κουνούπια, τα οποία χρησιμοποιούν πρώτα την όσφρηση, ύστερα την όραση και στο τέλος τους ανιχνευτές θερμότητάς τους για να προσγειωθούν με ασφάλεια στον στόχο τους.
Και αυτό το επιτυγχάνουν ακόμη και αν απέχουν 50 μέτρα από αυτόν, σύμφωνα με μια νέα έρευνα.
Βιολόγοι από το Ινστιτούτο Τεχνολογίας της Καλιφόρνιας ? το περίφημο Caltech ? κατέγραψαν τη συμπεριφορά πεινασμένων κουνουπιών μέσα σε μια αεροδυναμική σήραγγα, διαπιστώνοντας ότι από απόσταση δεκάδων μέτρων έλκονταν από μια πηγή διοξειδίου του άνθρακα.
Καθώς την πλησίαζαν, εστίαζαν σε μια μαύρη κηλίδα και, τέλος, σε πολύ μικρότερες αποστάσεις έλκονταν από μια πηγή θερμότητας.
Τα ευρήματα αυτά, τα οποία δημοσιεύονται στην επιθεώρηση «Current Biology», ενισχύουν εκείνα προγενέστερων μελετών που είχαν δείξει ότι η επιλογή του επόμενου γεύματος των κουνουπιών είναι ολόκληρη επιστήμη.
Πριν από λίγα χρόνια, λ.χ., αμερικανοί επιστήμονες είχαν ανακαλύψει ότι τα κουνούπια αντιλαμβάνονται την παρουσία μας μέσω τριών ειδών οσφρητικών υποδοχέων που διαθέτουν. Το ένα ανιχνεύει το διοξείδιο του άνθρακα που απελευθερώνεται με κάθε εκπνοή, το άλλο τα ίχνη μιας χημικής ουσίας που υπάρχει στην ανάσα και στον ιδρώτα και λέγεται οκτενόλη, και το τρίτο το μείγμα από τις υπόλοιπες ουσίες που συνθέτουν τη μυρωδιά του σώματος (οι ουσίες αυτές είναι τουλάχιστον 350).
Αλλες μελέτες είχαν δείξει ότι μπορούν να αντιλαμβάνονται και την εικόνα του σώματος, καθώς και τη θερμοκρασία του. Ωστόσο έως τώρα παρέμενε ασαφές με ποια σειρά τα χρησιμοποιούν όλα αυτά.
«Με την έρευνά μας κατορθώσαμε να διαμορφώσουμε πλήρη εικόνα για το πώς συνεργάζονται όλες αυτές οι αισθήσεις για να εντοπιστεί ο άνθρωπος από το κουνούπι» δήλωσε ο επικεφαλής ερευνητής δρ Μάικλ Ντίκινσον, καθηγητής Βιολογικής Μηχανικής στο Caltech.
«Το κλειδί του πειράματος ήταν να ξεχωρίσουμε τα διάφορα οσφρητικά, οπτικά και θερμικά ερεθίσματα και να καταγράψουμε με ποια σειρά προσείλκυαν τα κουνούπια».
Αυτό το κατάφεραν προσθέτοντας κάθε ερέθισμα ξεχωριστά στη σήραγγα, άλλοτε ως πρώτο και άλλοτε ως μεσαίο ή τελευταίο.
Ετσι, έκαναν στο πάτωμα της σήραγγάς τους μια μαύρη κηλίδα και περίμεναν την αντίδραση των κουνουπιών. Οταν είδαν πως την αγνοούσαν, πρόσθεσαν την πηγή θερμότητας. Οταν και πάλι δεν έγινε τίποτα, αφαίρεσαν την πηγή της θερμότητας και πρόσθεσαν την πηγή του διοξειδίου του άνθρακα - και τότε είδαν ότι τα κουνούπια πρώτα κατευθύνονταν στην πηγή αυτή και στη συνέχεια στην κηλίδα.
Με άλλα λόγια, «τα έντομα πρόσεχαν το οπτικό ερέθισμα μόνο όταν προϋπήρχε το οσφρητικό, επειδή προφανώς το διοξείδιο υποδηλώνει την παρουσία ενός θύματος κάπου εκεί κοντά» εξήγησε ο δρ Ντίκινσον. «Επομένως το οσφρητικό ερέθισμα πιθανότατα εξασφαλίζει ότι δεν θα χάσουν τον χρόνο τους αναζητώντας στόχους όπως λ.χ. οι τοίχοι ή τα έπιπλα».
Με επόμενα πειράματα, επιβεβαίωσαν ότι η πηγή της θερμότητας ήταν η τελευταία που προσείλκυε τα κουνούπια.
Οσον αφορά την απόσταση της επιδρομής, η έρευνα έδειξε πως τα κουνούπια ανίχνευαν το διοξείδιο του άνθρακα από απόσταση 10 έως 50 μέτρων (η αναπνοή του ανθρώπου είναι ιδιαιτέρως πλούσια στο συγκεκριμένο αέριο).
Στα 5 έως 10 μέτρα μπορούσαν να δουν την μαύρη κηλίδα (άρα τον άνθρωπο) και στα περίπου 20 εκατοστά του μέτρου ανίχνευαν τη θερμότητα (άρα το σώμα).
Πηγή : ΤΑ ΝΕΑ Ένθετο Υγεία