Βαριές ποινές επέβαλε το δικαστήριο στη μεγάλη δίκη των μπράβων, που ολοκληρώθηκε λίγο μετά τα μεσάνυχτα της Τετάρτης.
Τρία πρωτοκλασάτα στελέχη της «νύχτας» που βρίσκονταν μεταξύ των κατηγορουμένων πήραν τον δρόμο για τη φυλακή, καθώς το δικαστήριο δεν έδωσε ανασταλτικό χαρακτήρα στις ποινές τους.
«Ηχηρό μήνυμα» χαρακτήρισαν την ετυμηγορία στελέχη της ΕΛ.ΑΣ., που βρίσκονται στο κατόπι της λεγόμενης greek mafia.
Ειδικότερα, η δίκη αφορούσε έρευνα που είχε διεξαγάγει το 2015 το τμήμα Δίωξης Εκβιαστών Ασφάλειας Αττικής.
Στο επίκεντρό της είχαν βρεθεί τρεις ομάδες μπράβων που εισέπρατταν χρήματα για «προστασία» από εκατοντάδες καταστήματα του λεκανοπεδίου, ενώ εμπλέκονταν ακόμα σε υποθέσεις διακίνησης ναρκωτικών και ξυλοδαρμούς αθλητικών παραγόντων.
Η δικογραφία και το παραπεμπτικό βούλευμα στηρίχθηκε σε υποκλοπές τηλεφωνικών συνομιλιών και τη φυσική επιτήρηση των υπόπτων, καθώς μόλις ένας ιδιοκτήτης καταστήματος είχε δεχθεί να καταθέσει ενόρκως στην ΕΛ.ΑΣ. και να αναγνωρίσει σε φωτογραφίες τα άτομα που του ζητούσαν χρήματα για «προστασία».
«Ενα βράδυ ήρθαν επτά άτομα στο μαγαζί μου και μου είπαν ότι “προστάτευαν” την περιοχή και θα έπρεπε να “προστατεύουν” κι εμένα αντί του ποσού των 500 ευρώ μηνιαίως. Φοβήθηκα και αναγκάστηκα να τους δίνω 150 ευρώ τον μήνα», είχε καταθέσει.
Στις υπόλοιπες περιπτώσεις οι επιχειρηματίες είχαν δηλώσει άγνοια, όπως είχε συμβεί σε μια χαρακτηριστική περίπτωση στον Βύρωνα.
Ενώ οι αστυνομικοί είχαν καταγράψει επικοινωνίες και επισκέψεις των μπράβων στο κατάστημα, ο ιδιοκτήτης του κατέθεσε αργότερα ότι «δεν έχει έρθει κανείς ποτέ στο μαγαζί μου να μου παρέχει προστασία.
Από τους κατηγορουμένους, τα ονόματα των οποίων μου αναφέρετε, δεν γνωρίζω κανέναν».27 κατηγορούμενοι.
Ενώπιον του Τριμελούς Εφετείου Κακουργημάτων παραπέμφθηκαν να δικαστούν αρχικά 27 κατηγορούμενοι.
Η δίκη για την υπόθεση άρχισε τον Ιανουάριο του 2019 και ενάμιση χρόνο αργότερα, τον Ιούλιο του 2020, έγινε απόπειρα δολοφονίας ενός εκ των βασικών κατηγορουμένων.
Αγνωστοι έστησαν ενέδρα ανοίγοντας πυρ εναντίον του στο πάρκινγκ ενός αρτοποιείου στη Βάρη.
Αν και βαριά τραυματίας κατάφερε να επιζήσει.
Ομως δεν είχε την ίδια τύχη ένας δεύτερος εκ των διωκόμενων, γνωστός με το ψευδώνυμο «μαύρος».
Τον Δεκέμβριο του 2020 δολοφονήθηκε από αγνώστους, στην Ηλιούπολη, περιοχή όπου έμενε και δραστηριοποιείτο.
Από τους εναπομείναντες 26 κατηγορούμενους μόλις τέσσερις κρίθηκαν αθώοι και στους υπόλοιπους 22 το δικαστήριο επέβαλε βαριές ποινές κάθειρξης.
Είχε προηγηθεί η πρόταση του εισαγγελέα της έδρας που είχε ζητήσει την ενοχή του συνόλου των κατηγορουμένων για όλες τις αποδιδόμενες πράξεις: «Ολοι για όλα», είχε εισηγηθεί.
Η ετυμηγορία ανακοινώθηκε μετά τα μεσάνυχτα της Τετάρτης, 2,5 χρόνια μετά την έναρξη της ακροαματικής διαδικασίας.
Σε τρεις από τους βασικούς κατηγορούμενους –ανάμεσα σε αυτούς και στον επιζήσαντα της ένοπλης επίθεσης στη Βάρη– η έδρα επέβαλε ποινές κάθειρξης 30 ετών.
Παρά την προσπάθεια των συνηγόρων τους, το δικαστήριο αρνήθηκε να δώσει ανασταλτικό χαρακτήρα στις ποινές τους, με συνέπεια να πάρουν τον δρόμο για τη φυλακή.
Στους υπόλοιπους επιβλήθηκαν βαριές ποινές, με το δικαστήριο πάντως να κάνει αποδεκτά τα αιτήματα για αναστολή εκτέλεσής τους.
Σύμφωνα με νομικούς κύκλους, την τελική έκβαση της δίκης επηρέασαν η εν εξελίξει μάχη για την επικυριαρχία στη νύχτα και το μήνυμα που επιχείρησε να εκπέμψει η ηγεσία του υπουργείου Προστασίας του Πολίτη ότι βρίσκεται σε πόλεμο με το οργανωμένο έγκλημα και τη λεγόμενη greek mafia.
Ο φάκελος της υπόθεσης, εξάλλου, ήταν ένας από αυτούς που προ μηνών είχε παραδώσει ο Μιχάλης Χρυσοχοΐδης στον εισαγγελλέα του Αρείου Πάγου, Β. Πλιώτα.
ΠΗΓΗ: ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ