O KΗΝΣΩΡ ΠΑΝΤΕΛΗΣ ΜΠΟΥΚΑΛΑΣ (του Νίκου Ι. Καραβέλου)

Αρθρογραφία 16 Νοεμβρίου 2019

 Νίκος Ι. Καραβέλος
Δικηγόρος - Συγγραφέας
[email protected]

Είναι δυνατόν να κρίνεις ένα βιβλίο χωρίς να το διαβάσεις;

Να κατακρίνεις ένα βιβλίο, έχοντας διαβάσει μόνο το οπισθόφυλλό του;

Καθένας θα απαντούσε πως είναι αδύνατον. Να, όμως, που ο φωτεινός παντογνώστης κ. Παντελής Μπουκάλας τα κατάφερε. Κατέκρινε βιβλίο από μακριά!

Έλα όμως που το να κρίνεις ένα βιβλίο χωρίς να το έχεις διαβάσει είναι σαν να κάνεις έρωτα χωρίς να αγγίξεις καν τον ερωτικό σου σύντροφο. Κριτικός από μακριά είναι σαν τον εραστή εξ αποστάσεως.

Κακό να είσαι αγράμματος και εμπαθής. Χειρότερο να είσαι εμπαθής και εγγράμματος.

Είναι γνωστό πως ο αρθρογράφος της εφημερίδας «Καθημερινή», κ. Παντελής Μπουκάλας, εφορμούσε κατά σύστημα κατά του αείμνηστου Σαράντου Καργάκου όσο ήταν εν ζωή. Συνεχίζει, όμως, τις εφορμήσεις του και τώρα που έφυγε.

Κάποιοι δεν ανέχονται τη βαθιά μόρφωση κι ενοχλούνται με εκείνους που μας έμαθαν γράμματα. Προσπαθούν να κατεβάσουν εκείνους που δίδαξαν γενιές ανθρώπων στο ισόγειο της προσωπικής τους δυσανεξίας, ή μάλλον, στο υπόγειο.

Ο κήνσωρ, λοιπόν, αυτός (ο τιμητής), με άρθρο του στην «Καθημερινή» στις 13-10-2019 έγραψε, μεταξύ άλλων, και τα ακόλουθα, κατακρίνοντας το βιβλίο του Σαράντου Καργάκου «Κ.Π. Καβάφης, Η νεώτερη αιγυπτιακή σφίγγα»:

«Την επίθεση κατά του Καβάφη, με όπλο ανυπόστατες αποκαλύψεις ότι τάχα ήταν οπαδός του φασισμού και είχε συνυπογράψει υμνητική επιστολή προς τον αρχηγό της Ενώσεως Ελλήνων Φασιστών, την έκανε κάποιος που από αρκετούς προβάλλεται σαν ο «αυθεντικός εθνικός μας ιστορικός»: ο Σαράντος Καργάκος. Και την έκανε με το βιβλίο του «Κ. Π. Καβάφης: Η νεώτερη αιγυπτιακή σφίγγα» (2009), το πνεύμα του οποίου συμπυκνώνεται στο οπισθόφυλλο: «Στην ιδιορρυθμία της προσωπικής του συμπεριφοράς και στην ιδιόρρυθμη ερωτογραφία του, τι νόημα μπορεί να είχε η πολιτική ερωτοτροπία του –στο μέτρο που είναι αληθινή– με τον φασισμό; Ήταν πίστη ή “βίτσιο” παροδικό;».

Ομιλητικότατη η επιλογή της λέξης «βίτσιο» (συν δύο «ιδιορρυθμίες»), αποκαλύπτει τη σκοπιά του βιβλίου, που αποσαφηνίστηκε και με την εμφάνιση τότε του συγγραφέα στο «Τηλεάστυ», σε εκπομπή του λογίου Λεωνίδα Γεωργιάδη, αδελφού του λογιοτάτου Αδώνιδος.»

Επειδή συνηθίζουμε να μη συγχωρούμε την απρέπεια των αλαζόνων, ιδίως όταν εκδηλώνεται σε βάρος εκείνων που ανάλωσαν τη ζωή τους στην Παιδεία, πολύ περισσότερο όταν αυτοί δεν ζουν πλέον και

Επειδή τυχαίνει να κατέχουμε και να έχουμε μελετήσει το βιβλίο,

Θα μεταφέρουμε το πνεύμα του βιβλίου, όχι όπως αποτυπώνεται στο κρανίο του εν λόγω κυρίου, αλλά στο ίδιο το βιβλίο και συμποσούται σ’ έναν υπέροχο επίλογο (βλ. Σαράντος Ι. Καργάκος Κ.Π. Καβάφης, Η νεώτερη αιγυπτιακή σφίγγα):

«… Όπως όμως όλα τα φυτά χρειάζονται ειδική μεταχείριση, όμοια πρέπει να είναι και η προσέγγιση των ποιητών… Ο Κάλβος είναι γλυπτός, σε κερδίζει όχι όταν τον διαβάζεις αλλά όταν τον απαγγέλλεις.

Ο Καβάφης θέλει ανάγνωση σιωπηλή. Αξίζει να μνημονευτεί η παρατήρηση του Αλέξανδρου Αργυρίου ότι η ποίηση του Καβάφη δεν απαγγέλλεται αλλά διαβάζεται…

Τον Καβάφη τον προσλαμβάνεις -όχι πάντα- με την πρώτη ανάγνωση. Αρχίζεις να τον υπονοείς μετά τη δεκάτη. Αλλά και πάλι θα είσαι εκκρεμής, θα μετεωρίζεσαι ανάμεσα στο «είναι» και στο «δεν είναι»· ανάμεσα στο «αυτό» ή στο «άλλο».

Ο Καβάφης με την αμφισημία του μοιάζει με τον Λοξία Απόλλωνα, που έδινε «λοξούς» χρησμούς. Είναι σαν μια φάτα μοργκάνα, ένας απατηλός αντικατοπτρισμός που έναν αιώνα και πλέον ξεγελά -ίσως και να περιγελά- γενιές και γενιές αναγνωστών και μελετητών, είτε πρόκειται περί θαυμαστών είτε πολεμίων του έργου του. Ούτε κι εμείς έχουμε αυταπάτες. Απλώς, όπως θα έλεγε και ο ίδιος (ο ποιητής) «εκομίσαμεν στην έρευνα κάτι».

Ο Καβάφης πλούτισε τη λογοτεχνία μας, όχι μόνο με μια νέα ποιητική και γλωσσική ιδιοτυπία. Όχι μόνο γιατί έκανε ποίηση αυτούσια κομμάτια της Ιστορίας (υποθέτω ότι κανείς σύγχρονός του δε μελέτησε τόσο βαθιά την ιστορία των διαδόχων του Μεγάλου Αλεξάνδρου, του Ι.Γ. Ντρόυσεν, όσο αυτός…). Κυρίως, γιατί έφερε στα γράμματά μας ένα καινούργιο ρίγος. Τον πυθμένα της ανθρώπινης ψυχής.

Είναι ένας ποιητικός Ντοστογιέφσκι, αλλά πιο συγκρατημένος, συγκροτημένος, λιτός και επιγραμματικός. Με λίγες γραμμές, σα να κάνει ιατρική γνωμάτευση, μας δίνει όλες τις εντάσεις, τις εκρήξεις και τα παραληρήματα των ισχυρότερων παθών της ανθρώπινης ψυχής.

Αλλά ο Καβάφης δεν είναι μόνο ένας συνεχώς αυτοεξεταζόμενος. Έχει οξεία ματιά. Πολλές καταστάσεις που περιγράφει είναι απότοκος της ψυχικής ομοηχίας ή έλξεως προς ορισμένους ανθρώπινους τύπους ή καταστάσεις.

Τελικά, τι τελοσπάντων ήταν ο Καβάφης; Ίσως να μη χρειαζόταν να γραφούν όσα εγράφησαν, αν είχαμε δώσει προοιμιακά τα λόγια που λέει ο Τειρεσίας στις Βάκχες του Ευριπίδη:

«τὸ γὰρ βακχεύσιμον

καὶ τὸ μανιῶδες μαντικὴν πολλὴν ἔχει·

ὅταν γὰρ ὁ θεὸς ἐς τὸ σῶμ’ ἔλθῃ πολύς,

λέγειν τὸ μέλλον τοὺς μεμηνότας ποιεῖ»

(μετφρ: «Του μάντη έχει τις ικανότητες καθώς του Βάκχου η έκσταση και η ιερή μανία,

του δίνουν δύναμη μεγάλη μαντική.

Κι αν περισσότερος θεός στο σώμα τους εισέλθει,

θα κάνει τους μαινόμενους το μέλλον να προβλέπουν»).

Ως προς δε την δήθεν επίθεση του Σαράντου Καργάκου κατά του Καβάφη, θα λέγαμε προς τον προπέτη αρθρογράφο τα εξής:

Σε κανένα σημείο του βιβλίου ο συγγραφέας δεν επιτίθεται κατά του Καβάφη και μάλιστα με όπλο ανυπόστατες αποκαλύψεις πως είχε συνυπγράψει υμνητική επιστολή προς τον αρχηγό της Ενώσεως Ελλήνων Φασιστών. Ο Σαράντος Καργάκος απλώς αποτύπωσε στο βιβλίο του ένα δημοσίευμα στο οποίο αναφέρεται και ο Κωνσταντίνος Καβάφης ως συντάκτης επιστολής προς τον Αρχηγό της παραπάνω οργανώσεως. Ο Σαράντος Καργάκος απλώς ανέφερε το γεγονός όπως είχε υποχρέωση, χωρίς να λάβει θέση:

«Για όλα υπάρχουν υποθέσεις («επί πάσι δόκος τέτυκται»), όπως έλεγαν και οι αρχαίοι. Πάντως, αν η υπογραφή «Κ. Καβάφης» δεν είναι προϊόν υποκλοπής…, πολλά μπορεί κάποιος να εικάσει…».

Από τα ανωτέρω προκύπτει αβίαστα όχι η επίθεση του Σαράντου Καργάκου σε βάρος του Καβάφη, αλλά η εμπάθεια του Παντελή Μπουκάλα σε βάρος του αείμνηστου Σαράντου Καργάκου.

Αυτά θα απεκόμιζε ο κ.Παντελής Μπουκάλας, αν είχε την υπομονή, το ενδιαφέρον ή έστω την περιέργεια να διαβάσει το βιβλίο.

Δεν το διάβασε και παρά ταύτα το κατέκρινε θέλοντας να πλήξει το πρόσωπο του συγγραφέα, όπως ανέκαθεν έπραττε.

Γι’αυτό λοιπόν και η αυστηρότητα των διατυπώσεών μας, γιατί τις υπαγορεύει το βάρος και η έκταση της προσβολής.

Μια παραίνεση μόνο προς αυτόν τον κύριο, που βεβαίως δεν θα γίνει αποδεκτή:

Σεβάσου επιτέλους και κάτι!.

Προβλήθηκε 791 φορές