«Βόμβα» έπεσε κατά τη διάρκεια συνέντευξης Τύπου που παραχωρούν αυτήν την ώρα σε κεντρικό ξενοδοχείο της Αθήνας τα μέλη της Ελληνικής Εταιρείας Λοιμώξεων, με αφορμή το 21ο πανελλήνιο συνέδριό τους.
Όπως σημείωσε ο καθηγητής Νίκος Σύψας, μέσα στην πανδημία σημειώθηκε παγκοσμίως -αλλά και στην Ελλάδα- επιδείνωση των ενδονοσοκομειακών λοιμώξεων με ανθεκτικά μικρόβια, με τις λοιμώξεις αυτές να συμμετέχουν και στους θανάτους ορισμένων ασθενών.
Συγκεκριμένα ο καθηγητής, μιλώντας για τον μύκητα Candida auris, τόνισε πως η ανθεκτικότητά του είναι τόσο μεγάλη που, όταν βρεθεί, δεν μπορούν να τον απομακρύνουν από τα νοσοκομεία.
Παράλληλα, ο κ. Σύψας αποκάλυψε ότι ο μύκητας «Candida auris» εντοπίστηκε σε όλα τα νοσοκομεία της 1ης ΥΠΕ, με τουλάχιστον ένα περιστατικό στο καθένα από αυτά, που ευτυχώς απομονώθηκαν.
Πλην όμως ο μύκητας αυτός άπαξ και μολύνει ένα νοσοκομείο ή μία μονάδα, είναι εξαιρετικά δύσκολο έως απίθανο να εκριζωθεί.
Μάλιστα, ο κ. Σύψας έδωσε το παράδειγμα νοσοκομείου στη Νέα Υόρκη που μετά από τέτοιο κρούσμα, δεν κατάφερε με όλα τα υπάρχοντα μέσα να απολυμανθεί, με αποτέλεσμα να εξεταστεί το ενδεχόμενο καταστροφής του κτηρίου.
Αν σε αυτό προσθέσουμε την πληροφορία ότι, μέχρι το 2050 η πρώτη αιτία θανάτου παγκοσμίως θα είναι τα πολυανθεκτικά μικρόβια, αντιλαμβανόμαστε γιατί στη σχετική συνέντευξη Τύπου ειπώθηκε ότι οι λοιμωξιολόγοι θα είναι στην επικαιρότητα κατά τις επόμενες δεκαετίες.
Ο Candida auris είναι ένας μύκητας ικανός να προκαλέσει στον άνθρωπο σοβαρές ιατρικές επιπλοκές, ιδιαίτερα λοιμώξεις του αναπνευστικού συστήματος, λοιμώξεις του αυτιού και σηψαιμία.
Ο μύκητας εντοπίστηκε στην Ιαπωνία το 2009. Αυτές οι μυκητιάσεις είναι θανατηφόρες στο 70% των περιπτώσεων, λόγω της αντοχής του μύκητα στις υπάρχουσες θεραπευτικές αγωγές, ειδικότερα στις εχινοκανδίνες, τις αζόλες και τα πολυένια. Προσβάλλουν ουσιαστικά τους ασθενείς σε νοσοκομειακό περιβάλλον, ιδιαίτερα στις μονάδες εντατικής θεραπείας.
Η υπεύθυνη Γραφείου Νοσοκομειακών Λοιμώξεων και Μικροβιακής Αντοχής του ΕΟΔΥ, Φλώρα Κοντοπίδου, έχει δηλώσει σχετικά:
«Επιμολύνει επιφάνειες ή εξοπλισμό και με αυτό τον τρόπο μπορεί να μεταφερθεί από ασθενή σε ασθενή. Πολλές φορές μάλιστα επιβιώνει για αρκετό χρονικό διάστημα στις επιφάνειες και μπορεί να βρεθεί και σε απομακρυσμένα από τον ασθενή σημεία. Για αυτό και ο καθαρισμός του νοσοκομειακού περιβάλλοντος αποτελεί σημαντικό μέρος της πρόληψης, για τον έλεγχο της διασποράς μέσα στο νοσοκομείο. Το πρώτο και το σημαντικό όμως είναι η ευαισθητοποίηση των μικροβιολογικών εργαστηρίων και για αυτό έχουμε προχωρήσει σε οδηγίες, οι οποίες σύντομα θα αποσταλούν στα νοσοκομεία».
Ο μύκητας προκαλεί σοβαρές λοιμώξεις, όπως πχ λοιμώξεις αίματος και πλήττει κυρίως ευάλωτους ασθενείς, σοβαρά πάσχοντες όπως είναι πχ ανοσοκατεσταλμένοι σε ΜΕΘ, ασθενείς που έχουν ξένα σώματα όπως πχ καθετήρες. Δηλαδή ασθενείς που νοσηλεύονται επί μακρόν, σύμφωνα με την κα Κοντοπίδου. Όσον αφορά τη θνητότητα, σύμφωνα με τις μέχρι στιγμής καταγραφές κυμαίνεται σε 30-40% και σε βαρέως πάσχοντες ασθενείς, μπορεί να αγγίξει το 60%, λέει η λοιμωξιολόγος του ΕΟΔΥ .
Όπως έχει αναφέρει η κα Κοντοπίδου στις ΗΠΑ μέχρι τέλος Φεβρουαρίου το Αμερικανικό Κέντρο Ελέγχου Λοιμώξεων αναφέρει 1.056 ασθενείς που είναι φορείς του συγκεκριμένου μύκητα, εκ των οποίων οι 587 έχουν εμφανίσει επιβεβαιωμένη λοίμωξη.
«Στην Ευρώπη εμφανίζονται περιστατικά επιδημιών σε Ισπανία, Γαλλία, Αγγλία και Γερμανία και σποραδικά κρούσματα σε Αυστρία, Βέλγιο, Σουηδία, Ολλανδία, καθώς επίσης και σε άλλες χώρες του κόσμου».