Συντάκτης: Ντίνα Δασκαλοπούλου ( εφημερίδα των συντακτών)
Ο χιονιάς αυτός ήταν μια κάποια λύσις. Δεν ξέρω πώς θα φαινόταν στον Καβάφη η παράφραση των «βαρβάρων» του, αλλά δεν μπορώ να σταματήσω να τη σκέφτομαι όσο οι ώρες περνούν και η «Αριάδνη» δεν απλώνει τον μίτο της στην Αθήνα.
Αν κανείς πιστέψει τα μίντια, δεν έχουμε να περιμένουμε τίποτα άλλο παρά τον χιονιά για να δούμε άσπρη μέρα: όπως άλλοτε κονταροχτυπιούνταν οι σεισμολόγοι, τώρα είναι οι μετεωρολόγοι οι σταρ της μικρής οθόνης.
Κι όπως λατρεύουμε να μισούμε ο ένας τον άλλον, τώρα είναι και ο χιονιάς που θα μας διχάσει στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης. Και η καινούργια θνησιγενής μας λατρεία έγινε το τσεκάρισμα της θερμοκρασίας στα κινητά μας τηλέφωνα.
Ο χιονιάς αυτός ήταν μια κάποια λύσις στην γκρίζα μας καθημερινότητα. Αλλά ενύχτωσε κι ο χιονιάς δεν ήρθε (στην Αθήνα, πάντα).
Ηρθε όμως μια παγωνιά απίστευτη κι έβαλε την πόλη βαθιά στα διαμερίσματα και στα σπίτια της. Στον δρόμο έμειναν εκείνοι που ζουν εκεί: οι ανέστιοι της Αθήνας.
Κι όσοι από αυτούς δεν φιλοξενούνται σε ξενώνες, δεν εγκαταλείπουν έτσι εύκολα τις καβάντζες τους.
Ο Μιχάλης, που περπατάει απόψε μαζί μας στην έρημη Αθήνα, είναι πωλητής του περιοδικού δρόμου «Σχεδία».
Ζει στον δρόμο από τότε που του έκλεψαν το επαγγελματικό φορτηγό του κι έχασε τη δουλειά του. Τώρα φιλοξενείται σ' έναν από τους ξενώνες.
«Σε εντυπωσιάζει η θερμοκρασία γιατί δεν έχεις συνηθίσει, εμείς αντέχουμε και υπό το μηδέν», λέει ο Μιχάλης. «Είναι τρομακτικό όταν πρωτοβγαίνεις στον δρόμο, νιώθεις απελπισμένος. Ωστόσο, υπάρχουν και δομές και υποδομές και ΜΚΟ και εθελοντές και άνθρωποι που θα σε στηρίξουν. Μπορείς να το παλέψεις και να ξανασταθείς στα πόδια σου».
«Μη μας ξεφτιλίζετε...»
Η ματιά του Μιχάλη είναι σίγουρα μαχητική κι αισιόδοξη. Στον αντίποδα ακριβώς βρίσκονται τα μάτια του Μάριου, της Ιζαμπέλας, του Τάκη, του Χρήστου.
Τέσσερις άνθρωποι που βρήκαν καταφύγιο στο μετρό της Ομόνοιας, έναν από τους τρεις σταθμούς που έμειναν ανοιχτοί όλη τη νύχτα.
«Τι θέλετε, ρε, να δείτε κι εσείς την ξεφτίλα και να τη φωτογραφίσετε;» Ο Τάκης είναι 36 χρόνων και ζει τα τελευταία πέντε χρόνια στον δρόμο. Απόψε έχει ξαπλώσει σ' αυτή τη γωνιά του μετρό.
Εχει καλούς λόγους να είναι θυμωμένος: το σημείο βρίσκεται σε κοινή θέα και το μόνο που προσφέρει μια κάποια ιδιωτικότητα στους ανθρώπους είναι μια κορδέλα.
Στο Μοναστηράκι, μόνο ένας άνθρωπος έχει ξαπλώσει στο σημείο που έχει παραχωρηθεί κάτω από τη σκάλα που οδηγεί στην αποβάθρα προς Κηφισιά.
Στο Μεταξουργείο, στα εκδοτήρια, μπροστά από τα έργα του Φασιανού, κάποια ελάχιστα τετραγωνικά έχουν αποκλειστεί με κορδέλα και μια φωτοτυπία εξηγεί: «χώρος προσωρινής φιλοξενίας αστέγων».
Το έργο -από τη μακρινή πια εποχή του 2001 και της ισχυρής Ελλάδας- λέγεται «Ο μύθος της γειτονιάς μου» και πλέον γίνεται στοιχείο μιας άλλης, καινούργιας εικόνας: το όλο σκηνικό θα μπορούσε και να επιγράφεται «Ο μύθος της χώρας μου».
Ομως, νομίζω, είναι κυρίως τα βλέμματα των άλλων που κάνουν τη συνθήκη εξευτελιστική και τους ανθρώπους που προσπαθούν να κοιμηθούν στην Ομόνοια θυμωμένους.
Είναι τα κορίτσια με τα καλά τους φορέματα για τη σαββατιάτικη βόλτα που χαχανίζουν, είναι οι μεσόκοποι που κουνούν το κεφάλι, είναι οι γιαγιάδες που επιταχύνουν φοβισμένες.
«Σταματάνε και μας τραβάνε με τα κινητά τους, λες κι είμαστε ζώα σε τσίρκο. Τι κοιτάτε, ρε;», λέει ο Χρήστος. «Να τους γράψεις ότι μπορεί και σ' αυτούς να συμβεί», λέει ο Μάριος.
«Δεν θέλω να πω τίποτα σε κανέναν, θέλω μόνο λίγο νερό, μπορείς να μου φέρεις;» λέει η Ιζαμπέλα.
Της κρίσης τα απόνερα
Ευτυχώς, δεν είναι μόνον αυτές οι ματιές. Είναι και οι πολίτες που προσφέρονται να βοηθήσουν, που φέρνουν κουβέρτες και ζεστά τσάγια, που ρωτούν τους εργαζομένους του μετρό αν χρειάζονται ένα χέρι βοήθειας.
Και κάπως έτσι ο Τάκης λέει: «Να γράψετε, ρε παιδιά, αν είναι να βοηθήσει κάπως αυτό, να σας μιλήσουμε».
Ο καθένας τους -όπως και οι χιλιάδες άλλοι στους δρόμους της μητρόπολης- είναι μια ιστορία που μιλάει άλλοτε για την ανεργία κι άλλοτε για την ακραία φτώχεια, άλλοτε για την εξάρτηση κι άλλοτε για το ψυχικό νόσημα.
Ολες αυτές οι ιστορίες μαζί συνθέτουν το φαινόμενο της αστεγίας. Και η Αθήνα -αντιμέτωπη πια για τα καλά με το φαινόμενο μετά από επτά χρόνια λιτότητας- απειλείται από έναν χιονιά αγριότερο από την «Αριάδνη»: να παγώσει εντός της, να συμφιλιωθεί με την αστεγία και να συνηθίσει.